Εμμανουήλ Ροΐδης: Τρεις Μεσαιωνικές Μελέτες

Βιβλιογραφικά
Μοιραστείτε το:

Βρε, κλείστε τις οθόνες και διαβάστε βιβλία, να δείτε την ψυχή σας! Το τί βρίσκεις στις σελίδες τους, ιδιαίτερα στα πιο παλιά από αυτά, δεν λέγεται! Τί κι αν είμαι εδώ και 40 χρόνια φιλόλογος και συγγραφέας και άθεος! Μόλις χθες απηλλάγην από την μονομανία και τις σκουριές της κακιάς μάγισσας, μια από τις μαύρες αθλιότητες της χριστιανικής προπαγάνδας και το υποβολείο της σκόπιμης χαζομάρας, που λέγεται σχολείο. Είναι να το φέρουν «του κύκλου τα γυρίσματα π’ ανεβοκατεβαίνου»! Όλοι ξέρουμε-συνήθως παριστάνουμε ότι γνωρίζουμε- τον Ροΐδη από κορυφαίο του έργο την «Πάπισσα Ιωάννα». Ο Δημήτρης Φύσσας, φίλος καλός, σύντροφος παλιός και γνωστός σε αυτό το αιρετικό μετερίζι, δεινός φιλόλογος και ερανιστής, μας συστήνει σε ωραία έκδοση: Εμμανουήλ Ροΐδης «Τρεις μεσαιωνικές μελέτες» (εκδόσεις Πατάκη). Έκανε νεοελληνική μεταγραφή και ερμηνευτικά σχόλια, που συνοδεύουν το πρωτότυπο έργο. Εξώφυλλο Κωνσταντίνος Παπαμιχαλόπουλος.

Τρία καταπληκτικά κείμενα, ιδιαίτερα το πρώτο, μνημεία της λογοτεχνίας μας, δείγματα του πόσο παλιές και πόσο νέες είναι οι αιρέσεις μας. Και για τους ας πούμε … ψωνισμένους συγγραφείς, πειστήρια ότι όχι μόνο δεν πάει τίποτα χαμένο, αλλά και όσο πιο αγνοημένο στον καιρό του, τόσο πιο άμεσο δελτίο προτεραιότητας παίρνει στην αξιολόγηση του καιρού. Από το πουθενά έρχεται, από τ’ αζήτητα να κάνει νέα, διαρκώς εμπλουτισμένη πνευματική καριέρα. Η πρώτη, αληθινά σημαντική μελέτη του Ροΐδη: «Αι μάγισσαι του μεσαίωνος». Μην τρομάζετε διαβάζοντας μελέτη! Εδώ είναι η μαγκιά! Να πεις ό,τι σε βασανίζει, ό,τι θεωρείς αναγκαίο και κτήμα εσαεί, να γράψεις για πυκνό και δύσκολο θέμα σε μόνο 15 παραγράφους. Κείμενο διαχρονικό ντοκουμέντο απήγανος κατά της βλακείας, της θρησκοληψίας, του σκοταδισμού και της βαρβαρότητας.

Δημήτρης Φύσσας

Δεν θα σας πω λέξη για τις μάγισσες αν και είμαι μαγεμένος με το εν λόγω έργο του Ροΐδη, για να αποκτήσετε το βιβλίο και ν’ απολαύσετε. Να νοιώσετε άφατη χαρά και απρόσμενη έκπληξη. Οργή για την άφθονη σκουριά, που μας ταΐζουν σε σχολεία και άλλα κοινωνικά γκέτο, που θα έπρεπε κανονικά να είναι χώρο πνευματικής διαύγειας, αλλά και το πόσο εύπιστοι είμαστε υιοθετώντας επιζωής όσα η εξουσία μας επιβάλει ως θέσφατα. Μάθαμε «θεόθεν» ότι οι μάγισσες ήταν πολύ κακό πράγμα, ισοδύναμο του σατανά. Το αποθηκεύσαμε στα αξιώματα της ζωής και ουδέποτε το ψάξαμε, το περάσαμε από κρησάρα λογικής. Για αυτό η λακωνική μελέτη του Εμμανουήλ Ροΐδη θα σας δώσει και την ικανοποίηση της… πρωτοφανούς ανακάλυψης. Τί να γίνει; Το βέβαιον είναι πάντα το επισφαλές και επικίνδυνο. Μπαίνω, όμως, στον πειρασμό να πω δυο λόγια με την ιδιότητα του ερευνητή για την μεθοδολογία του Ροΐδη, ιδιαίτερα στις ελάχιστες σελίδες για ένα τόσο πλατύ και ακανθώδες θέμα όπως είναι οι μάγισσες του μεσαίωνα.

