Επαγγελματική Β/θμια Εκπαίδευση: Καταργήστε την ή αλλάξτε την εκ βάθρων…

Επαγγελματική
Μοιραστείτε το:

Η Επαγγελματική Εκπαίδευση στη χώρα μας, όπως έχει πλέον διαμορφωθεί μέσα από τις δεκάδες «μεταρρυθμίσεις», δεν είναι ούτε επαγγελματική, ούτε τεχνική, αλλά ένα υποβαθμισμενο υβρίδιο Β/θμιας Εκπαίδευσης που απλώς χρησιμοποιείτε σαν αποθήκη ψυχών, -των μαθητών-, και εργοτάξιο δημοσίων υπαλλήλων, -των εκπαιδευτικών-, που κανένας δεν θέλει να αποφασίσει για την τύχη τους.

Σκληρά λόγια, αλλά έτσι είναι. Η απαρχή της Τεχνικής Εκπαίδευσης στη χώρα μας, -Επαγγελματική μετονομάσθηκε τα τελευταία χρόνια-, έχει τις ρίζες της  στην διακυβέρνηση του Καποδίστρια με την ίδρυση του Σχολείου Τεχνών και Κατασκευών στην Αίγινα που μετεξελίχθηκε στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο.

Το 1925, ιδρύθηκε στην Αθήνα με πρωτοβουλία και αρχική χρηματοδότηση της αθηναϊκής συντεχνίας των εμπόρων, η πρώτη Εμπορική Σχολή με στόχο και σκοπό την «παραγωγή» στελεχών για τις εμπορικές επιχειρήσεις.

Σταθμός για την Τεχνική Εκπαίδευση στη χώρα μας, υπήρξε η ίδρυση της  Σιβιτανιδείου  Δημόσιας Σχολής Τεχνών και Επαγγελμάτων (ΣΔΣΤΕ) στην Καλλιθέα το 1927 με τη διαθήκη του Βασιλείου Σιβιτανίδη, μεγαλοεπιχειρηματία και ευεργέτη από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου (1830–1921). Αρχικά λειτούργησε με πέντε ειδικότητες οι οποίες στη συνέχεια αυξήθηκαν. Στις αρχές της δεκαετίας του ’50 πελάτες της Σχολής ήταν η Πάντειος Σχολή, το ΠΙΚΠΑ, το Υπουργείο Οικονομικών, Βιομηχανίας, Εθνικής Άμυνας κ.ά. για εργασίες ξυλουργικές, μηχανουργικές κ.λπ. Στα μέσα της δεκαετίας αυτής 1.000 περίπου μαθητές φοιτούσαν στα τμήματα της Σιβιτανιδείου σε διάφορες ειδικότητες.

Η πραγματική, όμως, ώθηση της Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης στη χώρα μας, ξεκίνησε το 1952 με την εμβληματική, για τα χρονικά του εκπαιδευτικού συστήματος της Ελλάδας, μελέτη της ΟΥΝΕΣΚΟ που στο δια ταύτα κατέληγε στην πρόταση α) «δημιουργίας οργανωμένου κρατικού δικτύου σχολείων Τεχνικής Εκπαίδευσης» και β) Ίδρυση Σχολής παραγωγής εκπαιδευτικών στελεχών (καθηγητών) που θα στελέχωναν τα Τεχνικά σχολεία της Β/θμιας.

Αιτιολογούσε δε την πρόταση αυτή, συνδέοντάς την με την παραγωγή τεχνικών και επαγγελματικών στελεχών για τους βιομηχανικούς, βιοτεχνικούς και εμπορικούς τομείς και τον κατασκευαστικό κλάδο της Ελληνικής οικονομίας που εξερχόμενη από τον πόλεμο, βρίσκονταν στη φάση της ανασυγκρότησης και της ανάπτυξης. Σημείωνε δε ότι χωρίς καταρτισμένα μικρομεσαία στελέχη αυτό δεν θα ήταν εφικτό.

