Τουρκία: Δεν μπορεί και κυρίως δεν θέλει να είναι μέρος της Ευρώπης και της Δυτικής Συμμαχίας

Τουρκία
Μοιραστείτε το:

Τρεις αναλύσεις (BBC, Times, National Interest) που αποδεικνύουν γιατί η Τουρκία του Ερντογάν δεν μπορεί και δεν θέλει να είναι μέρος της Ευρώπης και της Δυτικής Συμμαχίας

Τρία παγκοσμίως έγκυρα ΜΜΕ, παρότι εκκινούν από διαφορετική βάση τις αναλύσεις τους κατατείνουν σε ένα κοινό συμπέρασμα: Αυτή η Τουρκία, υπό το καθεστώς Ερντογάν, δεν έχει θέση ούτε στη Δύση, ούτε στις δυτικές συμμαχίες και αυτό αποτελεί επιλογή του.

Αναφέρονται στη στήριξη του Ερντογάν στη Χαμάς και την αντιπαράθεσή του με το Ισραήλ, στην υπονομευτική του στάση εντός του ΝΑΤΟ καθώς και στο απίθανο, όταν συμπεραίνουν ενδεχόμενο να ενταχθεί, υπό αυτές τιε συνθήκες στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Εξηγούν τη σύμπλευσή του με τον Βίκτορ Όρμπαν και αναφέρονται στους στόχους των παρεμβάσεων του Πούτιν.

Η ανάλυση του BBC

Ανάλυση που δημοσιεύτηκε στο BBC με τίτλο “What is behind Turkey’s staunch support for Hamas in Gaza?” εξετάζει τους παράγοντες πίσω από τη στήριξη της Τουρκίας προς τη Χαμάς καθώς και τον αντίκτυπο της ανάφλεξης στο Μεσανατολικό στις σχέσεις Ισραήλ-Τουρκίας.

Μεταξύ άλλων το άρθρο επισημαίνει πως «Από την πρώτη στιγμή που [σ.σ. ο Τούρκος Πρόεδρος] ήρθε στην εξουσία πριν από 20 και πλέον χρόνια, η Τουρκία υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής των Παλαιστινίων, συμπεριλαμβανομένης της Χαμάς. Αλλά ακόμη και για τα δεδομένα του κ. Ερντογάν, η ρητορική [σ.σ. που χρησιμοποίησε στις τελευταίες δηλώσεις του] ήταν ακραία. Αυτό που έκανε ο πρωθυπουργός του Ισραήλ στη Γάζα, είπε, «δεν είναι λιγότερο από αυτό που έκανε ο Χίτλερ». […]

Όταν η Χαμάς επιτέθηκε στο Ισραήλ, ο κ. Ερντογάν χρησιμοποίησε σχετικά μετρημένη γλώσσα, προτρέποντας και τις δύο πλευρές να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους. Αλλά καθώς η στρατιωτική απάντηση του Ισραήλ εντάθηκε, η ρητορική του έγινε όλο και πιο σκληρή, αποκαλώντας τη Χαμάς «μαχητές της ελευθερίας» και τις ενέργειες του Ισραήλ «γενοκτονία».

Αυτή η εχθρότητα προς το Ισραήλ λειτουργεί προς όφελος του προέδρου Ερντογάν στη βάση των υποστηρικτών του στην Τουρκία, λέει η Helin Sari Ertem, αναπληρώτρια καθηγήτρια Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Medeniyet της Κωνσταντινούπολης.

«Η Παλαιστίνη αποτελεί εδώ και καιρό σημαντική υπόθεση για την Τουρκία και τον τουρκικό λαό, που διαπερνά σχεδόν όλες τις πολιτικές τάσεις», λέει. «Κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατόν οι τουρκικές κυβερνήσεις να θεωρούν την παλαιστινοϊσραηλινή σύγκρουση μόνο ως ζήτημα εξωτερικής πολιτικής- καθώς σίγουρα είναι ένα ζήτημα ικανό να αλλάξει τα δεδομένα στην εσωτερική πολιτική».

