“O Χριστός ήταν Τούρκος”… οι δε Χριστόφορος Κολόμβος και Μωυσής ήταν Ρώσοι – τουρκικής μπουρδολογίας το απαύγασμα

Πολιτισμοί
Μοιραστείτε το:

Η ψευδοτουρκολογία και τουρκική μπουρδολογία, έχει υιοθετηθεί σε τουρκογενείς. αλλά  και σε ορισμένες χώρες που δεν είναι καθόλου τουρκογενείς. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Ουγγαρίας, της τελευταίας χώρας που έγινε δεκτή ως παρατηρητής στο Τουρκικό Συμβούλιο.

—————

Όλες αυτές οι θεωρίες θα είχαν περιοριστεί στο εσωτερικό της Τουρκίας, αν δεν είχε συμβεί ένα συγκεκριμένο γεγονός: η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Από το 1923 έως το 1991, η Τουρκία ήταν το μοναδικό ανεξάρτητο τουρκογενές κράτος στον πλανήτη. Στη συνέχεια, πέντε ακόμη τουρκογενείς χώρες εμφανίστηκαν στον χάρτη ως κυρίαρχα κράτη: Το Αζερμπαϊτζάν, το Καζακστάν, το Κιργιστάν, το Ουζμπεκιστάν και το Τουρκμενιστάν. Έκτοτε, η συνεργασία μεταξύ των κρατών αυτών έχει ενισχυθεί σε τομείς όπως η πολιτική, η εκπαίδευση και η οικονομία, ακόμη και η άμυνα. Επιτομή της συνεργασίας αυτής ήταν η ίδρυση του «Τουρκικού Συμβουλίου», που σχηματίστηκε το 2009 ως διακυβερνητικός οργανισμός, ο οποίος, μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, μπορεί να εξελιχθεί και σε επίσημο διεθνή οργανισμό.

του Luka Ivan Jukic* (Άρδην τ. 125)

Ο Ερντογάν ήταν ιδιαίτερα πρόθυμος να θεσμοθετήσει αυτό το όργανο μετά τον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, το 2020, στον οποίο η κοινή τουρκογενής ταυτότητα της Τουρκίας και του Αζερμπαϊτζάν έπαιξε εξέχοντα ρόλο στην προπαγάνδα και των δύο αυτών κρατών. Υπάρχει μια παντουρκική φράση, που επαναλαμβάνεται συχνά από τους ηγέτες των δύο χωρών: είναι «ένα έθνος με δύο κράτη». Αξιοσημείωτη είναι η συνεργασία στον τομέα της εκπαίδευσης, δεδομένου ότι, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, δεκάδες χιλιάδες φοιτητές από την Κεντρική Ασία και το Αζερμπαϊτζάν σπουδάζουν κάθε χρόνο στην Τουρκία ή σε ιδρύματα που χρηματοδοτούνται από την Τουρκία.

Το κιργιζιανό-τουρκικό Πανεπιστήμιο Μανάς στην πρωτεύουσα της Κιργιζίας Μπισκέκ είναι μια κοινή πρωτοβουλία των κυβερνήσεων της Τουρκίας και της Κιργιζίας και ένα από τα σημαντικότερα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα. Το 2005 εκδόθηκε εκεί και το περιοδικό Journal of Turkish Civilization Studies, το πρώτο τεύχος του οποίου φιλοξενούσε ένα μακροσκελές κείμενο των εκδοτών του, με διάφορους ψευδοτουρκολογικούς ισχυρισμούς σχετικά με την τουρκικότητα των αρχαίων Σκυθών. Το τεύχος άνοιγε μια συγχαρητήρια επιστολή του ίδιου του Ερντογάν –πρωθυπουργού, τότε– που τόνιζε την ανάγκη για περισσότερα «επιστημονικά» περιοδικά όπως αυτό.

Η συνεργασία μεταξύ των τουρκικών κρατών δεν έχει, βέβαια, κάτι το επιλήψιμο. Τα έθνη αυτά έχουν πράγματι πολλά κοινά από την άποψη της γλώσσας και της ιστορίας και είναι φυσικό να αποτελούν αυτά τα στοιχεία τη βάση μιας κοινής κατανόησης. Αυτό που είναι αξιοσημείωτο, ωστόσο, είναι το γεγονός ότι η συνεργασία αυτή έχει διευκολύνει την εξάπλωση και τη νομιμοποίηση της ψευδοτουρκολογίας σε χώρες όπου οι θεωρίες της δεν αποτελούσαν συστατικό μέρος της εθνικής τους ταυτότητας.

