Μινύων βασιλεία: Η πρώτη ελληνική “αυτοκρατορία” και οι μυστηριώδεις Έλληνες ιδρυτές της…

Ιστορία
Μοιραστείτε το:

Οι Μινύες εξακολουθούν να παραμένουν ένας μυστηριώδης, άγνωστος εν πολλοίς, λαός, ο οποίος όμως έχει συνδεθεί με τεράστιας σημασίας τεχνικά έργα και επιτεύγματα, αλλά και με τη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού στα πέρατα της οικουμένης. Ποίος ήταν αυτός ο θρυλικός λαός; Από που ορμώμενος δημιούργησε τον υψηλό πολιτισμό του, ευρήματα του οποίου μας κληροδότησε και εν’τέλει πως οι Μινύες συνδέονται με εξαίρετα τεχνικά επιτεύγματα και πάνω απ’όλα με την Αργοναυτική Εκστρατεία;

του Παντελή Καρύκα

Μινύες, ένα όνομα θρύλος, το όνομα ενός λαού δια τον οποίον ελάχιστα γνωρίζουμε, αν και οι ίδιοι μας άφησαν ακριβή κληρονομιά πολλά από τα επιτεύγματά τους. Κανείς όμως, από τους αρχαίους ήδη χρόνους, δεν ήταν σε θέση να απαντήσει ασφαλώς στα ερωτήματα περί της καταγωγής των και περί της αρχικής των κοιτίδας. Οι αρχαίοι ιστορικοί –Ηρόδοτος, Παυσανίας, Διόδωρος – θεωρούν ως κοιτίδα των Μινυών την περιοχή από τον βοιωτικό Ορχομενό έως και τις νότιες παρυφές της θεσσαλικής πεδιάδας, περιοχή που ταυτίζεται, εν μέρει τουλάχιστον, με την ομηρική” Ελλάδα”, δηλαδή την Φθία.

Ο Όμηρος στα έπη του αναφέρει τον βοιωτικό Ορχομενό, γεγονός που υποδηλώνει την ύπαρξη των Μινύων πριν τα Τρωικά. Η αρχαιολογική έρευνα όμως στην περιοχή του βοιωτικού Ορχομενού απεκάλυψε ευρήματα της νεολιθικής εποχής, ανάλογα με αυτά του Σέσκλου και του Διμηνίου. Βάσει πάντα της αρχαιολογικής ερεύνας, ο Ορχομενός φαίνεται ότι κατοικείτο συνεχώς από τη νεολιθική έως και τη σύγχρονη εποχή, χωρίς διακοπές και διαλείμματα. Στην περίοδο μετά την “Στρατεία των Επιγόνων” και την πρόσδεση της Βοιωτίας στο Μυκηναϊκό άρμα, και ο Ορχομενός εντάσσεται στο μυκηναϊκό γεωπολιτικό σύστημα. Δια αυτό αναφέρετε η συμμετοχή του στα Τρωικά, με 30 πλοία, στο πλαίσιο της «βοιωτικής κοινοπολιτείας», στην οποία ήσαν εντεταγμένες όλες οι βοιωτικές πόλεις πλην των Θηβών.

Η ιστορία όμως του γένους των Μινυών χάνεται στα βάθη του χρόνου και σχετίζεται, αρχικώς, περισσότερο με τον θεσσαλικό νεολιθικό πολιτισμό, παρά με τον βοιωτικό. Αυτό είναι εντελώς φυσιολογικό εάν αναλογισθούμε ότι η Θεσσαλία ήταν η κοιτίδα, ο πρώτος πολιτισμικός φάρος, όλων των Ελλήνων. Από τον Ορχομενό, αναφέρει ο Στράβων Μινύες έφτασαν στον Παγασητικό κόλπο και ίδρυσαν την Ιωλκό, η οποία όμως, βάσει των τελευταίων αρχαιολογικών ερευνών ταυτίζεται με το Διμήνι! Άρα, εφόσον γνωρίζουμε περίπου το πότε ιδρύθηκε η πόλις του Διμηνίου, γνωρίζουμε και το πότε πραγματοποιήθηκε η πρώτη εξάπλωση των Μινύων.

Στα μέσα, ή έστω στα τέλη, λοιπόν της 5ης χιλιετίας π.Χ. οι Μινύες του Ορχομενού, στερούμενοι ενός καλού λιμένος στην Βοιωτία, εγκαταστάθηκαν στη Μαγνησία, στις παρυφές του μεγάλου θεσσαλικού κάμπου. Οι λόγοι για την μετεγκατάσταση αυτή ήταν καθαρά οικονομικοί και είχαν να κάνουν τόσο με την εξασφάλιση ασφαλούς λιμένος, όσο και με την εκμετάλευση της θεσσαλικής πεδιάδας. Μοιραία οι Μινύες του Διμηνίου θα ήρθαν σε σύγκρουση με τους κατοίκους του Σέσκλου, για τον έλεγχο της πεδιάδος.

