Vukentra: Καλοκαιρινές προτάσεις για την Πόλη – «Ύβρις-Άτις-Νέμεσις-Τείσις & Κάθαρσις»

Περιστέρι
Μοιραστείτε το:

«Θέσεις και Αντιθέσεις» ή αν θέλετε «Χαλάρωση αλλά και Εγρήγορση»…

 Έγραψε για την αιωνιότητα ο Ηράκλειτος: «Ὓβριν χρή σβεννύναι μᾶλλον, ἤ πυρκαϊήν». Δεν είναι γνωστό σε κανένα πλέον, αν όσα αυτές οι λέξεις περικλείουν εννοιολογικά και επεξηγούν νοηματικά, αποτελούν κτήμα  γνώσης και παιδείας των σύγχρονων Ελλήνων και δει αυτών που αποκαλούνται εξουσιαστές, δηλαδή αυτών που κυβερνοιύν σε όλα τα επίπεδα από τα τοπικά δημοτικά διαμερισματικά συμβούλια, έως την Κυβέρνηση της Χώρας…

Βέβαια το Vukentra, στο παρόν καλοκαιρινό σημείωμα, κι ενώ βρίσκεται λίγες ημέρες πριν ασχοληθεί με τα καλάμια του ψαρέματος για την ετήσια σπονδή της απογαλάκτωσης από τον «νοσηρό» αέρα της πόλης, παραθέτει το παρόν σημείωμα για τους «αιρετούς της καρδιάς του», αυτούς που κυβερνούν τον μεγαλύτερο δήμο της Δυτικής Αθήνας και έναν από τους μεγαλύτερους δήμους της Ελλάδας, δήμο στον οποίο εν έτι 2020 διάγει 59 ολόκληρα  χρόνια.

Τώρα, βέβαια, υπάρχει ένα μικρό θεματάκι…  Κι αυτό έγκειται στο αν μπορούν οι δέκτες του μηνύματος να κατανοήσουν  το  μύθιο του τίτλου: «Ύβρις-Άτις-Νέμεσις-Τείσις & Κάθαρσις».

Ας είναι… Η στήλη φρόντισε και γι’ αυτό, αφού παραθέτει ποιο κάτω, όλα όσα οι «δάσκαλοι» της γνώσης εξηγούν και επεξηγούν για τις νέες και όχι μόνο γεννιές.

Τέλος για να μην γίνουν βαρετοί, τόσο το Vukentra, όσο και η στήλη,  διατυπώνουν τις προτάσεις τους για τα καλοκαιρινά αναγνώσματα των επισκεπτών τους  που αντιστοιχούν την πραγματικότητα του Δήμου, στο πολύπτυχο «Ύβρις-Άτις-Νέμεσις-Τείσις & Κάθαρσις», σε τρεις μεγάλες συνέχειες.

Για να γίνει δε κατανοητό το «στόρυ» αυτών των διηγήσεων που θα ακολουθήσουν, δίνουμε σήμερα μερικά αχνά για τους μη γνώστες στοιχεία που αποτελούν πατήματα, πάνω στα οποία στηρίζονται  σημαντικές ενότητες που ξεκινούν από το μακρινό παρελθόν, – από το 2004 ή και νωρίτερα-, και φθάνουν μέχρι σήμερα…

Ενδεικτικά λοιπόν οι «αγωνιούντες φίλοι» της στήλης μπορούν να ανατρέξουν, -έτσι για μία κλέφτικη ματιά-, στα εξής:

  • Έκθεση Ορκωτού Λογιστή Α.Γρ.Σ., Οκτώβριος 2014, σελίδες 4/14 έως 6/14
  • Έκθεση Ορκωτών Λογιστών Α.Γρ.Σ. & Ο.Γ.Μ., Μάιος 2014, σελίδες 10/32 έως 14/32
  • Απόφαση για την εκδίκαση της αγωγής κατά Γ. Μ. & ΣΙΑ ΟΕ /  9ος .2016
  • Έγκριση δαπάνης για την παροχή νομικών υπηρεσιών Ν.Α. / 9ος .2019
  • Παροχή νομικών υπηρεσιών Ν.Α. / 9ος .2019

Παρακαλούνται οι ενδιαφερόμενοι ή μάλλον οι κάτοχοι των «μυστικών» να μην ανακράξουν «περσινά ξυνά σταφύλι»,  αφού οι ίδιοι ξέρουν ότι το «στόρυ» ξεκινά από παλιά, την απαρχή της σύγχρονης ιστορίας και συνεχίζεται… επαναλαμβανόμενο μέχρι σήμερα στο ίδιο και απαράλαχτο μοτίβο.  

Έτσι κι αλλιώς δεν μπορεί να ριχθεί στους καλάθους της λήθης, όπως είναι το σχέδιο… και ο προγραμματισμός… Χώρια που είναι κι αυτός ο γκιώνης που σε κάθε πανσέλινο βγαίνει από την σκοτεινή φωλιά του και κράζει…

Δεν θα συνεχίσουμε, εξάλλου δεν είναι και αυτός ο στόχος του παρόντος σημειώματος… Θα ακολουθήσει το αναλυτικό αφήγημα, σε τρείς συναρπαστικές συνέχειες… κι αυτό είναι υπόσχεση… χώρια που τα «δικαιώματα» της ιστορίας αλλά και της γραφής έχουν ήδη εκχωρηθεί κατά νόμο…

Όπως γνωρίζουν οι «Κάλχες» των εξελίξεων…. οι «Λεστριγόνες» βρίσκονται πλέον σε αναμονή… έχοντες επιλέξει στο βιβλικό «Ιησούς ή Βαραβάς»… τον πρώτο… με ότι κι αν αυτό σημαίνει…  Ακόμη και στην Ουραγουάη θα φθάσει το μήνυμα… αναφέρει ο ποιητής…

Ποιο μήνυμα…; αυτοί που πρέπει να ξέρουν… ξέρουν… αν και το «Καπνεργοστάσιο» είναι μία πήδα απόσταση…

Το καλό ή κακό είναι ότι θα ανατρέξουν όλοι οι συμμετέχοντες στα κογκρέσα εξουσίας ή κατά τα γρίκλις της ελληνοαμερικάνικης φυλής, όλοι οι «κόγκρεσμαν», ανεξαρτήτος της κατεύθυνσής τους,  αριστερής,δεξιάς, κεντρώας, ψηλοκεντρώας, άχρωμης, έγχρωμης, αδελφής νοσοκόμας, ….κλπ… κλπ…

Διαβάστε στην συνέχεια τα όσα αναφέρονται στην Ελληνική Γραμματεία για το πολύπτυχο: «Ύβρις-Άτις-Νέμεσις-Τείσις & Κάθαρσις»

————————–

Υβρις και Νέμεσις (πηγή: terrapapers.com)

Η ύβρις ήταν βασική αντίληψη της κοσμοθεωρίας των αρχαίων Ελλήνων. Όταν κάποιος, υπερεκτιμώντας τις ικανότητες και τη δύναμή του (σωματική, αλλά κυρίως πολιτική, στρατιωτική και οικονομική), συμπεριφερόταν με βίαιο, αλαζονικό και προσβλητικό τρόπο απέναντι στους άλλους, στους νόμους της πολιτείας και κυρίως απέναντι στον άγραφο θεϊκό νόμο -που επέβαλλαν όρια στην ανθρώπινη δράση-, θεωρούνταν ότι διέπραττε «ὓβριν», δηλ. παρουσίαζε συμπεριφορά με την οποία επιχειρούσε να υπερβεί τη θνητή φύση του και να εξομοιωθεί με τους θεούς, με συνέπεια την προσβολή και τον εξοργισμό τους.

Η βίαια, αυθάδης και αλαζονική αυτή στάση/συμπεριφορά, που αποτελούσε για τον αρχαίο ελληνικό κόσμο παραβίαση της ηθικής τάξης και απόπειρα ανατροπής της κοινωνικής ισορροπίας και γενικότερα της τάξης του κόσμου, πιστευόταν ότι (επαναλαμβανόμενη, και μάλιστα μετά από προειδοποιήσεις των ίδιων των θεών) οδηγούσε τελικά στην πτώση και καταστροφή του «ὑβριστοῦ» (ὓβρις > ὑβρίζω > ὑβριστής).

Αποδίδοντας την αντίληψη σχετικά με την ύβρη και τις συνέπειές της, όπως τουλάχιστον παρουσιάζεται στην αρχαιότερή της μορφή, με το σχήμα ὓβρις→ἂτη→νέμεσις→τίσις μπορούμε να πούμε ότι οι αρχαίοι πίστευαν πως μια «ὓβρις»συνήθως προκαλούσε την επέμβαση των θεών, και κυρίως του Δία, που έστελνε στον υβριστή την «ἂτην», δηλαδή το θόλωμα, την τύφλωση του νου. Αυτή με τη σειρά της οδηγούσε τον υβριστή σε νέες ύβρεις, ώσπου να διαπράξει μια πολύ μεγάλη α-νοησία, να υποπέσει σε ένα πολύ σοβαρό σφάλμα, το οποίο προκαλούσε την «νέμεσιν», την οργή και εκδίκηση δηλαδή των θεών, που επέφερε την «τίσιν» δηλ. την τιμωρία και τη συντριβή/καταστροφή του.

