Ηλίας Βολιότης Καπετανάκης: «Μάγκες Αλήστου Εποχής» – Το ξέθαμα του παλιού να γίνεται φύτρο έμπνευσης… καμβάς νέου έργου (συνέντευξη*)

Βιβλιογραφικά
Μοιραστείτε το:

Ο Ηλίας Βολιότης Καπετανάκης, με αφορμή την μετά από 15 χρόνια, νέα έκδοση και κυκλοφορία  του «Μάγκες Αλήστου Εποχής», ιχνογραφεί τη φλόγα και τα νάματα της έμπνευσης και δημιουργίας, συντεριάζοντας το παλιό με το νέο, και την ανάγκη να υπάρχει πάντα η μητρογόνος «μνήμη» ως πηγή και ερέθισμα για την νομοτελειακή ανέλιξη της ζωοδότριας δημιουργικότητας…

Η συνέντευξη…

«Μάγκες Αλήστου Εποχής» γραμμένοι από την αρχή τί καινούριο φέρνουν;

«Τα πάντα είναι καινούρια. Μετά από 20 χρόνια από την πρεμιέρα και για πάνω από δεκαετία το βιβλίο ήταν εξαντλημένο. Προχωρά η έρευνα. Στο φως της δημοσιότητας έρχονται νέα στοιχεία, παλιά αρχεία ξεσκονίζονται. Δεν έχει νόημα να ξανατυπώσεις.  Επιβάλλεται καινούριο έργο, να περιλαμβάνει τις νέες αποκαλύψεις, να αφουγκράζεται  τον παλμό της εποχής».

Γιατί οι νέοι ν’ ακούν ρεμπέτικο, πέρα από το να γνωρίσουν ευκαιριακά την μουσική των προγόνων τους;

«Επειδή τα περίφημα 9/8, που έλεγε ο μέγας Χατζιδάκις, έρχονται από την αρχαιότητα (μουσική τρόποι, όργανα, στίχοι, μέλη) συγκινούν το σήμερα συνεχώς εμπλουτιζόμενα από νεώτερους μαστόρους, κάθε φορά φέρνουν τα μπόλια της επόμενης πιο όμορφης μελωδικής ανθοφορίας. Επειδή όλοι αυτοί οι παλιοί είχαν μοναδικό, πρωτότυπο τρόπο να εκφράζουν βάσανα και καημούς. Επειδή οι παρέες ακόμα γλεντάνε τα μεράκια τους. Οι νέοι ακούν ρεμπέτικο, είτε ως πρόσκαιρο συρμό, εφήμερη εκτόνωση, κακοποιημένη εκτέλεση στον χαβαλέ της εποχής ή και συχνά έχοντες μέθεξη στην διαχρονική ουσία του, κάνοντάς το καμβά δικής τους δημιουργία. Η μόδα προτιμότερη από την σιωπή και την αφάνεια. Κάτι μένει στην σκυταλοδρομία γενεών»!

Μετά από μισό αιώνα θητεία στην μουσική λαογραφική έρευνα, το απόσταγμα;

«Ο αείμνηστος δάσκαλός Νίκος Καραντινός έλεγε ότι ο σωστός δημοσιογράφος δεν εγκαταλείπει ποτέ το θέμα του, το κυνηγά μέχρι να το εξαντλήσει. Το… κλέβω για την λαογραφική έρευνα. Πρώτον: Είναι ζωντανός οργανισμός, που έρχεται και φεύγει με τον εκάστοτε λαογράφο. Δεύτερον: Το ξέθαμα του παλιού να γίνεται φύτρο έμπνευσης για σύγχρονες συνθήκες και καημούς, καμβάς νέου έργου για τις ανάγκες του καιρού. Τρίτον: Πουθενά δεν υπάρχει παρθενογένεση, όσο γνωρίζει βαθειά το παλιό τόσο πας πιο μακριά στο νέο. Τέταρτον: η ομορφιά κάθε παλιού στολίζει το εκάστοτε σήμερα. Πέμπτον: Πλημμυρίζεις συγκίνηση σε κάθε ανακάλυψη. Έκτον: Τρώγοντας έρχεται η όρεξη και πάντα υπάρχει πείνα».