Αυτό εξηγεί και την καταστροφή του Σέσκλου από έναν ακόμα εμφύλιο πόλεμο- φαινόμενο ενδειμικό στην αρχαία Ελλάδα- και όχι από την εισβολή των ινδοευρωπαϊκών φύλων. Ακριβώς αυτή η κυριαρχία των Μινύων στη θεσσαλική πεδιάδα θα τους προσδόσει πλούτη αμύθητα, τόσα ώστε αιώνες αργότερα να κάνουν τον Αχιλλέα να λέγει στον Αγαμέμνωνα: «ουδ’εί δεκάκις τε και εικοσάκις τόσα δοίη όσσα τέ οι νύν εστι καί είποθεν άλλα γένοιτο, ουδ’όσα ες Ορχομενόν ποτινίσσεται, ουδ’ όσα Θήβας Αιγυπτίας, όθι πλείστα δόμοις εν κτήματα κείται…» (Ιλιάς , Ι 379 –382). Τόσο ονομαστή ήταν για τον πλούτο της η πόλη των Μινύων. Ο μέγας Όμηρος πάντως στο συγκεκριμένο χωρίο ίσως όχι τυχαία συγκρίνει τον Ορχομενό με τη Θήβα της Αιγύπτου.

Οι αρχαίοι ιστορικοί θεωρούν τους Μινύες φύλο Αιολικό, (δηλαδή ανάμικτο Πελασγικό και Αχαϊκό) εφόσον αντλούν την καταγωγή τους από τον Αίολο τον γιο του Έλληνος, εγγονό του Δευκαλίωνα. Άρα οι Μινύες ήσαν φύλο ελληνικό, αντλώντας την καταγωγή των από τον ίδιο τον Έλληνα τον γενάρχη της φυλής μας. Κακώς, κατά την άποψη μας αποδίδεται στους Μινύες αιγυπτιακή καταγωγή. Δεν ήσαν οι Μινύες Αιγύπτιοι άποικοι στην Ελλάδα. Πιθανότατα ίσχυε το αντίθετο…

Από πολύ νωρίς δε το κηδεστικό διάγραμμα των Μινύων συνδέεται με αυτό των Θεσσαλών, από τη γενεά του Πηνειού. Ο ίδιος ο Μινύας, ο επώνυμος ήρωας του λαού των Μινύων, ήταν εγγονός του Ποσειδώνα. Οι δε κόρες του Μινύα, Περιλκυμένη, Αλκιμίδη και Φυγομάχη παντρεύτηκαν τους Θεσσαλούς ήρωες Φέρη, Αίσωνα και Πελία και βασίλευσαν μαζί τους στις πόλεις Φερρές, Αισονιάδα και Ιωλκό, αντιστοίχως. Έχουμε λοιπόν πλήρη ταύτιση των μυθολογικών και των φιλολογικών πηγών τις οποίες επαληθεύουν τα αρχαιολογικά ευρήματα, μέσω των οποίων τεκμηριώνεται η σύνδεσις Μινύων και Θεσσαλών.

Και όχι μόνο. Ευρήματα της λεγομένης Μινυακής κεραμικής βρέθηκαν στην βόρεια Ελλάδα, αλλά και στην μικρασιατική Ελλάδα και κυρίως στην περιοχή γύρω από την Τροία. Έχοντας ώς δεδομένο, από τους αρχαίους συγγραφείς, ότι η Λήμνος ήτο επίσης Μινυακή, δεν δυσκολευόμαστε να αναγνωρίσουμε και την ταυτότητα των Ελλήνων Τρωαδιτών.

Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ο Ορχομενός, η πρωτεύουσα του κράτους των Μινύων, αλλά και η μεγάλη τους αποικία, η Ιωλκός, ήταν οι κυρίαρχες πόλεις της ηπειρωτικής Ελλάδος. Η παρακμή ήρθε σταδιακά εξ’αιτίας των αδιάκοπων πολέμων των Μινύων κατά της ανερχομένης δυνάμεως του βοιωτικού πεδίου, των Θηβών. Οι περί του Ηρακλέους θρύλοι είναι μάλλον διαφωτιστικοί στο σημείο αυτό, περί της ακμής των Μινύων, οι οποίοι είχαν καταστήσει φόρου υποτελή την πόλι των Θηβών και περί της ενάρξεως της παρακμής τους, κατόπιν της ήττας τους από τον Ηρακλή.

