Ελλάς η χώρα των θαυμάτων: τα λαμόγια είναι παντοτινά – μόνο προβιά και χρώμα αλλάζουν ενίοτε…

Κοινωνία
Μοιραστείτε το:

Πολλοί π.χ. τα τελευταία χρόνια ενθουσιάστηκαν με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης που αποφασίστηκε την περίοδο της πανδημίας το οποίο μαζί με τη μόχλευση θα φτάσει τα 70 δισ. Ευρώ. Ξαφνικά εφημερίδες ξανακυκλοφόρησαν και μαζί στήθηκαν καμιά 10αρια νέα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης.

Το δημοσιογραφικό επάγγελμα από εκεί που περνούσε κρίση την προηγούμενη δεκαετία είδε τη ζήτηση για τις υπηρεσίες να αυξάνεται, όπως είχε συμβεί και με την περίοδο Κοσκωτά, αν θυμούνται οι παλαιότεροι.

Οι περισσότεροι από αυτούς που φιλοδοξούν να βουτήξουν τα δάχτυλα στο μέλι μάλλον θα μείνουν με τη χαρά, όπως ο Λάμπρος Κωσταντάρας όταν πλήρωνε για να γίνει πετρελαιάς. Αυτό γιατί όπως είπαμε οι συνθήκες έχουν αλλάξει πλέον αρκετά.

Αφορμή για τις παραπάνω παρατηρήσεις ήταν η ιστορία που μου διηγήθηκε πριν λίγες μέρες ένα στέλεχος επιχείρησης που ξαφνικά δέχτηκε μια πρόταση για μεταγραφή. Όταν πήγε να συζητήσει διαπίστωσε πως, παρότι ο επιχειρηματίας είχε οικονομική επιφάνεια και επιρροή, δεν υπήρχε κάποιος επιχειρηματικό σχήμα για τη δουλειά που το ήθελε.

Με τη συζήτηση κατάλαβε πως το σχέδιο ήταν να παρθούν κάποια έργα δια της πλαγίας και να φτιάξουν την εταιρεία που θα τα υλοποιήσει μετά. Επειδή ήταν χρόνια στην αγορά κατάλαβε πως αυτό λειτουργούσε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’90 όταν πολλοί φοιτητοσυνδικαλιστές βρεθήκαν με εταιρείες και δημόσια έργα. Δεν δέχτηκε τη προσφορά έμεινε στην εταιρεία που εργαζόταν αλλά κατάλαβε γιατί ξοδεύονται εκατομμύρια για εφημερίδες που δεν διαβάζει κανένας.

——————–

Τυχαίο; Ελλάς η χώρα με τις περισσότερες εφημερίδες που δεν τις διαβάζουν

Η Ελλάδα πρέπει να παραμένει η χώρα με τις περισσότερες κατακεφαλήν εφημερίδες στον ανεπτυγμένο κόσμο. Παράλληλα πρέπει να ηγείται και των χωρών με την χαμηλότερη αναγνωσιμότητα αυτών. Παρά ταύτα κάθε τόσο μαθαίνουμε πως ξοδεύονται κάποια εκατομμύρια προκειμένου να αγοραστεί κάποιος παλιός τίτλος. Τούτο συμβαίνει γιατί λαγωνικά, θηρευτές και θηράματα ζουν σε ένα κόσμο ψευδαισθήσεων όπου νομίζουν πως ξοδεύοντας χρήματα αποκτούν πολιτική και οικονομική επιρροή. Το σκηνικό θυμίζει, την παλιά κινηματογραφική ταινία “Ο φαντασμένος” με το Λάμπρο Κωσταντάρα, όπου επειδή κάποιοι άδειασαν ένα βαρέλι πετρέλαιο στο πηγάδι του εξοχικού του στα Σπάτα, πίστεψε πως βρήκε πετρέλαιο και ξοδεύτηκε να στήσει μια εταιρεία, την “Καρασίν-Οιλ” αν θυμάμαι καλά.

του Κώστα Στούπα (Capital.gr)

Αμέσως μόλις κυκλοφόρησαν τα νέα έπεσε δίπλα κάποιος που παρίστανε το δημοσιογράφο, προκειμένου να τους εξασφαλίσει κάποιες χρήσιμες επαφές και τη σχετική δημοσιότητα. Ο κ. Ξεφτέρης, έτσι ονομαζόταν το λαγωνικό που παρίστανε το δημοσιογράφο, απομυζούσε κανονικά το θήραμα που είχε περάσει το εαυτό του για θηρευτή. Ο κ. Ξεφτέρης ήταν ο μόνος που κέρδισε από αυτή τη ιστορία γιατί τελικά αποκαλύφθηκε η αλήθεια, πως το πετρέλαιο το είχαν ρίξει οι σπαταναίοι στο πηγάδι. Ο Καρασίνης που νόμιζε πως βρήκε πετρέλαιο έμεινε με τις δαπάνες που έκανε για να το εκμεταλλευτεί και να κερδίσει από αυτό. Σε οικονομίες κρατικοδίαιτες όπως η Ελληνική όπου το κράτος ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής του ΑΕΠ και το μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας κινείται από τις κρατικές δαπάνες, ένα σημαντικό μέρος της επιχειρηματικής κοινότητας είναι κρατικοδίαιτο και ως εκ τούτου διαπλεκόμενο.