Έχεις βιογραφήσει πάνω από 45 ρεμπέτες, στους «Μάγκες» είναι 25, ποιον θεωρείς κορυφαίο;

«Παιδιόθεν Μαρκομανής! Εν αρχή ην ο Μάρκος Βαμβακάρης, ακολουθούν οι άλλοι. Άπαντες λατρευτοί,  θρυλικοί, αλλά:  «και μάγια μου ’χεις κάνει φραγκοσυριανή γλυκιά»!

Πού είναι το λαϊκό τραγούδι σήμερα;

«Υπάρχει και είναι ανθηρό ανάλογα με τα ζόρια, που τραβάμε, αλλά δεν προβάλλεται από τα Μέσα, επιμελώς, συστηματικά θάβετε, προβάλλονται εμπορικά κακέκτυπα και ο ηλεκτρικός εκκωφαντικός σαματάς, που πωλείται σαν μοντέρνα μουσική. Γράφονται  ωραία λαϊκά άσματα αλλά μένουν στα πλαίσια της παρέας, αυτοχρηματοδοτούμενη δημιουργία. Όπως τηρουμένων κοινωνικών συνθηκών, ιστορικών αναλογιών γίνονταν και τότε. Πόσα πούλησαν η «Συννεφιασμένη Κυριακή» και η «Φραγκοσυριανή», όταν κυκλοφόρησαν οι δίσκοι; Ελάχιστα!  Ήρθε μετά ο πανδαμάτωρ χρόνος, έγιναν θρύλοι. Για αυτό λέμε: “Μάγκες Αλήστου Εποχής”, γλεντώντας τα μεράκια να σιάξουμε, αν μπορούμε και τα δικά μας τραγούδια».

*Η συνέντευξη του Ηλία Βολιότη Καπετανάκη, πρωτοδημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΕλεύθερΤύπος»

———————-

Συνοπτική  παρουσίαση του βιβλίου «Μάγκες Αλήστου Εποχής»

«Μάγκες Αλήστου Εποχής 24+1 ρεμπέτικα πορτρέτα»

Οι βάρδοι του ρεμπέτικου τραγουδιού αφηγούνται την Ιστορία του με πρωτότυπες βιογραφίες και πλήθος μοναδικών φωτογραφιών και άλλων ντοκουμέντων. Σε μια καλαίσθητη έκδοση αναπαριστούν την θρυλική εποχή, που τα μελωδικά της καλούδια εμπνέουν και τα τωρινά μεγάλα βάσανα, καλούν να πούμε και τα δικά μας τραγούδια απαντοχής και αισθητικής ανάτασης. «Μάγκες Αλήστου Εποχής. 24 και 1 ρεμπέτικα πορτρέτα» ξανά στα βιβλιοπωλεία. Μισόν αιώνα συμπληρώνει ο Ηλίας Βολιότης Καπετανάκης στην δημοσιογραφία και στην λαογραφική έρευνα. Πέρασαν 20 χρόνια από την πρώτη έκδοση, που σηματοδοτούσε και την αυλαία της καρπερής εκδοτικής διαδρομής του «Μετρονόμου». Εξαντλημένο για πάνω από 15 χρόνια το βιβλίο.

Τυπικά μόνο τρίτη έκδοση, πρόκειται για εξ υπαρχής εργασία εμπλουτισμένη με τα καινούρια ευρήματα της έρευνας των τελευταίων δεκαετιών, νέο σκληρό εξώφυλλο κι οπισθόφυλλο, καλλιτεχνική επιμέλεια Δημήτρη Κατσουλάκου. Σαν γλαφυρή ταινία  παρελαύνουν δημιουργοί, έργα, κοινωνικές συνθήκες, ολόκληρη, αλησμόνητη εποχή. Όχι ως μουσειακή αναπόληση αλλά με πρίσμα την σύγχρονη αναζήτηση-ψυχαγωγία. Σκόρπια, ευτυχώς όχι λίγα, συναπαντήματα με σκονισμένες αλλοτινές εικόνες, κάδρα με πρόσωπα θρυλικά μα τόσο άγνωστα στον πλατύ κοινό. «Μάγκες Αλήστου Εποχής» που γαλούχησαν με τραγούδια, προίκισαν τον κόσμο όλο με το πιο όμορφο στον 20ό αιώνα έργο μελωδικού πολιτισμού. Σπονδή στην μνήμη όσων τ’ άσματα είναι πάντα στα χείλη, κυρίως στην καρδιά μας μα πέπλο λήθης σκέπασε τον βίο και την πολιτεία τους. Λες και έζησαν σε αρχαίο και όχι σύγχρονο καιρό.