Η ήττα αυτή είχε ως αποτέλεσμα την ανεξαρτητοποίηση των Θηβών, αι οποίοι εξελίχθησαν σε πρώτη δύναμις στη Βοιωτία. Η κατάστασις μετεβλήθει υπέρ των Μινύων, μετά την υποταγή των Θηβών στην μυκηναϊκή στρατειά των Επιγόνων – μια γενεά πριν τα Τρωικά. Δια τον λόγον αυτόν ο Ορχομενός εμφανίζεται στην Ιλιάδα να συμμετέχει στην πανελλήνια εκστρατεία με 30 πλοία, έχοντας υπό την εξουσία του και την γειτονική πόλι Ασπληδώνα. Σε καμία περίπτωση όμως ο Ορχομενός και οι Μινύες δεν ανέκτησαν όμως την παλαιά αίγλη. Μετά δε τα Τρωικά, όταν η μυκηναϊκή ισχύς βρισκόταν υπό κατάρρευση, η Θήβα “αναστήθηκε” και ο Ορχομενός περιέπεσε την σκιά της μεγάλης αντιπάλου πόλεως.

Όπως είδαμε οι Μινύες ήσαν φύλο Αιολικό. Σύμφωνα με την «καθιερωμένη» άποψη οι Μινύες κατοικούσαν στη Θεσσαλία, από την οποία αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν, πιεζόμενοι από τους Θεσσαλούς, οι οποίοι ήρθαν από τον Βορρά. Η άποψη όμως αυτή δεν συνάδει με την μαρτυρία του Στράβωνα, ο οποίος αναφέρει ως κοιτίδα τους την βόρεια Βοιωτία, από την οποία οι Μινύες κινήθηκαν και αποίκησαν τη θεσσαλική Μαγνησία. Όλοι δε οι αρχαίοι συγγραφείς θεωρούν ως Μινύες τους κατοικούντες στον Παγασητικό, ξεχωρίζοντας τους από τους λοιπούς Θεσσαλούς. Η χρονολόγησις βεβαίως όλων αυτών των γεγονότων δεν θα μπορούσε, εκ των πραγμάτων, να πραγματοποιηθεί με ασφάλεια.

Μόνον έμμεσα βάσει πάντα των αρχαίων πηγών, αλλά και των αρχαιολογικών ευρημάτων, μπορούμε, παρακινδυνευμένα πάντα, να υποθέσουμε ότι ο λαός των Μινύων άρχισε να αναπτύσσει πολιτισμό από τα μέσα περίπου της 5ης χιλιετίας. Η περιοχή του Ορχομενού καθίστατο εύφορη, αδρευόμενη από τα ύδατα του ποταμού Κηφισού (Μέλας σους κλασικούς χρόνους, σήμερα Μαυρονέρι), αλλά και από την λίμνη Κωπαίδα. Στην βορειοανατολική όχθη της λίμνης οι Μίνυες ίδρυσαν -στο ύψος της σημερινής Λάριμνας – την πόλη Κώπαι, από την οποία πήρε και η λίμνη το όνομα της –προηγουμένως ονομάζετο Κηφισίς.

Η πόλη Κώπαι είχε διπλό λιμένα, ένα λιμναίο και έναν θαλάσσιο. Από το γεγονός αυτό συμπεραίνεται ότι οι Μινύες ήσαν ναυτικός λαός. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο ίδιος ο Μινύας θεωρείτο απόγονος του Ποσειδώνος. Ο Στράβων επίσης αναφέρει ότι ο Ορχομενός ήτο μέλος της αρχαιοτέρας ναυτικής αμφικτιονίας στην οποία συμμετείχαν επίσης αι Αθήναι, αι Πρασιαί, η Αίγινα, η Επίδαυρος και η Ερμιονίς (Στράβων VIII 6,11). Στην δε περίοδο της ακμής του το κράτος των Μινύων εκτεινόταν σε όλη τη βόρειο Βοιωτία, την σημερινή Φθιώτιδα και τη σημερινή Μαγνησία.