Από την κλασική εποχή και μετά, σε πολλές περιπτώσεις οι έννοιες Άτη, Δίκη και Νέμεσις φαίνεται να αποκτούν στη συνείδηση των ανθρώπων ισοδύναμη σημασία, αυτήν της θείας τιμωρίας.

Η λέξη ύβρις πέρα από τη λόγια νεοελληνική χρήση της με τις σημασίες «βρισιά» (κυρίως στον πληθυντικό αριθμό «ύβρεις») και συνακόλουθα «κάτι που θίγει την τιμή και την αξιοπρέπεια κάποιου» -οι οποίες είναι φυσιολογικές εξελίξεις της αρχαίας σημασίας-, αρκετές φορές χρησιμοποιείται και στην εποχή μας, σε πιο προσεγμένο επίπεδο λόγου, με την αρχαιοελληνική σημασία της για να χαρακτηρίσει ανάλογες αλαζονικές συμπεριφορές των ανθρώπων.

ἄνασσα, τοῖς ἄλλοισιν Ἀργείων πέλας ἵστω, καθ᾽ ἡμᾶς δ᾽ οὔποτ᾽ ἐκρήξει μάχη. Σοφοκλής, Αίας, 774-775

οὒ τοῦ κρατοῦντος ἡ πόλις νομίζεται; Σοφοκλής, Αντιγόνη, 738

εἰ δέ κε μὴ δώωσιν ἐγὼ δέ κεν αὐτὸς ἕλωμαι ἢ τεὸν ἢ Αἴαντος ἰὼν γέρας, ἢ Ὀδυσῆος ἄξω ἑλών·· ὃ δέ κεν κεχολώσεται ὅν κεν ἵκωμαι.Ομήρου Ιλιάς, Oxford University Press, Α 137-139

Ηρόδοτος, Ιστοριών α΄(Κλειώ), 30, 34.1

ὅστις ἀνθρώπου φύσιν βλαστὼν ἔπειτα μὴ κατ᾽ ἄνθρωπον φρονῇ. Σοφοκλής, Αίας, 760-761

ἐπεὶ πρό οἱ εἴπομεν ἡμεῖς, Ἑρμείαν πέμψαντες. Ομήρου Οδύσσεια, Oxford University Press, α 37-38

ἐκ γὰρ Ὀρέσταο τίσις ἔσσεται Ἀτρεΐδαο, ὁππότ᾽ ἂν ἡβήσῃ τε καὶ ἧς ἱμείρεται αἴης. ὣς ἔφαθ᾽ Ἑρμείας, ἀλλ᾽ οὐ φρένας Αἰγίσθοιο πεῖθ᾽ ἀγαθὰ φρονέων· νῦν δ᾽ ἁθρόα πάντ᾽ ἀπέτισεν. Ομήρου Οδύσσεια, Oxford University Press, α 40-43

ὓβρις γὰρ ἐξανθοῦσ’ ἐκάρπωσε στάχυν ἂτης, Αισχύλος, Πέρσαι, 821-822

Αισχύλος, Επτά επί Θήβας, έκδ. Herbert Weir Smyth, 423-446

πρέσβα Διὸς θυγάτηρ Ἄτη, ἣ πάντας ἀᾶται, οὐλομένη· τῇ μέν θ᾽ ἁπαλοὶ πόδες· οὐ γὰρ ἐπ᾽ οὔδει πίλναται, ἀλλ᾽ ἄρα ἥ γε κατ᾽ ἀνδρῶν κράατα βαίνει βλάπτουσ᾽ ἀνθρώπους. Ομήρου Ιλιάς, Oxford University Press, Τ 91-94

τοιοῖσδέ τοι λόγοισιν ἀστεργῆ θεᾶς ἐκτήσατ᾽ ὀργήν, οὐ κατ᾽ ἄνθρωπον φρονῶν. Σοφοκλής, Αίας, 776-777

Ζεῦ πάτερ, ἦ ῥα ἔτ᾽ ἔστε θεοὶ κατὰ μακρὸν Ὄλυμπον, εἰ ἐτεὸν μνηστῆρες ἀτάσθαλον ὕβριν ἔτισαν. Ομήρου Οδύσσεια, Oxford University Press, ω 351-352

Νέμεσις

Ελάχιστα γνωρίζουμε για τη Νέμεσι, αυτή την αρχαιότατη θεότητα, που προσδιορίζεται άλλοτε ως Ιχναίη, άλλοτε ως Αδράστεια ή Ραμνουσία. Η ετυμολογία, η ρίζα του ονόματος «νέμω», δήλωνε αρχικά τη δίκαιη διανομή, τη μοιρασιά που γίνεται βάσει νόμιμης εξουσίας. Με τον καιρό απέκτησε τη σημασία της ανάληψης δικαστικής δράσης εκ μέρους της εξουσίας, ώστε να απονεμηθεί δικαιοσύνη. Ως λέξη η «Νέμεσις» έχει αντικειμενική αξία και όχι υποκειμενική. Αναφέρεται στο φορέα της εξουσίας που την ασκεί.

Μεταφορικά λέγοντας «Νέμεσι» εννοούμε τη θεία δίκη.

Ήταν η Νύχτα σύμφωνα με τη Θεογονία του Ησίοδου και τον Παυσανία, που δίχως σύντροφο αρσενικό γέννησε την Νέμεσι, για να κρατά σε ισορροπία τις ανθρώπινες υποθέσεις. Στα Διονυσιακά του Νόννου έχουμε μια διαφορετική άποψη, που θέλει την Νέμεσι κόρη του Ωκεανού, ενώ ο Υγίνος την περιγράφει ως δημιούργημα του Ερέβους και της Νύχτας.

Ονομαζόταν, επίσης, Ραμνουσία, εξαιτίας ενός αγάλματος και ενός ναού της στον Ραμνούντα, χωριό της βόρειας Αττικής. Το επίθετο Αδράστεια που της αποδόθηκε, «εκείνη από την οποία κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει», ανήκε μάλλον αρχικά στη φρυγική θεότητα Κυβέλη και της αποδόθηκε μεταγενέστερα. Η Νέμεσις ως θεότητα προσωποποιούσε μαζί με άλλες (Θέμιδα, Ειμαρμένη κ.ο.κ.) την έννοια της δικαιοσύνης και αποκαθιστούσε την τάξη (της φύσης, της ανθρώπινης κοινωνίας, του κόσμου), όταν αυτή διασαλευόταν. Τότε τιμωρούσε την υπεροψία και την αλαζονεία των ανθρώπων (την ύβριν). Αν κάποιος αδικεί τους άλλους συνεχώς, και κάποια στιγμή η ίδια η ζωή του θέσει οδυνηρό φρένο στη στρεβλή πορεία του, τότε μιλάμε για «θεία δίκη».

Το μυθολογικό πλαίσιο στο οποίο κινείται η Νέμεσις

Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι υπήρχε ναός αφιερωμένος στη θεά στη Σμύρνη. Ορισμένοι συγγραφείς, μεταξύ των οποίων και ο Απολλόδωρος, γράφουν πως η Νέμεσις όταν ενώθηκε με τον Δία, γέννησε την Ελένη. Παρόλο που η Νέμεσις υπέστη μεγάλη καταδίωξη για να αποφύγει τον πόθο του Δία, ενώθηκε μαζί του με τη μορφή χήνας, όταν ο Δίας είχε τη μορφή κύκνου. Κατά την καταδίωξή της πέρασε η Νέμεσις χώρες και ηπείρους, θάλασσες όπου μεταμορφώνονταν σε ψάρι, και γενικά άλλαζε εκείνη συνέχεια μορφή. Η Νέμεσις γέννησε ένα αυγό το οποίο βρήκε στο δάσος ένας βοσκός και το έδωσε στη Λήδα.

Η Λήδα το έκλεισε σε ένα ερμάρι και όταν γεννήθηκε η Ελένη, την ανέθρεψε σαν κόρη της. Υπάρχουν άλλες δύο εκδοχές για το αυγό αυτό:

*ότι ο Ερμής το έριξε στον κόρφο της Λήδας

* ότι έπεσε από τον ουρανό.

Υπάρχει και μια άλλη άποψη της μυθολογικής διαδρομής της Νέμεσης. Λεγόταν πως από την ένωση του Ταρτάρου και της Νέμεσης γεννήθηκαν οι Τελχίνες. Τα ονόματά τους ήταν Χρυσός, Άργυρος και Χαλκός, από τα μέταλλα που είχαν ανακαλύψει ή κατά τον Βακχυλίδη Ακταίος, Μεγαλήσιος, Ορμενός και Λύκος. Οι Τελχίνες ήταν μάγοι και προκαλούσαν βροχή, χαλάζι, χιόνι και κεραυνούς. Ήταν πνεύματα της φωτιάς-ηφαιστειακά, από ρίζες έφτιαχναν φίλτρα θαυματουργά και κατείχαν τρομερές δεξιότητες. Περιγράφονται ενίοτε δίχως χέρια ή πόδια. Ήταν όντα αμφίβια και είχαν κάτι από άνθρωπο και κάτι από ψάρι, σαν τον Όανες της σουμερο-βαβυλωνιακής μυθολογίας. Τους περιέγραφαν με μεμβράνη στα δάχτυλα και φημισμένες οικογένειες ισχυρίζονταν ότι κατάγονταν από τη γενιά τους.