Κατά συνέπεια, τις αποφάσεις για τη διανομή των χρημάτων που γίνονται μισθοί για εργαζόμενους και κέρδη για επιχειρήσεις τις λαμβάνουν πολιτικοί και κυβερνήσεις. Για δεκαετίες τόσο επί δεξιάς όσο και επί αριστεράς οι δαπάνες αυτές δίνονταν με κριτήρια “διαπλοκής” όπως χαρακτηρίζονταν. Προκειμένου τα επιχειρηματικά συμφέροντα να διαθέτουν μοχλούς πίεσης αποκτούσαν εφημερίδες, κανάλια και ποδοσφαιρικές ομάδες προκειμένου να χειραγωγούν την κοινή γνώμη υπέρ αυτών που του “ταΐζουν” και εναντίον εκείνων που “τάιζαν” τους ανταγωνιστές. Η κατάσταση αυτή είχε αρχίσει να αλλάζει σταδιακά όσο οι στις κρατικές δαπάνες προστίθονταν και κοινοτικά κονδύλια και επιδοτήσεις.

Στην Ελλάδα πλέον μέχρι και η λειτουργία των νηπιαγωγείων χρηματοδοτείται από το ΕΣΠΑ. Όποιος έχει ασχοληθεί με το ζήτημα γνωρίζει πως μετά το όργιο των πρώτων δεκαετιών, οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών έχουν γίνει αυστηροί με τις εκταμιεύσεις. Ζητούν τα έργα να αναθέτονται με ανοιχτούς διαγωνισμούς και οι συμμετέχοντες να πληρούν κάποιες προϋποθέσεις. Αυτός είναι και ένας λόγος που τα τελευταία 20-30 χρόνια τα έργα ολοκληρώνονται και η χώρα έχει αλλάξει όψη. Βέβαια, φωτογραφικές αναθέσεις και καταστάσεις χειραγώγησης των διαγωνισμών συνεχίζουν να γίνονται. Πλέον όμως αποτελούν τις εξαιρέσεις και όχι τον κανόνα. Ανέφερα όλα τα παραπάνω, τόσο γιατί παρατηρώ πως ενώ οι αναγνώστες έχουν μειωθεί οι τίτλοι των εφημερίδων αυξάνονται.

Πολλοί π.χ. τα τελευταία χρόνια ενθουσιάστηκαν με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης που αποφασίστηκε την περίοδο της πανδημίας το οποίο μαζί με τη μόχλευση θα φτάσει τα 70 δισ. Ευρώ. Ξαφνικά εφημερίδες ξανακυκλοφόρησαν και μαζί στήθηκαν καμιά 10αρια νέα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης. Το δημοσιογραφικό επάγγελμα από εκεί που περνούσε κρίση την προηγούμενη δεκαετία είδε τη ζήτηση για τις υπηρεσίες να αυξάνεται, όπως είχε συμβεί και με την περίοδο Κοσκωτά, αν θυμούνται οι παλαιότεροι. Οι περισσότεροι από αυτούς που φιλοδοξούν να βουτήξουν τα δάχτυλα στο μέλι μάλλον θα μείνουν με τη χαρά, όπως ο Λάμπρος Κωσταντάρας όταν πλήρωνε για να γίνει πετρελαιάς. Αυτό γιατί όπως είπαμε οι συνθήκες έχουν αλλάξει πλέον αρκετά.

Αφορμή για τις παραπάνω παρατηρήσεις ήταν η ιστορία που μου διηγήθηκε πριν λίγες μέρες ένα στέλεχος επιχείρησης που ξαφνικά δέχτηκε μια πρόταση για μεταγραφή. Όταν πήγε να συζητήσει διαπίστωσε πως, παρότι ο επιχειρηματίας είχε οικονομική επιφάνεια και επιρροή, δεν υπήρχε κάποιος επιχειρηματικό σχήμα για τη δουλειά που το ήθελε. Με τη συζήτηση κατάλαβε πως το σχέδιο ήταν να παρθούν κάποια έργα δια της πλαγίας και να φτιάξουν την εταιρεία που θα τα υλοποιήσει μετά. Επειδή ήταν χρόνια στην αγορά κατάλαβε πως αυτό λειτουργούσε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’90 όταν πολλοί φοιτητοσυνδικαλιστές βρεθήκαν με εταιρείες και δημόσια έργα. Δεν δέχτηκε τη προσφορά έμεινε στην εταιρεία που εργαζόταν αλλά κατάλαβε γιατί ξοδεύονται εκατομμύρια για εφημερίδες που δεν διαβάζει κανένας.

Υ.Γ. Όσοι το ’15 υποστηρίξαμε την πάση θυσία παραμονή της χώρας στο Ευρώ και την Ε.Ε. είναι γι’ αυτό ακριβώς το λόγο. Για να μοιάσει κάποτε με το μέσο όρο μιας ευρωπαϊκής δημοκρατίας.

Πηγή: Capital.gr

Μοιραστείτε το:
Tagged