Δεν κάθεται στο γραφείο του ένα ωραίο πρωινό του 1866 να τις κρίνει αφ’ υψηλού πίνοντας τσάι και δογματίζοντας για να κάνει εντύπωση. Αρνείται την εύκολη οδό, να δει το υπό έρευνα θέμα με στερεότυπα, προκαταλήψεις, δόγματα, με τον μέσο όρο της εποχής του. Δεν κάνει όλα τα ανωτέρω μεζούρα ή καλούπι και κατόπιν πάει να εξετάσει τα παλιά γεγονότα, να αποδοκιμάσει ή να απαξιώσει με μεταχρονολογημένο πασπαρτού, κάτι εντελώς ανούσιο κι αδιάφορο για οποιαδήποτε έρευνα, που θέλει να είναι διαχρονική. Δεν υποπίπτει ο Ροΐδη στο λάθος, που κάνει ως τώρα η συντριπτική πλειοψηφία ερευνητών, λαογράφων, εκτιμητών και λοιπών γραφιάδων με ή χωρίς εισαγωγικά οι όροι. Αν και λογοτέχνης, όχι κατά τεκμήριο εξασκημένος ερευνητής, αρνείται να εφαρμόσει προκατασκευασμένα συμπεράσματα στα πριν υπάρξαντα.

Ο Ροΐδης επιχειρεί τολμηρά, ολόγυμνος από προδιαθέσεις, προλήψεις, προσχήματα να διεισδύει στην εποχή αναφοράς και στο αντικείμενο της έρευνας, εν προκειμένω στις μάγισσες. Αναλύει διεξοδικά, έστω συνοπτικά, το περιβάλλον, τις συνθήκες, τις κοινωνικές δυνάμεις, τα πρόσωπα, πάντα προσηλωμένος στο παλιό. Έχει πάντα αφετηρία το αντικείμενο της έρευνάς του στο χώρο, που αυτό διαβιοί, να το γνωρίσει βαθιά, να έχει μέθεξη (κατά Αριστοτέλη), αλλά δεν μένει εκεί. Ξέρει καλά ότι η ζωή δεν είναι «βίδες», δεν είναι καρέ-καρέ (δεν είναι, άθλιοι, V.A.R!), αλλά βουερό κι ορμητικό ποτάμι, που παίρνει τα πάντα στο διάβα του, η κίνηση είναι η ύπαρξή της. Στις λίγες σελίδες προλαβαίνει με παροιμιώδη τρόπο να ανασυνθέσει το αντικείμενο της μελέτης του, να το γυρίσει στην πραγματικότητα από την οποία ποτέ δεν φεύγει.

Τί σημαίνουν οι μάγισσες στον μεσαίωνα, χθες σήμερα, αύριο; Τί έδωσε και τί δίνει στην πορεία του ανθρώπου το εξεταζόμενο αντικείμενο, θετικά και αρνητικά; Ποια η προβολή του στα εκάστοτε σημερινά και μελλοντικά; «Εδώ είναι, γιε μου, το κουμπί της Αλέξαινας»-που έλεγε η γιαγιά μου! Ιδού η ουσία κάθε μελέτης. Δεν επιμένω από σχολαστικισμό! Μου έκανε μεγάλη εντύπωση η μεθοδολογική προσέγγιση του Ροΐδη στις μάγισσες. Μακάρι να τον διαβάζουν μελετητές με ή χωρίς εισαγωγικά, μπας και ξεστραβωθούν, έστω καθυστερημένα, να γλιτώσουν κάποια μονάκριβα προικιά της ψυχής και του πολιτισμού από τους μπαλτάδες της ισοπέδωσης, της κακοποίησης, από την μάστιγα της «νωτερικότητας», λόγου χάρη δημοτικό και ρεμπέτικο τραγούδι, αρχαία ελληνική γραμματεία, πολιτική ιστορία και λοιπά.

Οι άλλες δυο μελέτες του Εμμανουήλ Ροΐδη σίγουρα δεν φθάνουν την εμβέλειας των μαγισσών. Είναι όμως, στο ίδιο πνεύμα και με το ανάλογο βάθος και μέθοδο. «Η εορτή του όνου κατά τον μεσαίωνα» (1869) σε 16 σελίδες! Το ίδιο έτος ο μέγας Συριανός γράφει «Οι βρυκόλακες του μεσαίωνος», σε 9 σελίδες! Όπως επισημαίνει ο Δημήτρης Φύσσας τα τρία αυτά μελετήματα έχουν μικρή διάδοση σήμερα. Και πως να μην είναι έτσι, αφού η τελευταία τους «φιλοξενία» ήταν στο πλέον εξαντλημένο βιβλίο του «Ερμή» σε επιμέλεια Άλκη Αγγέλου (Αθήνα 1975). Ο Δ. Φύσσας δίνει μεγίστη αξία στο κείμενο του Ροΐδη. Ούτε αυτό είναι προφανέστατο σήμερα, που γεμίσαμε αμφιβόλου ποιότητας, προχειρότατες μεταγραφές κλασικών κειμένων, που αν δεν είναι κακοποίηση συνιστούν δεινή απλοποίηση του προτύπου προς προβολή του εξυπνακισμού και της… μεγαλοψυχίας του μεταγραφέα, που «έκανε πέτρα την ψυχή» και καταδέχθηκε ν’ ασχοληθεί με παλιά κείμενα.