Αξιοσημείωτο είναι ότι σύμφωνα με κάποιες μυθολογικές εκδοχές, η Νέμεσις, και όχι η Λήδα, ήταν η βιολογική μητέρα της Ωραίας Ελένης. Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να αναλυθεί ο Τρωϊκός πόλεμος υπό αυτό το πρίσμα, αν και δεν είναι της παρούσης. Ωστόσο, αξίζει να ειπωθεί εδώ ότι το τετράπτυχο της Αρχαίας Ελληνικής Κοσμοθέασης – ´Υβρις, Άτις, Νέμεσις, Τίσις-διαχωρίζει την έννοια της Θείας Δίκης (Νέμεσις) από αυτήν της Τιμωρίας (Τίσις).

Αυτός μπορεί να είναι για πολλούς ένας άνευ σημασίας διαχωρισμός εφόσον η Τίσις φαίνεται να είναι το αποτέλεσμα της δράσεως της Νεμέσεως ωστόσο παραμένει μια αισθητή διαφοροποίηση η οποία υποδηλώνει ότι οι έννοιες δεν ήταν ταυτόσημες. Ακόμα και ο κοινούς νους μπορεί να το επιβεβαιώσει: η επέλαση της Νεμέσεως δεν φέρνει πάντα την τιμωρία.

Πέρα από αυτό, η Νέμεσις μπορεί να φέρει και την επιβράβευση, αν αυτό επιτάσσει η Κοσμική Τάξη της οποίας και είναι εκπρόσωπος.

Σε μία κοινωνία Υψηλής Συνειδητότητας, ο πολίτης όχι μόνο δεν θα φοβόταν την Νέμεσις αλλά θα την αποζητούσε κιόλας καθημερινά στις επικλίσεις του. Σύμβολα της θεάς είναι ο πήχυς και το χαλινάρι

Τα σύμβολα αυτά είναι ενδεικτικότατα της λειτουργίας της να προσμετρά τις ανθρώπινες σκέψεις, συναισθήματα, δράσεις και να θέτει ένα όριο στην αχαλίνωτη ασυδοσία του εγωισμού των ανθρώπων. Έτσι η έπαρση των θνητών έναντι των Κοσμικών Νόμων (ύβρις) και η κατάφωρη αδιαφορία για το Κοινό Καλό, σαρώνονται με τη δράση της Νέμεσης και εδώ μοιάζει με Συμπαντική Ζυγαριά που απονέμει αέναα Δικαιοσύνη.

–Ορφικός Ύμνος 61 στην Νέμεσι

Εσένα τη Νέμεση καλώ,

τη βασίλισσα την πανίσχυρη,

μέσω της οποίας αποκαλύπτονται οι πράξεις των θνητών ανθρώπων,

την αιώνια, την αξιοσέβαστη, με την απεριόριστη όραση,

εκείνη που αγαλιάζει με το ορθό και το δίκαιο

[…]σε κάθε θνητό είναι γνωστή η επιρροή σου

και οι άνθρωποι βογγούν πίσω από τα δίκαια δεσμά σου,

γιατί κάθε σκέψη καλά κρυμμένη στο μυαλό,

ξεκάθαρα αποκαλύπτεται στη θέα σου.

[…] Έλα ευλογημένη και ιερή Θεά, εισάκουσε την προσευχή μου,

και βάλε στη φροντίδα σου τη ζωή του πιστού σου,

την αγαθοεργή σου βοήθεια δώσε στην ώρα της ανάγκης,

και άφθονη ισχύ στη δύναμη της λογικής,

τις σκέψεις τις ασεβείς, τις αλαζονικές και τις χαμερπείς διώξε μακριά.

————————

ὓβρις (Πηγή: greek-language.gr)

Η ὓβρις ήταν βασική αντίληψη της κοσμοθεωρίας των Ελλήνων της αρχαιότητας, η οποία όμως ακολουθεί τον Ελληνισμό σε μεγάλο βαθμό μέχρι τις μέρες μας.

κάθαρση η [káθarsi] Ο33 : 1α. ψυχικός και ηθικός εξαγνισμός: H τιμωρία του πατροκτόνου έφερε την ~ στο οικογενειακό δράμα. || κατά τον Aριστοτέλη, τα συναισθήματα οίκτου και φόβου που προκαλούνται στους θεατές της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας από τα παθήματα των ηρώων και από το τραγικό τέλος τους. β. (ψυχαν.) θεραπευτική διαδικασία, κατά την οποία επανέρχονται στη συνείδηση του ατόμου επώδυνες εμπειρίες, που η απώθησή τους προκαλούσε διάφορες ψυχικές διαταραχές. 2. η απομάκρυνση από μια υπηρεσία, μια οργάνωση κτλ. ατόμων που είναι ή που θεωρούνται ανήθικα ή επικίνδυνα: Mετά την πτώση της δικτατορίας έγινε ~ στο στρατό / στον κρατικό μηχανισμό. 3. Yγειονομική ~, η απομόνωση και ο έλεγχος για ορισμένο χρονικό διάστημα ανθρώπων, ζώων ή εμπορευμάτων, που προέρχονται από περιοχές όπου υπάρχει κάποια επιδημία· καραντίνα.

[λόγ.: 1α: αρχ. κάθαρ(σις) -ση· 1β: σημδ. γερμ. Katharsis ή γαλλ. catharsis (στη νέα σημ.) < αρχ. κάθαρσις· 2: σημδ. γαλλ. épuration· 3: σύντμ. της λόγ. λ. λοιμοκάθαρσις (σύγκρ. λοιμοκαθαρτήριο)]

———————

Κάθαρσις (πηγή: terrapapers.com)

Με τον ελληνικό όρο κάθαρση, (καθαρεύουσα: η κάθαρσις, της καθάρσεως), χαρακτηρίζεται η πράξη ή το αποτέλεσμα του ρήματος καθαίρω, που σημαίνει απαλλαγή από κάτι ξένο ή βλαβερό. Συνώνυμες έννοιες είναι ο καθαρμός και ο εξαγνισμός. Ο όρος αυτός απαντάται με διαφορετική σημασία στην ιατρική, την υγιεινή, το θέατρο και συγκεκριμένα στην τραγωδία, και σπουδαιότερα όλων στις διάφορες θρησκείες. Σημειώνεται όμως ότι τόσο στο θέατρο όσο και στις θρησκείες η κάθαρση αποτελεί μια ψυχοθεραπευτική διαδικασία.

Ο αναφερόμενος σε κάθαρση λέγεται γενικά «καθαρτήριος» ο δε τόπος που επιχειρείται συνηθέστερα αυτή, λέγεται «καθαρτήριο» (στην υγιεινή λοιμοκαθαρτήριο) ενώ το μέσον δια του οποίου επιχειρείται αυτή, ονομάζεται «καθαρτήρας» ή «καθαρτικό» (στην ιατρική) και στην αρχαιότητα «κάθαρμα».

Εννοιολογικά ο όρος ΚΑΘΑΡΣΗ προσδιορίζεται ως απολύτρωση της ανθρώπινης ψυχής από εγγενή ή επίκτητα στοιχεία, που εμποδίζουν την ισορροπημένη λειτουργία της. Είναι μια εξαγνιστική στη φύση της διαδικασία, κατά την οποία η ψυχή μπορεί να απαλλαγεί από τα περιττά στοιχεία που απέκτησε επιτελώντας τις λειτουργίες της [1]. Ήταν, επίσης, και είναι απαραίτητη για την εισδοχή τόσο στα αρχαία όσο και στα σύγχρονα μυστήρια, που στόχο είχαν και έχουν την ένωση της ψυχής με τη θεία όψη της ύπαρξης.

Η Έννοια της Κάθαρσης στην Αρχαιοελληνική Γραμματεία

Ο όρος ΚΑΘΑΡΣΗ απαντάται στο σύνολο σχεδόν της αρχαιοελληνικής γραμματείας. Στην Ομηρική κοινωνία η φωτιά και το θειάφι είναι θεραπευτικά φυσικά στοιχεία, που απαλλάσσουν και εξαγνίζουν την ψυχή και τον χώρο από τους ρύπους που φέρνει η τριβή με την καθημερινότητα [2]. Με καθαρτήριες πράξεις όπως είναι ο όρκος, η προσευχή, η σπονδή και η θυσία είναι δυνατόν να εναρμονιστούν οι σχέσεις θεών και ανθρώπων (Ομήρου Ιλιάδα, Ι΄ 495-497). Η ίδια περίπου άποψη απαντάται και στον Ησίοδο, που θεωρεί μεν καθαρτήρια διαδικασία τη θυσία για την ανθρώπινη αδικία, αλλά θεωρεί πως η συμμετοχή σε μια τέτοια μυστηριακή πράξη απαιτεί καθαρμό [3].

