Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ο Τσίπρας, ο Πολάκης και ο Άδωνις…

Πολιτικοί
Μοιραστείτε το:

Επιτρέπεται η κριτική στην κυβέρνηση Μητσοτάκη;

Η αλήθεια είναι ότι η ερώτηση δεν χρειάζεται καν απάντηση. Είναι αυτονόητη. Ακόμα και σε τέτοια δύσκολη -επιεικώς- εποχή, δουλειά της αντιπολίτευσης είναι να κάνει κριτική. Ακόμα και αν όλοι συμφωνούμε ότι η κυβέρνηση έδειξε άριστα αντανακλαστικά, ότι πήρε εγκαίρως μέτρα και πιθανώς- ελπίζουμε- απέτρεψε μια τραγωδία ανάλογη αυτής της Ιταλίας, στη Δημοκρατία δεν προβλέπεται η σιωπή. Ακόμα και αν οι περισσότεροι συμφωνούμε, που συμφωνούμε, ότι ο Μητσοτάκης τα πήγε μέχρι στιγμής άριστα, ο καθένας μπορεί να έχει και άλλη άποψη. Και τα σκυλιά δεμένα.

του Μανόλη Καψή

Ακόμα και όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης προτείνει να δώσουν οι υπουργοί και οι βουλευτές το 50% του μισθού τους στη μάχη κατά του κορονοϊού, επιτρέπεται (αντί να πεις ένα μπράβο) να κάνεις ρελάνς -υποτίθεται- και να απαιτείς να γίνει υποχρεωτικό. Βάζοντας στην ανακοίνωση και ολίγη σάλτσα για τα golden boys, ώστε να αποκτήσει και μια essence αριστερισμού. Και ας βγαίνει μετά ένας Κούλογλου να δηλώνει ότι θα δώσει ολόκληρο τον μισθό του, αλλά πρώτα να ξεκινήσει να λειτουργεί το νοσοκομείο της Χαλκίδας. Που παραμένει ανενεργό εδώ και 6 χρόνια. Από μια άποψη, πιο τίμια η Λιάνα Κανέλλη.

Ηταν υπερβολική η κριτική του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση σε αυτή τη μάχη κατά του κορονοϊού; Η αλήθεια είναι ότι σε σχέση με το παρελθόν, η κριτική της ριζοσπαστικής αριστεράς μοιάζει μετρημένη. Στήριξε τα μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας, ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας ποστάρει φωτογραφίες που μένει σπίτι, ενώ για τα μέτρα στήριξης της οικονομίας και των εργαζομένων, ο ΣΥΡΙΖΑ ζητάει περισσότερα. Αυτονόητο για την αντιπολίτευση και δη για μια “αριστερή” αντιπολίτευση. Επιμένει και καλά κάνει, στη στήριξη του ΕΣΥ.

Προς τι λοιπόν όλος αυτός ο θυμός που ξεχειλίζει μέσα και έξω από τα social media για τον ΣΥΡΙΖΑ την εποχή του κορονοϊού; Γιατί αυτή η δυσανεξία σε οποιαδήποτε κριτική;

Ο σκιτσογράφος Ανδρέας Πετρουλάκης έδωσε μια μάλλον πειστική ερμηνεία. Αποδίδοντας τον καυγά, τις κατηγορίες που εκτοξεύονται ένθεν και ένθεν, σε μια αμοιβαία εχθροπάθεια, που κάνει πολλούς σχολιαστές να επιλέγουν τους πιο περιθωριακούς, ανόητους και αψείς -ας το πούμε έτσι- εκφραστές του ΣΥΡΙΖΑ και να τους αποδίδουν ρόλο πρωταγωνιστή. Ανταποδίδοντάς τους τα πυρά, πολλές φορές με ύφος ανάλογο ενός Σωτήρη Καψώχα.

Αντί των μετριοπαθών φωνών, όπως για παράδειγμα ο Ανδρέας Ξανθός, που εκφράζουν, υποτίθεται πιο πειστικά το νέο, κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς.

Μάλιστα, κατά την αγαπημένη συνήθεια των περισσοτέρων να διαλέγουν τους βολικούς εχθρούς -έγραψε ο Ανδρέας Πετρουλάκης- στον αντίποδα του συλλογικού μητσοτακικού μαγνητισμού, τοποθετούν κάτι συριζαίους πελταστές τύπου Κούλογλου και Καψώχα και όχι κεντρικά πρόσωπα της αντιπολίτευσης που όμως λένε κάποια αξιοπρόσεκτα πράγματα. Προτιμά να απαντά λοιπόν εκτενώς ο κυβερνητικός εκπρόσωπος στις υπερχειλίζουσες τεστοστερόνης και ανοησίας περιθωριακές φωνές της αντιπολίτευσης, χωρίς από την άλλη να νιώθει την ανάγκη να δίνει πειστικές απαντήσεις στο ψύχραιμο πρώην υπουργό Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ και ορισμένους άλλους μετριοπαθείς της αντιπολίτευσης που καταγγέλλουν συγκεκριμένα πράγματα. Είπαμε, διαλέγουμε τους εχθρούς, και αυτό δεν αφορά μόνο τους υπουργούς της κυβέρνησης αλλά και το κοινό αίσθημα του διαδικτύου που θεωρεί την εποχή αυτή κάθε αντικυβερνητική φωνή ανίερη. Λάθος, είναι άλλο η συναίνεση στην αντιμετώπιση της κρίσης και άλλο η αφωνία. (βλ. Protagon.gr).

Η αλήθεια είναι ότι με προβλημάτισε ο καλός συνάδελφος. Και μετά διάβασα στην Αυγή το άρθρο της Ευγενίας Λουπάκη:

“Ο Πολάκης που καπνίζει και ο Ξανθός που δεν καπνίζει, το ίδιο πράγμα εκπροσωπούν, για το ίδιο πράγμα δούλεψαν σκληρά: Για την ανόρθωση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας, που το είχαν ρημάξει οι Αδώνιδες και οι Μητσοτάκηδες. Το ίδιο πράγμα υπερασπίζονται και σήμερα, ο καθένας με τον τρόπο του. Αυτό ακριβώς είναι που ανησυχεί τους αμετανόητους υπαλλήλους του συστήματος που βάζει ακόμα και τώρα τα κέρδη πάνω απ’ τον άνθρωπο.”

Πηγή: capital.gr

Μοιραστείτε το:
Tagged