Ουγγρικός τουρανισμός

Πράγματι, η ψευδοτουρκολογία έχει υιοθετηθεί ακόμη και σε ορισμένες χώρες που δεν είναι καθόλου τουρκογενείς. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Ουγγαρίας, της τελευταίας χώρας που έγινε δεκτή ως παρατηρητής στο Τουρκικό Συμβούλιο. Στην ακαδημαϊκή κοινότητα δεν είναι σήμερα αποδεκτή η άποψη ότι η ουγγρική γλώσσα είναι τουρκογενής. Αν και η θεωρία αυτή προτάθηκε τον 19ο αιώνα, η σχετική αντιπαράθεση επιλύθηκε σε μεγάλο βαθμό τον 20ό αιώνα, όταν απεδείχθη οριστικά η φιννοουγγρική καταγωγή της ουγγρικής γλώσσας. Τότε, όπως και σήμερα, η απόπειρα σύνδεσης της Ουγγαρίας με τις τουρκογενείς χώρες συνοδευόταν από την αντιδυτική και παντουρκιστική ιδεολογία του «ουγγρικού τουρανισμού».

Ο τουρανισμός, που πήρε το όνομά του από μία παλιά ονομασία της Κεντρικής Ασίας, της καρδιάς, δηλαδή, της ευρασιατικής στέπας, είναι μια πανεθνικιστική ιδεολογία που επιδιώκει τη στενή συνεργασία μεταξύ των «αλταϊκών» λαών. Η «αλταϊκή» γλωσσική ομάδα ήταν ουσιαστικά μια ομάδα-«χωματερή» του 19ου αιώνα για τις γλώσσες που οι Ευρωπαίοι γλωσσολόγοι δεν ήξεραν πώς να ταξινομήσουν: η ομάδα συμπεριελάμβανε τότε τα ουγγρικά και τα τουρκικά, αλλά και τα μογγολικά, τα ιαπωνικά και τα κορεάτικα. Κι όμως, πολλοί Ούγγροι διανοούμενοι πίστευαν ότι η σύνδεση αυτή ήταν πραγματική και διαμόρφωσαν, έτσι, την αντιδυτική και έντονα εθνικιστική πολιτική ιδεολογία του ουγγρικού τουρανισμού.

Όπως συμβαίνει και με την ψευδοτουρκολογία, ο ουγγρικός τουρανισμός υποστηρίζει διάφορες θεωρίες, σύμφωνα με τις οποίες οι Ούγγροι έχουν σκυθική καταγωγή και εμπλέκονται σε κάθε είδους σημαντικά ιστορικά γεγονότα, που εκτείνονται χιλιετίες πίσω. Την τελευταία δεκαετία, το ακροδεξιό και επίσημα τουρανιστικό κόμμα Jobbik έχει γνωρίσει μεγάλη άνθηση στην Ουγγαρία, κερδίζοντας περίπου το 20% των ψήφων στις τρεις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις. Μια από τις βασικές προεκλογικές του δεσμεύσεις, το 2010, ήταν η ίδρυση ενός νέου ερευνητικού ινστιτούτου που θα αποδείκνυε «την αλήθεια σχετικά με τις αρχαίες ρίζες του έθνους» – μια προσπάθεια να αναχθεί ο τουρανισμός σε επίσημη ιδεολογία του κράτους.

Για να μη μείνουν πίσω, ο πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν και η εθνικιστική κυβέρνησή του έκαναν κι αυτοί τη δική τους στροφή στον τουρανισμό. Σε μια επίσκεψή του στο Καζακστάν, το 2013, ο ηγεμονικός Ούγγρος ηγέτης δήλωσε: «Είμαστε ίσοι από πολιτική άποψη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά γενεαλογικά είμαστε διαφορετικοί. Όταν πηγαίνουμε στις Βρυξέλλες, δεν έχουμε συγγενείς εκεί. Αλλά όταν ερχόμαστε στο Καζακστάν, έχουμε στενούς ανθρώπους εδώ». Την ίδια χρονιά που η Ουγγαρία έγινε παρατηρητής στο Τουρκικό Συμβούλιο, ο πρόεδρος του ουγγρικού κοινοβουλίου, Λάζλο Κόβερ, απηύθυνε τον εναρκτήριο χαιρετισμό στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση των Τουρκόφωνων Χωρών, δηλώνοντας με υπερηφάνεια: «Οι Τούρκοι αδελφοί μας μάς αποδέχθηκαν ως δικούς τους».

Σε μια συνάντηση του ουγγρικού Ιδρύματος Τουράν, ο Όρμπαν υποστήριξε δημοσίως την άποψη ότι οι Ούγγροι είναι «Κιπτσάκοι Τούρκοι» και απόγονοι του Ούννου Αττίλα (οι Ούννοι του Αττίλα δεν έχουν σχέση με τους σύγχρονους Ούγγρους).