Οι πόλεις Κορώνεια, Χαιρώνεια, Αλίαρτος, Λιβαδιά, Λάρυμνα, Ανθηδώνα, Κώπες, Ασπληδώνα, Ιωλκός, Φερρές και Αισονιάδα εβρίσκοντο όλες υπό το σκήπτρο του άνακτος του Ορχομενού. Ωστόσο η ενδυνάμωση και η ανάπτυξη του βασιλείου δεν έγινε από τη μια στιγμή στην άλλη. Μπορούμε να αναγνωρίσουμε δύο σημεία σταθμούς, όσον αφορά την ανάπτυξη του μινυακού βασιλείου. Το πρώτο είναι αναμφιβόλως η ίδρυσις της αποικίας της Ιωλκού, η οποία συνδέεται άμεσα και με την Αργοναυτική Εκστρατεία. Το δεύτερο όμως αφορά την αποξήρανση της λίμνης της Κωπαίδας και την γεωργική εκμετάλλευση των νέων εκτάσεων γης. Μέχρι πρότινος οι μελετητές έκαναν λόγο για μια μόνο επιχείρηση αποξηράνσεως της λίμνης, κατά τους πρώιμους μυκηναϊκούς χρόνους – περί τα μέσα της 2ας χιλιετίας π.Χ.

Ο καθηγητής Θ. Σπυρόπουλος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η λίμνη είχε πρωτοαποξηρανθεί στην Πρωτοελλαδική περίοδο (τέλη 4ης αρχές 3ης χιλιετίας, περί το 3100-2800 π.Χ.). Το καταπληκτικό αυτό έργο της αποξηράνσεως της λίμνης σε τόσο πρώιμους χρόνους το εξετέλεσαν οι Μινύες με εξαιρετική τεχνική. Απομεινάρια του δε μπορεί ακόμα και σήμερα να διακρίνει ο επισκέπτης στην μεγάλη καταβόθρα της Κωπαίδος, μεταξύ Λάριμνας και Γλα. Οι Μινύες θεωρούνται όμως πρωτοπόροι στην κατασκευή τεχνικών έργων, όχι μόνο στις υπ’αυτούς χώρες, αλλά και στην Πελοπόννησο.

Ένα από τα θεωρούμενα δικά τους έργα τους στην περιοχή της Αργολίδος φαίνεται να είναι και η περίφημος πυραμίδα του Ελληνικού, αλλά και η μεγάλη σήραγγα στον ποταμό Ερασινό, στο σημερινό χωριό Κεφαλλάρι Άργους, σε απόσταση 3 χιλιομέτρων από την πυραμίδα. Την ίδια περίοδο η Αίγυπτος διανύει την προδειναστική της φάση και ο μέγας Κυκλαδικός και Μινωικός πολιτισμός δεν έχει ακόμα φτάσει στο απόγειο της λάμψεώς του. Στο βόρειο Αιγαίο όμως, όπως και στη Θεσσαλία, έχουν ήδη ιδρυθεί πόλεις, η δε Πολιόχνη της Λήμνου έχει καταστεί, αναγνωρισμένα βάσει των ερευνών της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής, μεταλλουργικό κέντρο της περιοχής. Είναι δε τόση η ακμή της ώστε άποικοι από αυτήν θα ιδρύσουν, περί το 3200-3000, την Τροία.

Στην νήσο του Ηφαίστου – δεν απεδόθη τυχαία στον θεό των μετάλλων η Λήμνος- πραγματοποιήται η κατεργασία των μετάλλων που φτάνουν από τον Εύξεινο Πόντο, μέσω των εμπορικών οδών που οι Μινύες Αργοναύτες είχαν ανοίξει. Εάν όμως ήδη από τις αρχές της 3ης χιλιετίας η Λήμνος, για την οποία όλοι οι αρχαίο συγγραφείς αναφέρουν ότι αποικίστει από Μινύες κατά τη διάρκεια της Αργοναυτικής Εκστρατείας, είχε καταστεί μεταλλουργικό κέντρο πότε άραγε να πραγματοποιήθηκε η συγκεκριμένη εκστρατεία; Και τι αλήθεια εκφράζει ο μύθος τους Φρίξου, της Έλλης και του Χρυσομάλλου Δέρατος; Μήπως την πρώτη απόπειρα των Μινυών Ελλήνων να εξερευνήσουν ανεπιτυχώς τις άγνωστες θάλασσες του Πόντου και της Βαλτικής;

Είναι γενικά παραδεκτό ότι οι Μινύες υπήρξαν, όπως όλοι οι Έλληνες, ναυτικοί άριστοι. Πέραν των φιλολογικών πηγών το ανωτέρω συμπέρασμα έρχεται να επιβεβαιώσει και η αρχαιολογική σκαπάνη. Στην περίοδο μεταξύ 4000-3500 π.Χ. όμως δεν έχουμε αποδείξεις υπάρξεως κρατικών μορφωμάτων στην νησιωτική χώρα, αντίθετα με την ηπειρωτική, όπου μεσουρανούσε το κράτος των Μινύων. Άλλωστε ήδη από την 6η χιλιετία π.Χ. είχε αναπτυχθεί στη Θεσσαλία ένας μεγάλος πολιτισμός, δημιούργημα του οποίου ήταν και η ίδρυση της πρώτης πόλεως της Ευρώπης, τουλάχιστον, του Σέσκλου.