Οι Ορφικοί με τη σειρά τους θεωρούν πως η συμμετοχή στις οργιαστικές μυστηριακές τελετές ήταν συμμετοχή σε καθαρτήρια διαδικασία, που έφερνε την ανακούφιση της ύπαρξης από τον τροχό της γένεσης [4]. Για να επιζήσει η ψυχή, σύμφωνα με την ορφική παράδοση, χρειάζεται να διατηρείται αγνή με καθαρτήριες διαδικασίες [5]. Είναι ο μοναδικός τρόπος για να επιτύχει την απόλυτη καθαρότητα που θα την οδηγήσει στην ένωση με το Θείο. Η θεία παρέμβαση στη διαδικασία της κάθαρσης προσωποποιείται στους Ορφικούς με την παρουσία του Δία ως άφθαρτης και Καθάρσιας Θεότητας, που έχει τη δυνατότητα να λυτρώνει με τις παρεμβάσεις του τα ανθρώπινα πλάσματα [6].

Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι και ιδιαίτερα ο Αναξίμανδρος θεωρεί ως καθαρμό την αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ των ουσιών, δηλαδή αναίρεση των ζημιών που έχει προκαλέσει η μία ουσία στην άλλη [7]. Οι Πυθαγόρειοι στη συνέχεια, υιοθετώντας τους Ορφικούς, θεωρούν αναγκαιότητα τη διαδικασία του εξαγνισμού, προκειμένου να οδηγηθεί η ανθρώπινη ύπαρξη στην απόλυτη καθαρότητα. Η κάθαρση στους Πυθαγόρειους προσέλαβε τελετουργικό, μουσικό, ποιητικό, ιατρικό και φιλοσοφικό χαρακτήρα [8] και ήταν η απαραίτητη διαδικασία για την κατάκτηση της αλήθειας [9].

Η κάθαρση για τον Ηράκλειτο είναι μια διαδικασία θεραπείας, που θεραπεύει την ψυχή από τις ασθένειες και τα δεινά και εξασφαλίζεται μέσω της άσκησης, της γνώσης, της αυτογνωσίας και της φρόνησης, ενώ η καθαρότητα της ανθρώπινης ψυχής σχετίζεται με την εγκατάλειψη του σώματος [10] και την επάνοδο στην ενιαία ψυχή του σύμπαντος.

Για τον Παρμενίδη, η καθαρότητα είναι το τέλος μιας εξαγνιστικής πορείας προς την αλήθεια, το απόλυτο ή όντως ον όπως αναφέρεται στη φιλοσοφία και η ψυχή αναγνωρίζεται ως άυλο αντίστοιχο του σώματος, όπως και στον Εμπεδοκλή [11]. Ιδιαίτερα στον Εμπεδοκλή η πορεία της μετενσάρκωσης της ψυχής διέρχεται από τη βάσανο του εξαγνισμού, προκειμένου να απομακρυνθεί από τα πάθη και να εδραιώσει την ύπαρξή της στο βασίλειο των Θεών. Εκτός από την κάθαρση που έρχεται μέσω της μετενσάρκωσης, ο φιλόσοφος προτείνει πρακτικούς τρόπους εξαγνισμού, όπως είναι η αποχή από την κρεοφαγία και τις αιματηρές θυσίες [12].

Ο Αναξαγόρας με τη σειρά του θεωρεί πως η κάθαρση είναι μια αέναη διαδικασία που οδηγεί εξελικτικά από το ένα οντολογικό πεδίο στο άλλο [13], ενώ ο Δημόκριτος την ορίζει ως αποκάθαρση, δηλαδή αποφυγή των ανθρώπινων παθών για την επίτευξη της ανθρώπινης ευδαιμονίας [14]. Ο Σωκράτης, όπως τουλάχιστον τον παρουσιάζει ο Πλάτωνας, αναγνωρίζει ότι οι άνθρωποι οφείλουν να απαλλαγούν από την φαυλότητά τους, για να γίνουν δεκτοί σε έναν τόπο εξαγνισμένο, κεκαθαρμένο από πάθη. Ο φιλόσοφος αναφέρει πως η κάθαρση και οι καθαρμοί μπορούν να επιτευχθούν μέσω της μύησης στα μυστήρια μέσω της μαντικής και μέσω της ιατρικής. Η ιατρική φροντίζει για την καθαρότητα του σώματος, ενώ η μύηση και η μαντική φροντίζουν για την καθαρότητα της ψυχής [15].

Ο Πλάτων στον Φαίδωνα, αναφέρει πως η καθαρότητα αντιπροσωπεύει την αταραξία της ψυχής, ως αποτέλεσμα μιας συνολικής και πλήρους θεραπείας[16]. Μέσω της κάθαρσης η ψυχή εξασφαλίζει την επικοινωνία της και την ομοίωσή της με το Θείο [17]. Η διαδικασία της κάθαρσης στον Πλάτωνα είναι σταδιακή απελευθέρωση της ψυχής από το σώμα και τα δεσμά του, τη μεταβλητότητα και τη φθορά [18]. Η πρώτη κάθαρση για τον φιλόσοφο είναι η διάκριση του καλού από το κακό [19], ενώ η ίδια η φιλοσοφία είναι μια καθαρτική διαδικασία, που ανασύρει την ψυχή από την απάθεια και την οκνηρία και αίρει την άγνοιά της [20]. Όσον αφορά στον αναγκαίο καθαρμό του σώματος, ο Πλάτων στον Τίμαιο θεωρεί ότι επιτυγχάνεται μόνο μέσω της γυμναστικής και όχι των φαρμάκων [21].

Ο Αριστοτέλης αντιμετωπίζει την κάθαρση ως μεταμόρφωση των παθών και αποχή από τις ακρότητες. Όσον αφορά στην τραγωδία «δια του ελέου και του φόβου» οδηγείται ο θεατής στην αποκάθαρση, όπως αναφέρεται στην Ποιητική, αναδεικνύοντας τον παιδευτικό χαρακτήρα του εξαγνισμού που αποκαθιστά και αναζωογονεί το πνεύμα. Είναι απαραίτητο ο θεατής να «καθαίρεται» από το άγχος και τις έντονες ψυχολογικές μεταπτώσεις που τον κατακλύζουν, παρακολουθώντας την εξέλιξη του δράματος [22].

Οι Στωικοί θεωρούν πως τα πάθη εμποδίζουν τον ιδεώδη βίο και την απαραίτητη αταραξία για την εναρμόνιση της ψυχής με τις εσωτερικές δυνάμεις της. Η θεραπεία ως εκρίζωση των παθών είναι το αποτέλεσμα της κάθαρσης, ώστε να διασφαλιστεί η απόλυτη καθαρότητα της ψυχής [23]. Όσον αφορά στους Νεοπλατωνικούς, ιδιαίτερα στον Πλωτίνο, η κάθαρση σε ένα πρώτο επίπεδο επιτυγχάνεται μέσω της λήθης των γήινων εμπειριών και των σωματικών παθών και την ανάδυσή της ψυχής από τα άτοπα είδωλα [24]. Με την κεντρική ουσία της άποψης του Πλωτίνου συμφωνεί ο Πορφύριος, ο οποίος, όμως, διαφοροποιείται ως προς τον τόπο επίτευξης της κάθαρσης. Η κάθαρση των σωματικών παθών για τον Πορφύριο δεν επιτελείται με ιερουργίες και λιτανείες, αλλά με θυσίες, καθαρτικές τελετές, την εμπειρία των οποίων κατέχει τόσο ο φιλόσοφος, όσο και ο ιερέας [25].

Για τον Ιάμβλιχο η κάθαρση ισοδυναμεί με φιλοσοφικό θάνατο, κατά τον οποίο η ψυχή χωρίζεται από το σώμα [26]. Συνεπώς, η κάθαρσή του είναι κυρίαρχα διανοητική, αν και δεν παραλείπει να αναφερθεί και στην θεολογική κάθαρση, μέσω της οποίας επιτυγχάνεται η οντολογική εξύψωση της ψυχής [27]. Ο φιλόσοφος θεωρεί επίσης πως η κάθαρση έρχεται μέσω του παιδευτικού χαρακτήρα της μουσικής, που συμβάλλει στην ψυχική υγεία και γαλήνη [28]. Την ίδια κάθαρση επιφέρει και η θεουργία, η οποία έχει ως στόχο τη διανοητική ζωή [29].

Την παράδοση της κάθαρσης στην ελληνική φιλοσοφία συμπληρώνει ο Πρόκλος, ο οποίος δίνει έναν θεολογικό προσανατολισμό στο γενικότερο έργο του. Η κάθαρση οδηγεί την ψυχή σε μια περιοχή που αποτελεί πηγή και έσχατο τέλος ταυτόχρονα της οντολογικής εξέλιξης. Η κάθαρση έτσι είναι αναπόσπαστο τμήμα της υπερβατικής ενολογίας που προτείνει ο φιλόσοφος και υπερβαίνει την παραδοσιακή μεταφυσική ενολογία [30].