Σύμφωνα με την κ. Sari Ertem, η στροφή της Τουρκίας μακριά από το Ισραήλ και προς τους Παλαιστίνιους οφείλεται στη συντηρητική και φιλοϊσλαμιστική βάση του κόμματος AKP του κ. Ερντογάν.

Ενώ η υποστήριξη του κ. Ερντογάν προς τους Παλαιστίνιους είναι ειλικρινής, η ίδια λέει ότι αποσκοπούσε επίσης στον κατευνασμό των συντηρητικών-εθνικιστικών πολιτικών ομάδων, οι οποίες δεν είδαν επαρκή αντίδραση από το ΑΚΡ τις πρώτες ημέρες του πολέμου.

Ωστόσο, αυτή η υποστήριξη προς τη Χαμάς είχε κόστος για την Τουρκία. Οι ταραγμένες σχέσεις της Τουρκίας με το Ισραήλ αποκαταστάθηκαν μόλις πέρυσι και στη συνέχεια, μέσα σε λίγους μήνες αφότου οι δύο χώρες είχαν διορίσει εκ νέου τους πρεσβευτές τους, ξέσπασε ο πόλεμος. Η Τουρκία ανακάλεσε τον πρεσβευτή της και ο απεσταλμένος του Ισραήλ επέστρεψε λόγω ανησυχιών για την ασφάλεια.

Ο Giorgio Cafiero, διευθύνων σύμβουλος της Gulf State Analytics, μιας συμβουλευτικής εταιρείας γεωπολιτικών κινδύνων με έδρα την Ουάσινγκτον, λέει ότι ο πρόεδρος Ερντογάν είναι απίθανο να αλλάξει πορεία. «Έχει τους εγχώριους υποστηρικτές και ψηφοφόρους του και δεν μπορεί να αγνοήσει τέτοιες πιέσεις που προέρχονται από το εσωτερικό της Τουρκίας και τη βάση του», υποστηρίζει ο κ. Cafiero.

Λέει επίσης ότι ο πρόεδρος δεν μπορεί να αγνοήσει την επιθυμία του να λογίζεται ως ένας ισχυρός μουσουλμάνος ηγέτης. «Ο Ερντογάν είναι ένας σεβαστός αρχηγός κράτους σε όλο τον ευρύτερο ισλαμικό κόσμο και έχει επίσης περιφερειακούς και διεθνείς υποστηρικτές».

Παρά τη ρήξη μεταξύ των δύο χωρών, η κ.υρία Sarı Ertem πιστεύει ότι αυτή δεν θα είναι ιδιαίτερα επιζήμια. «Ο αντι-ισραηλινός δημόσιος λόγος, ο οποίος καθίσταται ιδιαιτέρως αισθητός, ιδίως σε περιόδους σοβαρών απωλειών μεταξύ των αμάχων που επιφέρει το Ισραήλ στην παλαιστινιακή πλευρά, σπάνια διαταράσσει την παραδοσιακή προσέγγιση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, η οποία ευνοεί την εξισορρόπηση», λέει η ίδια. «[σ.σ. Η Τουρκία] Ανέκαθεν συνέχιζε τις σχέσεις της με το Ισραήλ τουλάχιστον σε οικονομικό επίπεδο, αν όχι σε πολιτικό. Οι τουρκοϊσραηλινές σχέσεις έχουν αποδειχθεί αρκετά ανθεκτικές παρά τα σκαμπανεβάσματα στο πέρασμα του χρόνου» σημειώνεται.

National Interest για τη στάση Τουρίας και Ουγγαρίας στο ΝΑΤΟ

Υπό τον τίτλο «Orbán and Erdogan: With Friends Like These, NATO Doesn’t Need Enemies», το περιοδικό The National Interest δημοσιεύει άρθρο γνώμης του Robert Ellis (αναλυτής και σχολιαστής επί θεμάτων Τουρκίας και σύμβουλος του Research Institute for European and American Studies-RIEAS με έδρα την Αθήνα), όπου ασκείται κριτική στη στάση των δύο χωρών, της Τουρκίας εντός του ΝΑΤΟ και της Ουγγαρίας κυρίως εντός της Ε.Ε.