 Οι γνωστές τις πάσι αγκυλώσεις του ελληνικού εκπαιδευτικού και πολιτικού συστήματος, καθυστέρησαν υπερβολικά την υλοποίηση των προτάσεων της ΟΥΝΕΣΚΟ, με αποτέλεσμα να «προτιμηθεί» η μερική εφαρμογή τους και να ιδρυθεί το 1958 η ΠΑΤΕΣ ΣΕΛΕΤΕ, με δύο Τμήματα, ένα μονοετές και ένα διετές που λειτούργησαν για 14 περίπου χρόνια στη οδό Πειραιώς, έως ότου μεταφέρθηκαν στις εγκαταστάσεις του Αμαρουσίου.

Το 1962 δεσμεύθηκε και απαλλοτριώθηκε η έκταση των 254 στρεμμάτων στα όρια του Αμαρουσίου, γνωστή στους περίοικους σαν περιοχή γερμανικών ορυχείων κάρβουνου, προκειμένου να αναγερθούν σ’ αυτή οι εγκαταστάσεις της ΣΕΛΕΤΕ με χρηματοδότηση του ΟΗΕ.

Η συνέχεια δεν ήταν αυτή που περίμεναν όλοι, όσοι από πλευράς  υπουργείου Παιδείας είχαν εμπλακεί στο συγκεκριμένο πρόγραμμα, αν εξαιρέσει κανείς τις ιδρύσεις ιδιωτικών σχολών εμπορικού ναυτικού, για την κάλυψη των αναγκών  σε στελέχη της Ελληνικής Ναυτιλίας που αναπτυσσόταν από εθνική σε παγκόσμια με φρενήρεις ρυθμούς.

Κι αυτό γιατί μεσολάβησε η περίφημη μεταρρύθμιση Παπανούτσου, που για άλλη μία φορά έδωσε το μονοπώλιο της Β/θμιας στην επονομαζόμενη Γενική Παιδεία.

Η πραγματική επανάσταση για την Τεχνική Εκπαίδευση με την ίδρυση των Τεχνικών Σχολών για αποφοίτους δημοτικού και Σχολές Εργοδηγών για αποφοίτους 3τάξιου ή εξατάξιου Γυμνασίου, ήλθε το 1970 με δύο νόμους (Βασιλικά διατάγματα) της τότε  στρατιωτικής χούντας, το ΒΔ 579/70 με το οποίο ιδρύθηκε το δίκτυο των σχολών τεχνικής κατάρτισης του ΟΑΕΔ και το ΒΔ 580/70 με το οποίο ιδρύθηκαν οι προαναφερθείσες εκπαιδευτικές δομές.

Μ έταιρο νόμο υλοποιήθηκε η ίδρυση της ΣΕΛΕΤΕ με δύο κύκλους σπουδών, τον 4ετή για την «παραγωγή» Εκπαιδευτικών θεωρητικών και εργαστηριακών μαθημάτων και τον μονοετή για την Παιδαγωγική Επιμόρφωση και Κατάρτιση των αποφοίτων Σχολών Εργοδηγών, που σύμφωνα με τον νόμο 580/70 ήταν και οι μόνοι (οι απόφοιτοι και των δύο κύκλων σπουδών)  που μπορούσαν να προσληφθούν ως εκπαιδευτικοί στα σχολεία της Τεχνικής και Επαγγελματικής εκπαίδευσης.

Απαραίτητο προσόν για την πρόσληψή τους, η τριετής προϋπηρεσία στο επαγγελματικό τους αντικείμενο, στον Ιδιωτικό τομέα, όρος που καταργήθηκε από έναν από τους πραγματικούς καταστροφείς της Τεχνικής Εκπαίδευσης της χώρας, τον Απόστολο Κακλαμάνη, κατά την θητεία του ως υπουργός παιδείας το μακρινό 1987.