Η Κάθαρση Παράγοντας Εισαγωγής και Επίτευξης στα Μυστήρια

Η άποψη της φιλοσοφίας για την κάθαρση δεν είναι άμοιρη της λατρευτικής πρακτικής των αρχαίων μυστηρίων. Η ένωση με τη Μονάδα είναι και ο τελικός στόχος της μυητικής διαδικασίας ήδη κατά τη μακρινή αρχαιότητα, είτε στην ηπειρωτική και νησιωτική ή τη Μεγάλη Ελλάδα, από τους προϊστορικούς έως τους νεότερους χρόνους. Η συμμετοχή στα μυστήρια ωθεί σταδιακά τον μυημένο σε υψηλότερα επίπεδα της ύπαρξης, έως την τελική απορρόφησή του από την Μονάδα (το να φαγωθεί από τον ‘Αετό’ κι από τις απόρροιες του οποίου υπάρχει, αυτό σημαίνει η επιστροφή στην Πηγή, απ΄ αυτό βγαίνει και η προσφώνηση ‘καλοφάγωτος’)

Όλα τα μυστήρια είναι μυητικές διαδικασίες, είτε αφορούν σε συστήματα εσωτερικής ανάπτυξης, είτε σε τελετουργίες ενηλικίωσης, ενσωμάτωσης ή μετάβασης, και διαθέτουν ένα σύστημα φυσικού εξαγνισμού στηριγμένο στη διατροφή, αλλά και συνειδησιακού καθαρμού και πόλωσης της συνείδησης στις αφηρημένες περιοχές της Ύπαρξης. Ο Νεοπλατωνικός Ιάμβλιχος θεωρούσε πως ο σκοπός των μυστηρίων είναι η κάθαρση και η επακόλουθη άμεση επαφή με τους Θεούς [31].

Αυτή η πόλωση μέσω της συμμετοχής στα μυστήρια, ή μέσω της μύησης, δεν είναι αόριστη και νεφελώδης διαδικασία. Προϋποθέτει καθαρισμό των φορέων της εκδηλωμένης οντότητας μέσα στην ύλη και προετοιμασία της συνείδησης για την εκδήλωση μιας πνευματικής αποκάλυψης, που αναμένεται να οδηγήσει τον μυημένο σε υψηλότερη θεώρηση της ζωής και της ίδιας της εξέλιξης, έως την τελική ένωση. Η νεοπλατωνική άποψη για τη μυητική διαδικασία που οδηγεί στην ένωση, θεμελιώνεται στις αρχαίες ελληνικές μυστηριακές θρησκείες [32] και έχει πολλά παράλληλα στις ανατολικές φιλοσοφίες. [33].

O εξαγνισμός είναι ένας τρόπος με τον οποίο μπορεί να γίνει προφανής η μεταφυσική λειτουργία της ψυχής. Παρά το γεγονός ότι ο εξαγνισμός μπορεί να λειτουργήσει διαχωριστικά ανάμεσα στο εμείς και οι άλλοι, ανάμεσα στο πάνω και το κάτω, ανάμεσα στο καλό και το κακό, ως τελικό στόχο έχει τη σύνδεση της εξυψωμένης συνείδησης με την ενοποιημένη, συλλογική εικόνα του κόσμου. Σε φυσικό επίπεδο προφανέστερη χρήση του εξαγνισμού στην αρχαία Ελλάδα, είναι ο διαχωρισμός του ιερού μυστηριακού χώρου από τον βέβηλο.

«Εμείς οι ίδιοι θέτουμε όρια στα ιερά και τα τεμένη των θεών, ώστε κανείς να μη διασχίσει αυτά τα όρια, αν δεν είναι καθαρός και όταν μπαίνουμε εξαγνιζόμαστε, οτιδήποτε μιαρό να ξεπλύνουμε από πάνω μας» [34].

Υπάρχουν άφθονες φιλολογικές και αρχαιολογικές μαρτυρίες, από την εγχάρακτη κεραμεική και τις ανασκαφές για κρήνες εξαγνιστικές στην είσοδο ιερών και μυστηριακών τόπων για τον εξαγνισμό των εισερχομένων [35]. Τα μυστήρια έχουν ως στόχο να δώσουν στον μυημένο μια άμεση επαφή και βίωση της γνώσης που αποκτούσε ο μυημένος στις φιλοσοφικές ακαδημίες της εποχής του. Η εισαγωγή στα μυστήρια ήταν βαθμιαία και το ενδιαφέρον στην προκειμένη περίπτωση ήταν ότι ο πρώτος βαθμός σχετιζόταν με την κάθαρση. Οι μυημένοι σε αυτόν τον βαθμό, εκκινώντας από τα πρότυπα μυστήρια της Ελευσίνας, ονομάζονταν Καθαροί, δηλαδή εξαγνισμένοι.

Στα Βακχικά Μυστήρια βρισκόταν στο επίκεντρο η λατρεία του Διονύσου, ως εναρκτήριο σημείο όλων των θεωρήσεων για τον κόσμο και την ανθρώπινη φύση. Οι Ορφικοί πίστευαν ότι οι ανθρώπινες ψυχές ήταν περιορισμένες στο σώμα ως να ήταν φυλακισμένες κατάσταση που όριζαν ως γένεση εν αναμονή του ελευθερωτή Διονύσου. Οι οδύνες της ψυχής, οι φάσεις μέσω των οποίων περνούσαν σε ανώτερη μορφή της ύπαρξης, η κάθαρση και η φώτισή τους είναι το επαναλαμβανόμενο θέμα των ορφικών κειμένων [36].

Στα Μυστήρια των Μεγάλων Θεών στην Σαμοθράκη η τελετουργία φέρεται πως γινόταν βράδυ και το ιερό φωτιζόταν με πυρσούς. Πριν την εισαγωγή του στα μυστήρια ο υποψήφιος έπρεπε να πάρει μέρος σε τελετή κάθαρσης, να εξομολογηθεί το βαρύτερο από τα αμαρτήματά του στον ειδικό ιερέα «Κόη, τον φονέα καθαίροντα» [37] που άκουγε τον εξομολογούμενο και είχε το αξίωμα να εξαγνίζει ακόμα και τον φονιά που μετάνιωνε για την πράξη του. Έτσι τού επιτρεπόταν να παρακολουθήσει την μυθολογική αφήγηση του ιερού λόγου και να φορέσει εντέλει την πορφυρή φαρδιά ζώνη στη μέση του, ως μάρτυρας της αποκάλυψης των ιερών συμβόλων.

Στο δελφικό πλαίσιο ο εξαγνισμός ήταν αναγκαίος ακόμα και για την πυθώνισσα ιέρεια. Πριν η Πυθία ερωτηθεί, έπρεπε να προετοιμαστεί τελετουργικά. Τα περισσότερα καθαρτικά τελετουργικά περιελάμβαναν δάφνη, το φυτό του Απόλλωνα που συνδεόταν με την μαντική τέχνη. Πίνοντας εξαγνιστικό νερό από την πηγή και στεφανωμένη με στεφάνι δάφνης, η Πυθία ετοιμαζόταν για το μαντικό έργο της [38]. Άλλωστε ο Θεός που έγινε γνωστός κυρίως για την καθαρτική του δύναμη πάνω στο μίασμα είναι ο Απόλλων. Η δική του κάθαρση κράτησε εννέα χρόνια εξορίας, μετά από τα οποία εξαγνίστηκε απόλυτα. Στο δελφικό μυστηριακό κύκλο διατηρείτο εννεαετής κύκλος μυστηριακού γιορτασμού όχι μόνο της κάθαρσης του ίδιου του Απόλλωνα, αλλά και της εντολής προς όλους τους ιερείς στα πανελλήνια ιερά του Απόλλωνα να λειτουργούν ως επίσημα κέντρα κάθαρσης στη περιοχή τους, προς τιμήν του Καθαρσίου ή Αποτροπαίου Απόλλωνα.

Τα τυπικά της κάθαρσης διέφεραν από λατρεία σε λατρεία και από περιοχή σε περιοχή. Τόσο τα μεγαλύτερα Ελευσίνια Μυστήρια είχαν ως προϋπόθεση την τελετή καθαρισμού όσο και στα μικρότερα Ελευσίνια Μυστήρια, που έπρεπε να παρακολουθήσουν οι αμύητοι πριν από την είσοδο στην Ελευσίνα σχεδόν ένα χρόνο αργότερα. Τα Μεγάλα Μυστήρια επικεντρώνονταν σε μεγάλο βαθμό στην κάθαρση του μυημένου. Σε αυτή τη μορφή εξαγνισμού χρησιμοποιείτο το τελετουργικό του χορού, της μουσικής, της φωτιάς και το λουτρό στη θάλασσα, σε συνδυασμό με την ιεροτελεστία του φαρμακού (το τελετουργικό θυσίας του αποδιοπομπαίου τράγου, αλλά με τη μορφή ενός νεαρού χοίρου), σε ατομικό επίπεδο αλλά και στο επίπεδο της πόλης, στη Δήμητρα που αντιπροσώπευε το θάνατο του δόκιμου και την καθαρή κατάσταση του μυημένου. Η μουσική, ο χορός, το θαλασσινό νερό, οι δάδες και οι θυσίες είναι όλα στοιχεία της κάθαρσης και μέσω αυτών των τελετών εξαγνίζονταν οι μυημένοι για να εισέλθουν στον Κάτω Κόσμο, να σταθούν μπροστά στη Θεά και να ακούσουν αυτό που είναι απαγορευμένο να προφερθεί.