Με την ευκαιρία της επίσκεψης Ερντογάν στην Ουγγαρία, ο συντάκτης υπογραμμίζει την ομοιότητα μεταξύ των καθεστώτων των δύο ηγετών αλλά και των τακτικών που χρησιμοποιούν.

Σημειώνει ως παραδείγματα την δέσμευση κονδυλίων της Ε.Ε. προς την Ουγγαρία λόγω θεμάτων με την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του Κράτους Δικαίου στη χώρα, την παρεμπόδιση εκ μέρους του Όρμπαν χορήγησης βοήθειας εκ μέρους της Ε.Ε. στην Ουκρανία ύψους 50 δισεκ. ευρώ, ενώ αναφορικά με την Τουρκία υπογραμμίζεται η παρεμπόδιση ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, ενέργειες που όπως υπογραμμίζεται εξυπηρετούν τη ρωσική πολιτική.

Μάλιστα η Τουρκία ζητά την έγκριση αγοράς πακέτων εκσυγχρονισμού και αεροσκαφών F-16 από τις ΗΠΑ με αντάλλαγμα την έγκριση ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, ένα ζήτημα όπου ο συντάκτης παρουσιάζει την παρελκυστική πολιτική που ακολουθεί η χώρα κατά το τελευταίο διάστημα.

Ακολούθως, στο άρθρο, σημειώνεται ότι η Τουρκία ζητά συνεχώς πράγματα από την Ε.Ε. όπως η φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος θεωρήσεων εισόδου και τελωνειακές συμφωνίες, όμως δεν συμμορφώνεται με ευρωπαϊκές πολιτικές όπως η επιβολή κυρώσεων στην Ρωσία, ενώ δεν συμμορφώνεται και με τα ψηφίσματα του ΟΗΕ ως βάση για την επίλυση του κυπριακού ζητήματος.

Το άρθρο αναφέρει επιπρόσθετα ότι η έκθεση της Επιτροπής της Ε.Ε. του Νοεμβρίου για την Τουρκία, αλλά και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αναφέρονται στα εμπόδια για την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, εκθέσεις τις οποίες η τουρκική πλευρά χαρακτήρισε ως «ένα σύνολο ανυπόστατων κατηγοριών και προκαταλήψεων βασιζόμενων σε παραπληροφόρηση από αντι-τουρκικούς κύκλους».

Επίσης, οι Εκθέσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Τουρκία τόσο του State Department όσο και του Συμβουλίου της Ευρώπης δεν είναι θετικές με πολλές υποθέσεις κατά της Τουρκίας να βρίσκονται ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Ο συντάκτης καταλήγει αναφερόμενος σε πρόσφατο άρθρο του Sinan Ciddi στο περιοδικό Foreign Policy με το οποίο καλεί για αποβολή της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ, λόγω της συμπεριφοράς της. Το ζήτημα κατά το συντάκτη είναι ποιος θα τολμήσει να θέσει ένα τέτοιο θέμα εντός της Συμμαχίας.

Times για ευρωπαϊκή διεύρυνση

Στο θέμα της ευρωπαϊκής διεύρυνσης, και της έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ουκρανία αναφέρεται ανάλυση στους Times με τίτλο “Hannah Lucinda Smith: Ukraine shouldn’t count on EU membership” και υπότιτλο “Brussels must solve the bloc’s internal problems and stop making promises it cannot keep”.

Σε αυτό η ανταποκρίτρια της εφημερίδας στην Τουρκία, Hannah Lucinda Smith, γράφει μεταξύ άλλων πως «Η […] πορεία της Ουκρανίας προς την ένταξη στην ΕΕ […] θα μπορούσε να αποδειχθεί […] απογοητευτική και θλιβερή. […] Τον περασμένο μήνα το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο άνοιξε τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις.