Κάθε δύο χρόνια πραγματοποιείται στην Ουγγαρία μία μεγάλη εκδήλωση που ονομάζεται «Μεγάλο Κουρούλτατζ», όπου εκπρόσωποι από 27 «τουρκικά έθνη» συγκεντρώνονται για ένα πολιτιστικό πρόγραμμα με διάφορα παιχνίδια και εκθέσεις. Αν και πρόκειται για ιδιωτική εκδήλωση, έχει την έγκριση του πρώην προέδρου του ουγγρικού κοινοβουλίου, Σάντορ Λέζσακ, και διοργανώνεται από το Ουγγρικό Ίδρυμα Τουράν, το οποίο υποστηρίζεται από την κυβέρνηση της Τουρκίας μέσω της Υπηρεσίας Τουρκικής Συνεργασίας και Συντονισμού της τουρκικής κυβέρνησης.

Όλα αυτά αποτελούν μέρος της πολιτικής του «ανατολικού ανοίγματος» του Όρμπαν. Καθώς οι σχέσεις της κυβέρνησής του με τη Δύση είναι τεταμένες, ο Όρμπαν έψαξε για νέους συμμάχους στην Ανατολή. Στις ψευδοτουρκολογικές θεωρίες του ουγγρικού τουρανισμού βρήκε μια έτοιμη κατασκευασμένη πολιτιστική συγγένεια με τον τουρκογενή κόσμο, η οποία ταιριάζει και με τους εθνικιστικούς και αντιδυτικούς πολιτικούς στόχους του.

ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΚΑΖΑΚΟΙ

Ακόμη και στις τουρκογενείς χώρες στις οποίες η ψευδοτουρκολογία δεν έχει φτάσει στην περιωπή της κρατικής ιδεολογίας, έχει βρει, εντούτοις, έναν διαφορετικό ρόλο στον χώρο της εκλαϊκευμένης Ιστορίας. Ο τίτλος ενός άρθρου του Nur.kz, του μεγαλύτερου πρακτορείου ειδήσεων του Καζακστάν, διερωτάται: «Ήταν ο Ιησούς Χριστός Καζάκος;». Το άρθρο ξεκινά με τη φράση: «Ούτε ένας μελετητής δεν έχει αντικρούσει την άποψή του». Ένας άλλος τίτλος, στη ρωσική ταμπλόιντ εφημερίδα Express Gazetta αναφέρει: «Το θεώρημα του Ζακιριάνοφ: Είμαστε όλοι Καζάκοι».

Ο Καϊράτ Ζακιριάνοφ είναι ένας Καζάκος μαθηματικός που υποστηρίζει έναν άλλο κλάδο της ψευδοτουρκολογίας. Από την τρίτη σελίδα του βιβλίου του, «Το τουρκικό έπος του Τζένγκις Χαν και ο παράγοντας KZ», ο Ζακιριάνοφ υποστηρίζει τη θεωρία της ηλιακής γλώσσας και γράφει στη βιογραφία του ότι κατάγεται από το ανατολικό Καζακστάν, «που λέγεται ότι είναι η προγονική πατρίδα των Σουμέριων». Στην ιστοσελίδα του ισχυρίζεται επίσης ότι είναι κάτοχος του τίτλου «Ιππότης του Τάγματος του Τζένγκις Χαν», το οποίο «ιδρύθηκε από τους απογόνους ευγενών οικογενειών της Μεγάλης Ρώμης και του Μεγάλου Βυζαντίου», υπονοώντας ότι η Ρώμη και το Βυζάντιο είναι ιστορικά τουρκικά κράτη. Αν είχε κανείς αμφιβολίες για το αν υφίσταται ακόμη η ψευδοτουρκολογία, στις διάφορες ενσαρκώσεις της, η περίπτωση Ζακιριάνοφ θα τις διέλυε.

Η ΡΩΣΙΚΗ «ΝΕΑ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ»

Στην πραγματικότητα, η ψευδοτουρκολογία έχει ριζώσει ακόμη και στη Ρωσία. Σε μια χώρα όπου η «εναλλακτική ιστορία» είναι ένας κλάδος του επιστητού από μόνη της, που ενισχύεται από την ευρέως διαδεδομένη δυσπιστία προς τις αρχές και τις επίσημες κρατικές αφηγήσεις, έχει γίνει ιδιαίτερα δημοφιλές ένα συγκεκριμένο είδος ψευδοϊστορίας, με τον τίτλο «Νέα Χρονολογία». Αν και διαμορφώθηκε χωριστά από την ψευδοτουρκολογία, αποτελεί ουσιαστικά έναν ρωσικό καθρέφτη της: Η θεωρία καταπιάνεται με τα ταυτοτικά ζητήματα που απασχολούν την ίδια τη Ρωσία (τα οποία προκύπτουν από τη σχέση της με τη στέπα και τους τουρκικούς λαούς) και τα επιλύει με μια δαιδαλώδη, αντιδυτική, τουρκοσλαβική σύνθεση.