Είναι ενδιαφέρον εδώ ότι τα κατώτερα μυστήρια ιδρύθηκαν ως χάρη της Δήμητρας προς τον ημίθεο Ηρακλή. Για να εισέλθει στον Άδη και να συλλάβει τον Κέρβερο, έπρεπε να μυηθεί στα Ελευσίνια. Ωστόσο, υπήρχε περιορισμός στα Ελευσίνια για αυτούς που είχαν αφαιρέσει ανθρώπινη ζωή και έφεραν το μίασμα του αίματος στα χέρια τους. Έτσι χρειάστηκε ειδική τελετουργία εξαγνισμού για τον Ηρακλή στα κατώτερα μυστήρια, ώστε να περάσει στα ανώτερα και να κερδίσει την είσοδό του στον Κάτω Κόσμο. Η μυθική και συμβολική κάθαρση του Ηρακλή από το αίμα όσων φόνευσε μαρτυρείται και από αρχαιολογικά ευρήματα και υποδηλώνει την κάθαρση ως νόμο καθολικό, από τον οποίο δεν μπορεί να ξεφύγει θνητός, ημίθεος ή Θεός, όπως συνέβη στην περίπτωση του Απόλλωνα.

Βλέπουμε, λοιπόν, με βάση όσα λέχθηκαν ήδη πως τόσο τα μυστήρια όσο και οι μικρότεροι ετήσιοι γιορτασμοί και οι φιλόσοφοι δίδασκαν πως η κάθαρση συνδεόταν με το ταξίδι της ψυχής είτε προς τη Μονάδα ή προς τον Κάτω Κόσμο, όσο και με λειτουργίες του σώματος, του οίκου και της πόλης. Ο Πλάτωνας μίλησε για παρόμοιες ιδέες, όταν παρατήρησε ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων γύρω του ζούσε απλά μια ουδέτερη ΝΕΚΡΗ ζωή. Οι άνθρωποι δεν ήταν ούτε καλοί, ούτε κακοί στον χαρακτήρα, (αφού οι νεκροί ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ). Γι’ αυτές τις επίπεδες νεκρές ψυχές, ο Πλάτωνας ανέφερε τον πλου στην Λίμνη του Αχέροντα στον κάτω κόσμο, όπου θα μπορούσαν να εξαγνιστούν και να επιστρέψουν και να γεννηθούν στο πρόσωπο της γης σαν πλάσματα ζωντανά.

Συνεπώς σε όλον τον αρχαίο κόσμο σχεδόν η κάθαρση ήταν προαπαιτούμενη όχι μόνο να προετοιμάσει την ψυχή για τον κάτω κόσμο, αλλά και σαν προετοιμασία πριν ξαναγεννηθεί. Αυτές οι βασικές έννοιες διαμόρφωσαν τις πεποιθήσεις σχετικά με το μίασμα γύρω από τον θάνατο και την γέννηση. Η καθαρότητα στον θάνατο και την ζωή είναι κεντρικής σημασίας για την πνευματικότητα του αρχαίου κόσμου και συνεπώς η κάθαρση, ως μέσο απόκτησης της πολυπόθητης καθαρότητας, του εξαγνισμού.

Τώρα, πως το να θυσιάζεις ζωντανά, να κάνεις λιτανείες και προσευχές καθαρίζει και απολυτρώνει την ανθρώπινη ψυχή, μόνο τα νεκρά άψυχα ανθρώπινα ζώα μπορούν να το εξηγήσουν, αλλά αυτοί είναι ανίκανοι για οποιαδήποτε εξήγηση άπτεται της ΛΟΓΙΚΗΣ. Ετσι λοιπόν μια άσωτη φυλή δεν σώζεται με τίποτα.

Υπάρχει τεχνική να ΚΑΘΑΡΘΕΙΣ (να αφαιρέσεις) το μίασμα του χριστιανικού βαπτίσματος που σου φόρτωσαν για να αισθάνεσαι ταπεινός και δούλος, αλλά απαιτεί ΔΥΝΑΜΗ ΨΥΧΗΣ δηλ. απαιτεί ΨΥΧΗ.

Κ.Κ. /Ηω Αναγνώστου

Παραπομπές

  • [1]. Καπρούλιας Α. (2008), Η Έννοια της Κάθαρσης στην Οντολογία του Πρόκλου, Αθήνα: Βασ. Ν. Κατσαρός. σ. 41.
  • [2]. Οδύσσεια, Χ΄, 481-482.
  • [3]. Ησίοδου, Έργα και Ημέραι, 333-337.
  • [4]. Burnet J. (1958) Early Greek Philosophy, London: Adam and Charles Black, σ. 97.
  • [5]. Kirk, G.S., Raven, J.V., Schofield, M., (1998), Οι Προσωκρατικοί Φιλόσοφοι, (μτφρ. Δ. Κούρτοβικ), Αθήνα: ΜΙΕΤ, σσ. 37-38.
  • [6]. Ορφικοί Ύμνοι, Διός, 1-9.
  • [7]. Kirk, G.S., Raven, J.V., Schofield, M., (1998), σσ, 123-124.
  • [8]. Guthrie, W.K.C. (1993), Οι Έλληνες φιλόσοφοι, από τον Θαλή ως τον Αριστοτέλη (μτφρ. Α. Σακελλαρίου), Αθήνα: ΜΙΕΤ, σ. 43.
  • [9]. Mourelatos, P.D., (1974) The Pre-socratics, NY: Anchor Books, σ. 137.
  • [10]. Αξελός Κ. (1976), Ο Ηράκλειτος και η φιλοσοφία του (μτφρ. Δ. Δημητριάδης), Αθήνα: Εξάντας, σσ. 244-245.
  • [11]. Doddos, E.R., (1956), The Greeks and the Irrational, Berkeley: University of California Press, σ. 138.
  • [12]. Zelerm E., Nestle, W., (1990), Ιστορία της Ελληνικής Φιλοσοφίας (μτφρ. Χ. Θεοδωρίδης), Αθήνα: Εστία, σ. 74.
  • [13]. Bέικος Θ. (1995), Οι προσωκρατικοί, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, σ. 188.
  • [14]. Diels, Hermannm, Kranz, Walther (1903), Die Fragmente der Vorsokratiker griechisch und deutsch, Berlin: Weidmannsche buchhandlung, σσ. 365-472. Demokritos fragmenta, Β 191, B171, B 173.
  • [15]. Πλάτων, Κρατύλος, 405 a 8-b4.
  • [16]. Hall, R.W., (1963), Plato and the Individual, Hague: Martinus Nijhoff, σσ. 57-58.
  • [17]. Πλάτων, Φαίδων, 83e 2-3.
  • [18]. Taylor, A.E., (2000), Πλάτων, (μτφρ. Ι. Αρζόγλου), Αθήνα: ΜΙΕΤ, σσ. 229-230.
  • [19]. Πλάτων, Σοφιστής, 226d 9-10.
  • [20]. Taylor, A.E., (2000), σσ. 221-222.
  • [21]. Πλάτων, Τίμαιος, 89b 1-3.
  • [22]. Campbell, J.S. (2001), Painless Pleasure: Catharsis in the Poetics. Les etudes Classiques, (69)3, σ. 226.
  • [23]. Βουδούρης, Κ., (1996), Η Στωική ηθική φιλοσοφία ως θεραπεία. Στο Βουδούρης Κ. (επιμ.), Η ηθική φιλοσοφία των Ελλήνων, Αθήνα.
  • [24]. Πλωτίνος, Εννεάδες, III, 6,5, 22-25.
  • [25]. Πορφύριος, Περί αποχής Β΄ 44,4
  • [26]. Ιάμβλιχος, Προτρεπτικός, 65, 13-14.
  • [27]. Ιάμβλιχος, Περί της κοινής μαθηματικής επιστήμης.
  • [28]. Ιάμβλιχος, Περί του Πυθαγορείου Βίου, 70, 12-14.
  • [29]. Smith, A., (1974), Porphyry’s place in the Neoplatonic tradition, The Hague: Martinus Nijhoff, σ. 97.
  • [30]. Lloyd, L.C., Procession and division in Proclus, Soul and the Structure of Being in late Neoplatonism, Liverpool: Liverpool University Press, σσς. 37-38.
  • [31]. Ιάμβλιχος, Περί Μυστηρίων, 6.5–7. [32]. Angus, Samuel (1975), The Mystery religions: A Study in the Religious Background of Early Christianity, Courier Dover Publications, σ. 52, επίσης σσ. 13, 15, 18, 24, 223, 271 κ.ά.
  • [33]. Paulos Mar, Gregorios (2001), Neoplatonism and Indian Philosophy, στο Studies in Neoplatonism: Ancient and Modern, Vol. 9, NY: Sunny Press, σσ. 237, 239, 240.
  • [34]. Ιπποκράτης. Περί ιερής νούσου, 148.55 ff. J., 1.46G.
  • [35]. Parker, Robert, (1996), Miasma: pollution and purification in early Greek religion, Oxford and NY: Oxford University Press, σ. 19.
  • [36]. Taylor, Thomas, (1891), The Eleusinian and Bacchic Mysteries, New York: J. W. Bouton, σ. 23. (online version on sacred texts)
  • [37]. Estienne, Henri, Benoît Hase, Charles, (1841), Thesaurus Graecae Linguae, vol 4, Paris: Didot, σ. 1705.
  • [38].Sourvinou-Inwood, Christiane (1979). The Myth of the First Temples at Delphi. The Classical Quarterly (New Series), 29, σσ. 231-251.