Η περίοδος πριν από την υποψηφιότητα είναι εκείνη κατά την οποία το υποψήφιο μέλος αποδεικνύει την αξία του. Όμως τις τελευταίες τρεις δεκαετίες η ΕΕ έχει αλλάξει περισσότερο από την Ουκρανία. Το 1994, όταν η Ουκρανία εγκαινίασε για πρώτη φορά τον διάλογο με την ΕΕ, ο μόνος δρόμος ήταν προς τα δυτικά. Η Ρωσία ήταν πολιτισμικά και οικονομικά ηττημένη, ενώ η ΕΕ βρισκόταν στην χρυσή της δεκαετία: Maastrict, ταξίδια χωρίς σύνορα, το ευρώ, το αποκορύφωμα της αισιόδοξης εξάπλωσης.

Το μπλοκ ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με την Πολωνία, την Ουγγαρία, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Σλοβακία, τη Σλοβενία, την Εσθονία και την Κύπρο το 1997, με τη Λετονία και τη Λιθουανία το 1999 και με τη Μάλτα το 2000. Και οι δέκα προσχώρησαν το 2004 και γρήγορα ενσωματώθηκαν στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα.

Η Τουρκία εμφάνιζε μια δυσκολότερη προοπτική. Έγινε υποψήφια χώρα το 1999 και ξεκίνησε διαπραγματεύσεις το 2005, μαζί με την Κροατία. Αλλά ενώ η Κροατία προσχώρησε το 2013, η Τουρκία παρέμεινε εκτός, κυρίως χάρη στην αντίθεση της Γαλλίας του Σαρκοζί και της Γερμανίας της Μέρκελ. Και η αίθουσα αναμονής έχει πλέον εξελιχθεί σε βαθιά κατάψυξη. Υπαίτιος για αυτό είναι κατά κύριο λόγο ο ίδιος ο πρόεδρος Ερντογάν.

Από το 2016 έχει οδηγήσει την Τουρκία μακριά από τους ευρωπαϊκούς κανόνες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις ελευθερίες του Τύπου και το κράτος δικαίου, αγνοώντας σχεδόν όλες τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης. Θα μπορούσε η ένταξη στην ΕΕ να έχει αποτραβήξει τον Ερντογάν από την απολυταρχία;

Υπάρχουν δυτικοί διπλωμάτες που το πιστεύουν, ακόμη και αν η πορεία του Βίκτορ Όρμπαν της Ουγγαρίας δείχνει ότι το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Αλλά η πραγματική ζημιά έγκειται στις διαψευσμένες προσδοκίες. Μακροπρόθεσμα, έχει υπάρξει πιο καταστροφικό να αφεθεί η Τουρκία σε κατάσταση αναμονής από το να μην γίνει ποτέ αποδεκτή ως υποψήφια.

Οι Τούρκοι νιώθουν ακόμη πιο πικρά τα ψίχουλα που τους ρίχνει η Ευρώπη γνωρίζοντας ότι η ΕΕ θα παρακάμψει τους κανόνες όταν την βολεύει. Το μπλοκ αποδέχθηκε την ελληνόφωνη Κυπριακή Δημοκρατία παρά την ύπαρξη μιας άλυτης εδαφικής διαφοράς στο νησί, κάτι που έχει φουντώσει την απέχθεια των Τούρκων για τις Βρυξέλλες.

Ο Ερντογάν έχει εκμεταλλευτεί αυτό το γεγονός, ανοίγοντας καβγάδες με ευρωπαϊκές χώρες πριν από τις τουρκικές εκλογές για να κερδίσει ψήφους από την τουρκική διασπορά.

Ωστόσο, η Τουρκία παραμένει προσδεδεμένη στην ΕΕ σε μεγάλο βαθμό λόγω των απότοκων συνεπειών της προσφυγικής κρίσης του 2015. Είναι δυνατόν να αναγάγει κανείς το Brexit, την εμφάνιση των στρατιωτικοποιημένων συνόρων σε όλη την Ευρώπη και την άνοδο του εθνικιστικού λαϊκισμού εντός του μπλοκ σε εκείνο το καλοκαίρι, όταν εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική ταξίδεψαν στην Ευρώπη με τα πόδια και με βάρκες.