Σημειώνει στον πρόλογο ο Η. Βολιότης-Καπετανάκης: «Πρωτόπαιχτες μονογραφίες με τον δοκιμασμένο τρόπο της αδρής αφήγησης, που φέρνει την αμεσότερη μέθεξη. Στοχεύουν το ταξίδι σε γκαστρωμένα χρόνια που τα αιώνιά τους παιδιά είναι πλοίο για να μην πνιγούμε στο λαμπερό τίποτα, κατάρτι να ανοίξουμε και τα δικά μας πανιά στην φουσκοθαλασσιά της κοινωνίας και της τέχνης. Εικόνες όμορφες θα… δείτε και όχι αγιογραφίες σε εποχή, που είναι πληγή λευκώματα με προχρονολογημένες αναμνήσεις και κούφιες αποθεώσεις. Σάρκινες προσωπικότητες και όχι εικονική πραγματικότητα. Με τις αδυναμίες τους κυρίως, γιατί όσο μεγαλύτερα πάθη, βάσανα και κουσούρια τόσο πιο ωραίο, διαχρονικό έργο, αρκεί μοναδικό ταλέντο να τα γονιμοποιεί. Ό,τι σπανίζει σήμερα»;

Διόλου τυχαία το βιβλίο ξεκινά  με τον «πατριάρχη»  Μάρκο Βαμβακάρη, από την γενέτειρά του και αφήγηση του γιου του Στέλιου πώς ο πατέρας του με το μπουζούκι  ζωγράφιζε τους πίνακες της ζωής του. Πρωτοδημοσίευτα στοιχεία για μερακλήδες, που άλλαξαν την λαϊκή μουσική: Ανέστος Δελιάς, Στράτος Παγιουμτζής, Γιώργος Κάβουρας, Βαγγέλης Παπάζογλου. Οι τελευταίες συναυλίες του Γιώργου Θεολογίτη-Κατσαρού. Η αλήθεια για την «Συννεφιασμένη Κυριακή» του Βασίλη Τσιτσάνη, μελωδικές μεταλλάξεις του Απόστολου Καλδάρα. Ο τρυφερός καϊξής Απόστολος Χατζηχρήστος, το βιολί του «ρεμπέτικου» Δημήτρης Σέμσης-Σαλονικιός. Μοναδικοί τραγουδιστές: Πρόδρομος Τσαουσάκης, Στέλλα Χασκίλ, Γιάννης Μπαξεβάνης,  Κώστας Τσανάκος, σφράγισαν τραγούδια με την φωνή τους. Ο θρυλικός λυράρης Ανδρέας Ροδινός και ο σύντεκνος  Στέλιος Φουσταλιέρης. Ο ευπατρίδης Γιώργος Μητσάκης, οι «ξεχασμένοι» Κώστας Κανούλας, Σταύρος Παντελίδης, Τόλης Εσδράς. Οικογένειες μουσικών χάραξαν με το παίξιμό τους την λαϊκή μούσα, Μανώλης και Ευαγγελία Μαργαρώνη. Ο Σπύρος Καλφόπουλος τελευταίο άστρο πριν το ινδικό σκοτάδι, ο σαρκαστικός Χοντρο-Νάκος. Η πρόσφατη ανακάλυψη: Γιώργος Μακαρόνας. Δεν λείπουν τα μεράκια της θρυλικής «Σκάλας» του Μιλάνου στον Βόλο. Επίλογος με τον πρωτοπόρο του ραδιοφώνου Γιώργο Κοντογεωργίου.

Μοιραστείτε το:
Tagged