———————

«Ύβρις-Άτις-Νέμεσις-Τείσις» (πηγή: alithia.gr)

Το ανόμημα της ύβρεως διέπραττε και διαπράττει κάποιος, όταν υπερεκτιμά τις ικανότητές του ή και τις δυνάμεις του (σωματικές ή και στρατιωτικές), αλλά κυρίως οικονομικές και πολιτικές, συμπεριφέρεται με βίαιο, αλαζονικό και προσβλητικό τρόπο, μη υπολογίζοντας φυσικούς ούτε και ηθικούς κανόνες και νόμους ή η συμπεριφορά του δεν λαμβάνει υπ’ όψιν τους άγραφους ηθικούς νόμους οι οποίοι επέβαλλαν ή και επιβάλλουν όρια στην ανθρώπινη δράση. Με τη συμπεριφορά αυτή υπερέβαινε ή προσπαθούσε να υπερβεί την ανθρώπινη θνητή φύση του, πράγμα που προσέβαλε τους θεούς αφού προσπαθούσε να εξομοιωθεί με αυτούς, με συνέπεια να προκαλεί τον εξοργισμό τους.

Η ὓβρις προκαλούσε την οργή των θεών∙ περιείχε δε πολλά βαθειά μηνύματα(1) για την διαπαιδαγώγηση των Ελλήνων να μην ξεπερνούν τα όρια των δυνατοτήτων τους, να μην είναι άδικοι και ιδιοτελείς γιατί θα ακολουθήσει η τιμωρία δηλ. η Νέμεσις του Δία, καθ’ ότι και ἡ Νέμεσις ἐκ Διός ἐκπορεύεται. Ζευς δε «Νέμειος» και «Νεμέτωρ». Αυτός έστελνε στον υβριστή την «ἂτην»* δηλ. την βλάβη και τη ζημία ως τιμωρία η οποία προήρχετο εκ της θείας δίκης και οργής που του θόλωνε το μυαλό. Αυτό όμως εξόργιζε τον υβριστή οδηγώντας τον σε νέες παραβιάσεις μέτρου και λογικής, φτάνοντας στη διάπραξη μιας μεγάλης ανοησίας δηλ. ενός σοβαρού σφάλματος, το οποίο θα προκαλούσε την οργή και την εκδίκηση των θεών. Και έτσι θα επέφερε την «τίσιν», δηλ. την τιμωρία που οδηγούσε στην καταστροφή του. Όποιος λοιπόν ξεπερνά τα όρια και γίνεται αλαζόνας δηλ. υβριστής, περνά σε πράξεις ανόσιες, απρόσεκτες αλλά και προσβλητικές, τότε επιλαμβάνεται η θεία δίκη δηλ. η Νέμεσις** η οποία λειτουργεί ως απονομή του οφειλομένου εκ της θείας οργής, ως τιμωρός μεγάλων εγκλημάτων. Ως παραδείγματα της ύβρεως μπορούμε να θεωρήσουμε ιδιαίτερα την εκστρατεία του 480 π.Χ η οποία προετοιμάστηκε με έπαρση από τον Ξέρξη που παρά τον υπερβολικά μεγάλο στρατό και στόλο, έφυγε ηττημένος από τα πεδία της μάχης (βλ. Σαλαμίνα, Μαραθώνα).

Για τη Νέμεση – Δίκη διαβάζουμε σχετικά στα «Αττικά» Α13 του Παυσανία: «Μικρόν δέ ἀπό θαλάσσης ἂνω, Νεμέσεώς ἐστιν ἱερόν, ἤ θεῶν μάλιστα ἀνθρώποις ὑβρισταῖς ἐστιν ἀπαραίτητος. Δοκεῖ δέ καί τοῖς ἀπόβασιν ἐς Μαραθῶνα τῶν βαρβάρων, ἀπαντῆσαι μήνιμα ἐκ θεοῦ ταύτης∙ καταφρονήσαντες γάρ, μηδέν σφίσιν ἐμποδών εἶναι τάς Ἀθήνας ἑλεῖν, λίθον Πάριον ὅν ὡς ἐπ’ ἐξειργασμένοις ἦγον, ἐς τροπαίου ποίησιν. Τοῦτον Φειδίας τόν λίθον εἰργάσατο, ἂγαλμα μέν εἶναι Νεμέσεως»***. Εκτιμώ πως το κείμενο αυτό είναι χαρακτηριστικό της τιμωρίας που περιμένει τους αλαζόνες και όσους λειτουργούν με έπαρση και αδικούν, καθότι οὐδέν ἐκφεύγει τό θεῖον. Όσοι λοιπόν καταλαμβάνονται από υπερβολικό ενθουσιασμό και φτάνουν στην αλαζονική συμπεριφορά, θα έχουν ως αποτέλεσμα την τιμωρία (πρώτα παραδείγματα Ίκαρος, Φαέθων). Αυτοί δεν θα αποφύγουν την τιμωρία ως εκδίκηση δηλ. την τίση****, η οποία ουσιαστικά οδηγεί στην αποκατάσταση της φυσικής τάξης των πραγμάτων μέσω της οργής και της εκδίκησης των θεών (δηλ. της θείας δίκης). Επί του προκειμένου λέγεται ότι ο Σύλλας ο οποίος κατέλαβε πολλές πόλεις της Ελλάδας διαπράττοντας ανόσια και φοβερά εγκλήματα, η τιμωρία του ήταν να τον φάνε οι ψείρες «φθειρῶν ἣνθησε καί ἐς τοιοῦτο περιῆλθε τέλος».

Η ὓβρις τιμωρείται∙ και όπως μας λέει χαρακτηριστικά ο Ηράκλειτος ούτε ο ήλιος δεν μπορεί να υπερβεί το μέτρον: «Ἢλιος οὒχ ὑπερβήσεται μέτρα∙ εἰ δέ μή, Ἐρινύες μιν Δίκης ἐπίκουροι ἐξευρήσουσιν…». Όμως αυτό που θεωρώ πως χαρακτηρίζει τον ορισμό της ύβρεως –μεταξύ των άλλων- είναι η συμπεριφορά των Αθηναίων στην καταστροφή της Μήλου∙ όταν μεθυσμένοι από την εξουσία και την υπεροψία της δύναμης, σκέφτονται πως όλα είναι επιτρεπτά, και έτσι αποφάσισαν την καταστροφή υπερβαίνοντας κάθε λογική, δίκαιο και μέτρο αφού έκριναν πως τα πάντα είναι δυνατά, και με κυνισμό απέρριψαν όλα τα επιχειρήματα των Μηλίων, λέγοντας «οἱ ἂρχοντες πράσσουσι καί οἱ ἀσθενεῖς ξυγχωροῦσιν». Αναφορές στη Νέμεση και στο πως αυτή τιμωρεί τους αλαζόνες και υβριστές, βρίσκουμε σε πολλά αρχαία κείμενα. Χαρακτηριστικός είναι ο λόγος του Λυσία κατ’ Ανδοκίδου ότι: «Οὐδέ γάρ ὁ θεός παραχρῆμα κολάζει» δηλ. όπως λέμε σήμερα, ο Θεός αργεί αλλά δεν λησμονεί. Εδώ ακριβώς βρίσκει εφαρμογή η ρήση αμαρτίες γονέων…. Διότι πολλοί τιμωρούνται «διά τά τῶν προγόνων ἁμαρτήματα» (στο ίδιο) «φασί γάρ τόν Δία εἰς διφθέρας τινάς ἀπογράφεσθαι τά πραττόμενα τοῖς ἀνθρώποις» σήμερα λέμε σχετικά∙ ότι γράφει δεν ξεγράφει (βλ. Ελλ. Αγωγή βιβλ. Καθηγ. και μελέτης Γ΄Κύκλος σπουδών).

Επί του προκειμένου να πούμε πως η Νέμεσις ως θεία μεταφυσική δύναμη είχε και τα επίθετα: Ἀμοιβαίη, Ἀντίτυπος, Ἀδράστεια, Ἀῒδια, Δεινή, Ὑπέρδικος, Πτερόεσσα, Δικασπόλος, Μάκαιρα, Πανδερκής.

Θα ήταν παράληψη να μην αναφέρουμε, πως, ολόκληρη η παραπάνω φιλοσοφία –αλληγορία περιβλήθηκε με τον θρησκευτικό μανδύα για να αποκτήσει σεβασμό, ισχύ, και διαχρονικότητα∙ η οποία όμως κρύβει- ως φυσική νομοτέλεια- την ισορροπία της φύσης και την αρμονία τής ζωής των ανθρώπων μέσω της δικαιοσύνης και του μέτρου.