Ο πολιτισμός αυτός εξελίχθηκε και προϊόν του, σύμφωνα με τον Στράβωνα, ήταν το Διμήνι, το οποίο ταυτίζεται σήμερα με την μινυακή Ιωλκό. Μπορούμε λοιπόν με ασφάλεια να ομιλούμε περί συγκροτήσεως ενός είδους έστω κρατικού μορφώματος, κάτω από ένα συγκροτημένο πλαίσιο κοινωνικών σχέσεων, με συγκεκριμένη πολιτικό-θρησκευτική εξουσία και ένα συγκεκριμένο δίκτυο υπηρεσιών. Είναι λογικό ένα συγκροτημένο κράτος – βασίλειο να έχει μεγαλύτερες δυνατότητες αναπτύξεως από μία μεμονωμένη πόλι, ή μία φυλή. Ένα βασίλειο έχει επίσης και διαφορετικές ανάγκες και υποχρεούται εκ των πραγμάτων να επενδύη στον τομέα της αμύνης αλλά και του εμπορίου.

Το ήδη συγκροτημένο βασίλειο του Μινυακού Ορχομενού επιχείρησε τη διάνοιξη των εμπορικών δρόμων μέσω του βορείου Αιγαίου και του Ευξείνου Πόντου. Έχοντας εγκατασταθεί σταθερά στα στενά του Ελλησπόντου και ελέγχοντας πλήρως τους εμπορικούς δρόμους, δια ξηράς και θαλάσσης (όπως μαρτυρά η συμμετοχή ονομαστών Θρακών ηρώων στην Αργοναυτική Εκστρατεία), οι Μινύες ίδρυσαν μια ελληνική εμπορική αυτοκρατορία, η ζώνη επιρροής της οποίας εκτείνονταν από τη βόρεια Βοιωτία, έως και τη βορειοδυτική Μικρά Ασία. Έτσι τέθηκε και το πλαίσιο για την έκρηξη του Τρωικού Πολέμου αργότερα, όταν η αποικία Τροία, είχε αναλάβει τα ηνία της αυτοκρατορίας, υποσκελίζοντας, λόγω θέσης, τις μητροπόλεις Ορχομενό και Ιωλκό.

Οι Μινύες φαίνεται ότι κάποια στιγμή σχετίστηκαν και με τους Μινωίτες – ενδεχομένως να συνέβη και το αντίθετο αν και τα ευρήματα συνηγορούν υπέρ της πρώτης απόψεως. Ωστόσο υπάρχουν και ερευνητές, όπως ο Βρετανός αρχαιολόγος Πάρσον, οι οποίοι ταυτίζουν Μινύες και Μινωίτες, θεωρώντας ότι επρόκειτο περί του ιδίου λαού, ο οποίος σταδιακά εξαπλώθηκε από την ηπειρωτική Ελλάδα, στην Κρήτη, την Αίγυπτο και την Μεσοποταμία – τη χώρα των Σουμερίων. Η άποψις αυτή συνάδει με την θεώρηση του Έβανς, ο οποίος τοποθετούσε την προανακτορική φάση του Μινωικού Πολιτισμού πριν από 3200 π.Χ. δηλαδή στην κρίσιμη ακριβώς υπό εξέταση περίοδο.

Μη περιοριζόμενοι όμως στις θαλάσσιες εμπορικές οδούς, θα μπορούσαν κάλλιστα να εκμεταλευτούν και τις αντίστοιχες χερσαίες, που οι ίδιοι είχαν άλλωστε ανακαλύψει. Η μία ξεκινούσε από την Τροία και είτε διασχίζοντας το υψίπεδο της Ανατολίας, είτε ακολουθώντας την ακτογραμμή, κατέληγε στη Συρία, στην Αίγυπτο και στη Μεσοποταμία. Η άλλη ξεκινούσε από την Μίλητο (ένας από τους Αργοναύτες, ο Εργίνος ήρθε από την Μίλητο, σύμφωνα με τα Ορφικά και τον Αππολώνο τον Ρόδιο, γεγονός που σημαίνει ότι η πόλις της Μιλήτου είχε ιδρυθεί πολύ παλιά) και οδηγούσε στην Αίγυπτο και στην Μεσοποταμία.

Πηγή: history-point.gr

Μοιραστείτε το:
Tagged