Ο Ανατόλι Φομένκο, διάσημος μαθηματικός και μέλος της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, ισχυρίζεται σε μια σειρά συνωμοσιολογικών βιβλίων του ότι η ρωσική ιστοριογραφία έχει παραχαραχθεί, προϊόν μιας δυτικής συνωμοσίας για να αποκρυβεί η ύπαρξη μιας μεγάλης τουρκοσλαβικής αυτοκρατορίας: της «Μεγάλης Ταρταρίας». Σε αυτόν τον «εναλλακτικό κόσμο», ο Χριστόφορος Κολόμβος, ο Ιησούς Χριστός, ο Μωυσής και πολλοί άλλοι ήταν όλοι Ρώσοι, ενώ χιλιετίες ιστορίας έχουν παραποιηθεί από τους Νορμανδούς και τους Πολωνούς ιησουίτες ιερείς[3]. […]

Οι θεωρίες του Φομένκο είναι πλέον τόσο εδραιωμένες που, το 2019, με την οικονομική υποστήριξη του δισεκατομμυριούχου Βαντίμ Γιακούνιν, άνοιξε ένα ολόκληρο μουσείο αφιερωμένο σε αυτές, στη μεσαιωνική ρωσική πόλη Γιαρισλάβλ. Η τοπική κυβέρνηση δεν είχε αντίρρηση και τα τοπικά ειδησεογραφικά κανάλια εξήραν το εγχείρημα του Φομένκο, παραλείποντας να αναφέρουν την κριτική που δέχονται οι θεωρίες του.

Σύμφωνα με τους ιστορικούς Στήβεν Μπράουν και Κονσταντίν Σέικο, τα έργα του Φομένκο δεν περιορίζονται στο «ψευδοακαδημαϊκό περιθώριο της παλαβομάρας», αλλά απολαμβάνουν πλέον «κεντρική θέση στις κύριες πολιτικές συζητήσεις της Ρωσίας». Για παράδειγμα, ο Σεργκέι Γκλάζιεφ, πρώην κορυφαίος σύμβουλος του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν και επίτροπος της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης, υποστήριξε τις θεωρίες του Φομένκο το 2020. Όπως δήλωσε ο Γκλάζιεφ, σε αντίθεση με τους δυτικούς ιστορικούς μύθους που «υποβαθμίζουν τον ρόλο του ρωσικού λαού στην ιστορία της ανθρωπότητας», ο Φομένκο «τοποθετεί τον ρωσικό κόσμο στη θέση που του αρμόζει, στο κέντρο του παγκόσμιου πολιτισμού». […]

Πριν από έναν αιώνα, ο Ατατούρκ είδε στην ψευδοτουρκολογία έναν τρόπο να αποκαταστήσει την αυτοπεποίθηση της Τουρκίας και να ανατρέψει τις δυτικές αντιλήψεις περί τουρκικής κατωτερότητας. Δύσκολα θα μπορούσε να προβλέψει ότι, δεκαετίες αργότερα, οι άνθρωποι στην Τουρκία και πέραν αυτής θα οδηγούσαν τη ψευδοτουρκολογία σε ακόμη πιο ακραίες θέσεις. Ούτε θα μπορούσε να προβλέψει ότι, σχεδόν έναν αιώνα αργότερα, οι Ρώσοι εθνικιστές θα έβρισκαν την ίδια χρησιμότητα σε αυτόν τον τρόπο σκέψης.

Η ψευδοτουρκολογία ζει και βασιλεύει όχι μόνο επειδή οι άνθρωποι έλκονται από τέτοιες υπερβολικές εθνικιστικές μυθοπλασίες, αλλά επειδή οι θεωρίες αυτές έχουν ιδιαίτερη υποστήριξη σε θεσμικό επίπεδο, τόσο ιδιωτικό όσο και δημόσιο. Στο νεοεθνικιστικό πολιτικό κλίμα της Άγκυρας, του Μπακού, της Βουδαπέστης, και όχι μόνο, η ψευδοτουρκολογία και οι παραλλαγές της είναι και πάλι στη μόδα.

Όπως έχουν αποδείξει ο Ζακιριάνοφ, ο Φομένκο και πολλοί άλλοι ψευδοτουρκολόγοι, δεν υπάρχουν όρια στη φαντασιοπληξία που μπορεί να φτάσει η ψευδοτουρκολογία. Όσο οι άνθρωποι συνεχίζουν να πιστεύουν στις ψευδοτουρκολογικές θεωρίες, τόσο αυτές θα επιβιώνουν και θα ευδοκιμούν. Λίγοι φαίνονται πρόθυμοι ή ικανοί να βάλουν ένα τέλος στην αναζωπύρωσή τους.

Πηγή: ardin-rixi.gr (Άρδην τ. 125), history-point.gr

Μοιραστείτε το:
Tagged