Στα παραπάνω συμπληρωματικό και ίσως καθοριστικό ρόλο κατέχει η αἰδώς (ρ. αἰδέομαι ˂ αἰδήμων) δηλ. η ντροπή, η τιμή σε κάποιον με την έννοια του σεβασμού αλλά και της αποτροπής σε πράξεις ανάρμοστες. Έχει κυρίως αποτρεπτικό χαρακτήρα και σχετίζεται με τις αδελφές της, την Ευνομία, τη Δίκη, την Ειρήνη και τη Νέμεση. Η αἰδώς κατά τον Όμηρο είναι δείγμα και χαρακτηρίζει τους γενναίους. Γι αυτό και αυτός που δεν έχει αἰδώ μπορεί να διαπράξει τα χειρότερα εγκλήματα. (πρβλ. το σημερινό όποιος δεν εντρέπεται ό,τι θέλει γίνεται.)

Η αἰδώς μπορεί να λειτουργήσει ανασταλτικά μέσω της Νεμέσεως, διότι οδηγεί ή συντηρεί την φιλότητα αφού δεν οδηγεί στην ὓβρη, ως αλαζονική συμπεριφορά, καθ’ ότι διαφυλάσσει τον άνθρωπο να κρατήσει την αξιοπρέπειά του και παράλληλα να εκφράσει μέσω του αισθήματος αυτού τον σεβασμό στους συνανθρώπους του, αποφεύγοντας την προσβολή ή την ενόχληση τού άλλου.

Η αἰδώς λοιπόν ως άγραφος νόμος των Ελλήνων δημιουργούσε σώφρονα και πειθαρχημένα άτομα καθώς και υπεύθυνους και άξιους ηγέτες. 

 (1) Ὓβρις θεωρείται η αλαζονεία η προσβολή αλλά και η περιφρόνηση. Παραδείγματα ὓβρεως βρίσκουμε σε πολλά αρχαία κείμενα, όπως πχ στον Ευριπίδη (Ικέτιδες 726-730 αναφ. στην έπαρση του όχλου. Φοίνισσαι 1172-1181 αναφ. στην αλαζονεία του Καπανέα και τη συντριβή του από τον Δία) στον Θέογνι στ. 153-154 όπου αναφέρει ότι ο κόρος γεννά την ύβρη, δηλ. όταν πλουτίζει άνθρωπος με ταπεινή καταγωγή και λίγο μυαλό τότε «τίκτει κόρος ὓβριν, ὅταν κακῷ ὂλβος ἔπεται ἀνθρώπῳ». Όμως και στον Ηρόδοτο «Ιστορίαι» VΙΙΙ (Ουρανία, Καλλιόπη) η Δίκη συντρίβει τον γιό τής Ὓβρις Κόρο «…τότε ἡ Δίκη τῶν θεῶν τόν γιό τῆς Ὓβρις Κόρο, ὅσο κι ἂν εἶναι δυνατός, τόν σβήνει μές τή μάνητα τή φοβερή, τήν ὥρα πού πίστευε τά πάντα πώς κατέχει» (απευθύνεται στους Πέρσες που νόμισαν πως θα κατακτήσουν τα πάντα έχοντας ξέφρενες ελπίδες και τιμωρήθηκαν…) βλ. σχετ. διαδίκτυο.

——————–

*Η Ἂτη ως κύριο όνομα ήταν θυγατέρα του Διός και ως παράγουσα την φρενοβλάβεια, ασκούσε δύναμη ακόμα και επί του Διός.

** Το ρ. νεμεσάω σημαίνει «ὀργίζομαι ἐπί τῇ παρ’ ἀξίαν, εὐτυχία ή δυστυχία». Η εικόνα της ὓβρεως (υπεροψίας και αλαζονείας) εκ μέρους των Αθηναίων ολοκληρώνεται με τη σικελική εκστρατεία και την πανωλεθρία τους το 413 πΧ.

*** Κείμενο μοναδικό και παραδειγματικό το οποίο δεν χρειάζεται ερμηνεία γιατί «μιλάει» από μόνο του και μπορεί να γίνει κατανοητό από όλους(!) έστω και αν κάποιοι δεν γνωρίζουμε το σφίσιν ή το ἑλεῖν (βλ. Μεγάλη Διδακτική Γραμματική της Αττικής διαλέκτου Γ. Δ. Αγγελή σελ. 106 & Τα ρήματα Βασιλική Παν. Βλάχου ρ. αἱρέω-ῶ σελ. 27).

****σχετ. αποτί(ν)ω = αποζημιώνω, ικανοποιώ, πληρώνω χρέος∙ αλλά και ανταπόδοση, εκδίκηση, τιμωρία, ποινή (βλ. αποτίω φόρο τιμής, και απότιση (η) = απόδοση χρέους, τιμής). Σχετ. Οδυσ. Χ19 «ἐπί οὒ τίσιν γ’ ἔδεισας ὀπίσσω» δηλ. επειδή δεν έχεις τίποτε να φοβηθείς οπίσω (μτφ. Κ. Δούκα).

——————-

Ύβρις-Άτις-Νέμεσις-Τείσις: Μια συμπαντική νομοτέλεια

Η ύβρις ήταν βασική αντίληψη της κοσμοθεωρίας των Ελλήνων της αρχαιότητας η οποία ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό τον Ελληνισμό μέχρι τις ημέρες μας.

Όταν κάποιος, υπερεκτιμώντας τις ικανότητες και τη δύναμή του (σωματική, αλλά κυρίως πολιτική, στρατιωτική και οικονομική), συμπεριφερόταν με βίαιο, απρόσεκτο, αλαζονικό και προσβλητικό τρόπο απέναντι στους φυσικούς και ηθικούς κανόνες, τους νόμους του Κράτους και κυρίως στους θεούς, συμπεριφορά η οποία αντανακλούσε πάνω στους άλλους ανθρώπους – άγραφοι ηθικοί νόμοι, οι οποίοι επέβαλλαν όρια στην ανθρώπινη δράση – θεωρούνταν ότι διέπραττε «ὓβριν», δηλαδή, παρουσίαζε συμπεριφορά με την οποία επιχειρούσε να υπερβεί τη θνητή φύση του και να εξομοιωθεί με τους θεούς, με συνέπεια την προσβολή και τον εξοργισμό τους.

Αποδίδοντας την αντίληψη σχετικά με την ύβρη και τις συνέπειές της, όπως τουλάχιστον παρουσιάζεται στην αρχαιότερή της μορφή, με το σχήμα ὓβρις→ἂτη→νέμεσις→τίσις μπορούμε να πούμε ότι οι αρχαίοι πίστευαν πως μια «ὓβρις» συνήθως προκαλούσε την επέμβαση των θεών, και κυρίως του Δία, που έστελνε στον υβριστή την «ἂτην», δηλαδή το θόλωμα, την τύφλωση του νου.

Αυτή με τη σειρά της οδηγούσε τον υβριστή σε νέες ύβρεις, ώσπου να διαπράξει μια πολύ μεγάλη α-νοησία, να υποπέσει σε ένα πολύ σοβαρό σφάλμα, το οποίο προκαλούσε την «Νέμεσιν», την οργή και εκδίκηση δηλαδή των θεών, που επέφερε την «Τείσιν», δηλ. την τιμωρία και τη συντριβή/καταστροφή του.

Σίγουρα μια τόσο σημαντική πίστη δε θα μπορούσε να αφεθεί στην κρίση της απλής δοξασίας ή της διαπαιδαγώγησης και μόνο των ανθρώπων.

Οπωσδήποτε θα υπήρχε κάτι ποιο βαθύ από την απλή πίστη ότι όποιος ξεπερνά τα όρια – όποιος γίνεται αλαζόνας (Υβριστής), περνά σε πράξεις ανόσιες, προσβλητικές αλλά και απροσεξίας (Άτις) για τις οποίες η θεία δίκη (Νέμεσις) επιλαμβάνεται της τιμωρίας η οποία οδηγεί στην καταστροφή (τίσις).

Η ύβρις πέρα από πολλά βαθιά μηνύματα και την διαπαιδαγώγηση των Ελλήνων

να μην ξεπερνούν όχι τα όρια αλλά τα όρια των δυνατοτήτων τους, να μην χρησιμοποιούν με άδικο τρόπο και ιδιοτελή τη δύναμή τους αλλά και τις φυσικές δυνάμεις, προτρέποντας τους ισχυρούς να είναι μετριόφρονες και ευεργετικοί με τους υπόλοιπους, εμπεριέχει (η ύβρις) το μήνυμα ότι ο άνθρωπος ο οποίος διαπράττει αδικίες, φέρεται με βίαιο τρόπο προς τους άλλους μη υπολογίζοντάς τους θεωρώντας ότι είναι πανίσχυρος, συσσωρεύει πάνω του αρνητισμό μέσα κυρίως από τις εσωτερικές διεργασίες (τύψεις) αλλά και απροσεξία την οποία θα ακολουθήσει το σφάλμα ή η παράβαση (Άτις) ακολούθως η τιμωρία (Νέμεσις) την οποία όταν έχουμε φαινόμενα έντασης θα ακολουθήσει η καταστροφή (Τείσις).

Μοιραστείτε το:
Tagged