Η ΕΕ, όπως και το Ηνωμένο Βασίλειο μετά το Brexit, συνεχίζει να δίνει στην Τουρκία δισεκατομμύρια ευρώ σε συμφωνίες για να σταματήσει τη μετανάστευση, παρόλο που οι ενταξιακές συνομιλίες πάγωσαν το 2019.

Ο ρόλος του Πούτιν

Εν τω μεταξύ, ο πρόεδρος Πούτιν έχει διακρίνει ρήγματα στα σημεία όπου η δημοκρατία υποχωρεί στην ΕΕ και την περιφέρειά της και έχει διοχετεύσει τα ρωσικά συμφέροντα σε αυτά. Οι χώρες των δυτικών Βαλκανίων βρίσκονται σε μια χωριστή πορεία σταθεροποίησης και ένταξης στην ΕΕ με στόχο να διορθώσουν τις οικονομίες και τα πολιτικά τους συστήματα μετά τους πολέμους της Γιουγκοσλαβίας.

Στην πραγματικότητα, οι χώρες των Βαλκανίων κινούνται προς την ΕΕ με μικρά βήματα, που συχνά εμποδίζονται από τις εθνοτικές διαμάχες. Η Σερβία, υποψήφια χώρα από το 2012, υπό τον πρόεδρο Βούτσιτς έχει παρεκκλίνει από τα δημοκρατικά πρότυπα, αλλά διατηρεί την ενταξιακή της χρηματοδότηση από την ΕΕ ύψους περίπου 170 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως.

Η ΕΕ έχει εισέλθει σε μια εποχή αμυντικής διεύρυνσης. Η υποψηφιότητα της Ουκρανίας, όπως και η υποψηφιότητα της Μολδαβίας και της Γεωργίας, επιταχύνθηκε ως απάντηση στην εισβολή της Ρωσίας. Είναι δύσκολο να φανεί πώς η ένταξη οποιασδήποτε από αυτές θα είναι απρόσκοπτη. Υπάρχουν άλυτες εδαφικές διαμάχες με τη Ρωσία και στις τρεις χώρες – την Υπερδνειστερία στη Μολδαβία και τη Νότια Οσετία και την Αμπχαζία στη Γεωργία.

Οι οικονομίες τους είναι φτωχές και κατεστραμμένες από τον πόλεμο στην περίπτωση της Ουκρανίας. Ο Όρμπαν έπρεπε να δελεαστεί ώστε η Ουγγαρία να απέχει από την ψηφοφορία για το άνοιγμα των διαπραγματεύσεων με την Ουκρανία – η δική του και μόνο διαμαρτυρία θα μπορούσε να την είχε μπλοκάρει.

Η ΕΕ το 2024 είναι ένα κλαμπ που αντιμετωπίζει περισσότερες απειλές από το εσωτερικό παρά από το εξωτερικό. Έχει προβεί σε υπερέκταση των δυνάμεων της στα Βαλκάνια, αποφεύγει να πάρει μια απόφαση για την Τουρκία και πασχίζει να βρει τρόπους να αντιμετωπίσει τα ενοχλητικά μέλη της.

Η ιδιότητα του μέλους που δίνεται σαν καρότο στην Ουκρανία θα μπορούσε να επιδεινώσει τα ρήγματα στο εσωτερικό της ΕΕ και να δημιουργήσει δυσαρέσκεια στους Ουκρανούς, αν συνεχιστεί για χρόνια. Από την άλλη πλευρά, μια βιαστική ένταξη θα έφερνε τα σύνορα της Ευρώπης μέχρι τις ενεργές γραμμές του μετώπου – και μια σειρά από νέα εδαφικά ζητήματα στο μπλοκ.

Η ΕΕ θα πρέπει να αποφασίσει να αφιερώσει λίγο χρόνο για να κοιτάξει προς τα έσω – και να σταματήσει να δίνει υποσχέσεις που δεν μπορεί να τηρήσει» αναφέρει η συντάκτρια.

Πηγή: BBC, Times,  National Interest, hellasjournal.com

Μοιραστείτε το:
Tagged