Ο Δημήτρης είναι και εξαιρετικός φιλόλογος (εφηρμοσμένος, όχι θεωρητικώς), η μεταγραφή είναι ακριβέστατη σε απλή και στρωτή δημοτική γλώσσα. Κρατά λέξεις κλειδιά, που βοηθούν τον αναγνώστη ν’ ανθιστεί το ροΐδιο ύφος. Το άλλο σημαντικό, που ξεχωρίζει την εν λόγω εργασία του Φύσσα είναι ότι στο βιβλίο το κείμενο του Ροΐδη βρίσκεται στις λεγόμενες «καλές», στις δεξιές σελίδες του και η μεταφορά στις αριστερές, μήνυμα σαφέστατο ότι αυτές (οι δεξιές) είναι «δεσπόζουσες», που λέμε στην μουσική, και ότι προφανώς από αυτές οφείλει να αρχίσει ο αναγνώστης. Με την ιδιότητα του φιλολόγου θέλω να προτείνω στον αναγνώστη του βιβλίου, τρόπο, που ανέκαθεν χρησιμοποιώ ακόμα και για δύσκολα αρχαιοελληνικά έργα: Δεν δαγκώνουν τα παλιά κείμενα! Απολαύστε τα, κρύβουν αμύθητους θησαυρούς! Καταπληκτικό και λακωνικό έργο, μόλις 125 σελίδων (δια δύο)! Διαβάστε κάθε μελέτη χωριστά. Πρώτα στο πρωτότυπο και ό,τι καταλάβετε! Ωραία ελληνική καθαρεύουσα, θα νοιώσετε πολλά! Μετά ανατρέξτε στην μεταγραφή του Δημήτρη και τα ερμηνευτικά σχόλια. Ακολούθως πάλι στο πρωτότυπο ρίχνοντας ματιές στην μεταγραφή για λέξεις, που είναι ακόμα σκοτεινές, αν και δεν πιστεύω ότι θα υπάρχουν πλέον τέτοιες.

Ο Εμμανουήλ Ροΐδης είναι εκ των σημαντικότερων νεοελλήνων συγγραφέων. Ο Δ. Φύσσας το θεωρεί ως τον σημαντικότερο, αλλά εμένα η καρδιά μου είναι παιδιόθεν λογοδοσμένη στην «Φόνισσα» και καμιά εικοσάδα παγκόσμιας εμβέλειας διηγήματα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Πέρα όμως από προτιμήσεις προσωπικές, οι μελέτες του Ροΐδη, ιδιαίτερα η στις μάγισσες αναφερόμενη, θα έλεγα ότι είναι πρωτοποριακά κείμενα και στον καιρό μας. Δεν ξέρω γιατί τα γράφω αυτά; Για εξιλέωση, γιατί τις ανακάλυψα πάρα πολύ αργά ή γιατί ο… γεροντίστικος ο έρωτας μοιάζει πιο όμορφος και βασανιστικός! Ούτε με ενδιαφέρει, άλλωστε, η κρίση σας σε αυτό το ζήτημα! Αρκεί να απολαύσετε με πόση φρεσκάδα και τόλμη ο Ροΐδης καταπιάνεται με τόσο επικίνδυνα, διαστρεβλωμένα σκόπιμα από την θρησκεία ζητήματα, αποκαθιστώντας την μάγισσα του μεσαίωνα την έστω πρωτόγονη μήτρα της κατοπινής επιστήμης.

Όσο για τον φίλο μου τον Δημήτρη Φύσσα, περιττεύουν τα λόγια και ο λιβανωτός! Ο άνθρωπος τρώγεται με τα ρούχα του, ψάχνει διαρκώς και βρίσκει, γράφει και βγάζει πάντα φρέσκα κουλούρια και με… παλιό αλεύρι. Και επειδή ακούω κιόλας την απάντησή του, μόλις διαβάσει αυτή την έσχατη παράγραφο: Βγάλε, Καπετανάκη, την σκούφια σου και βάρα με!- επιλέγω αντιγράφοντας από την αφιέρωση, που μου έγραψε στο καλύτερο κατά την γνώμη έως τώρα έργο του Δημήτρη, «Μουσείο λαογραφίας» (Εστία): «Λοξός, λοξώ χαίρειν»!

Επιμέλεια Δημήτρης Φύσσας

13 Μαρτίου 2019

Πηγή: mousapolytropos.gr

Μοιραστείτε το:
Tagged