Κι ενώ ο συγκεκριμένος κλάδος της Β/θμιας Εκπαίδευσης γνώριζε πολύ μεγάλη άνθηση και η κοινωνική πίεση για την ίδρυση νέων σχολικών μονάδων της ήταν τεράστια, ήλθε ο «πολύς» Βασίλης Κοντογιαννόπουλος, που αρνούμενος κάθε άλλη πρόταση και συνεργούντος του μακαρίτη πλέον συμβούλου του Κορνήλιου Καραμιτσάνη, τότε αμφιλεγόμενου προέδρου της ΣΕΛΕΤΕ, πέρασε από την Βουλή τον νόμο 576/77 με τον οποίο ιδρύθηκαν τα ΤΕΛ σε αντικατάσταση των Σχολών Εργοδηγών και οι ΤΕΣ για αποφοίτους Γυμνασίου, με βασική «προοδευτική» αιτιολογία αυτή της ισοτιμίας των τίτλων σπουδών των ΓΕΛ και ΤΕΛ, κάτι που όμως ποτέ δεν νομοθετήθηκε και δεν ισχύει μέχρι σήμερα.

Παρόλο που τα ΤΕΛ γνώρισαν πραγματική άνθηση στα επόμενα χρόνια, ο νόμος 576/77 ήταν το «δηλητήριο» που ενεργώντας υποδόρια οδήγησε στα επόμενα και μέχρι σήμερα χρόνια, μέσω των κρυφών μεταρρυθμίσεων κάθε υπουργού Παιδείας, στην «γενικοποίηση» και υποβάθμιση των σχολείων της Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, αφού άκριτα και χωρίς σύνδεση με τις πραγματικές ανάγκες της ελληνικής οικονομίας εισήγαγε ειδικότητες για «κάθε νόσο και κάθε μαλακία».

Μία πολύ σοβαρή προσπάθεια για το συμμάζεμα της κατάστασης και την θεσμοθέτηση του διακριτού ρόλου της τεχνικής Εκπαίδευσης, υπήρξε από τον Πέτρο Μώραλη, με τον εμβληματικό νόμο 586/85, που όμως σταδιακά εκφυλίστηκε από τον λαϊκιστή και ανίκανο να αντισταθεί στις πιέσεις της ΟΛΜΕ, Απόστολο Κακλαμάνη, απώντος της ζωής του εμπνευστή του αείμνηστου Μώραλη.

Τραγική ήταν και η περιπέτεια για τον συγκεκριμένο κλάδο της Β/θμιας που υποχρεώθηκε να περάσει με την περίφημη μεταρρύθμιση Αρσένη, κατά την οποία έγιναν όργια σε βάρος της από μία δράκα κομματικών εκπαιδευτικών στελεχών με αποκλειστικό κίνητρο το χρήμα που έλαβαν για την συγγραφή των νέων βιβλίων και βάση αυτών των ωρολογίων και αναλυτικών προγραμμάτων.

Για να αυξήσουν τις αμοιβές τους, τα συγκεκριμένα κομματικά στελέχη, επέβαλαν την ίδρυση δεκάδων νέων ειδικοτήτων, ακόμη και αυτών για τις οποίες δεν υπήρχε παραγωγή από την τριτοβάθμια ή ακόμη και από την Β/θμια εκπαιδευτικών στελεχών.

Αποτέλεσμα να δημιουργηθεί σταδιακά ένας φαύλος κύκλος με θύματα α) τους μαθητές που έχουν τίτλους σπουδών χωρίς κανένα αντίκρυσμα στην πραγματική οικονομία και β) τους εκπαιδευτικούς που βρίσκονται επί στύλου κρεμάμενοι ως προς την απασχόλησή τους.

Η πραγματική κατάρρευση της Τεχνικής και Επαγγελματικής και τα αίτια της

α) «Οι αδιάβαστοι» εκπαιδευτικοί ειδικότητας»

Η ουσιαστική κατάρρευση της Τεχνικής και Επαγγελματικής Β/θμιας Εκπαίδευσης, έχει τις ρίζες της στην περίφημη απόφαση του Απόστολου Κακλαμάνη, περί κατάργησης του υποχρεωτικού όρου της «επαγγελματικής προϋπηρεσίας» των διοριζόμενων εκπαιδευτικών ειδικότητας, στα τέλη της δεκαετίας του ’80, σε συνδυασμό με την πτώση της ποιότητας εκπαίδευσης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Η άκριτη «παραγωγή» αποφοίτων από την Τριτοβάθμια και ο υπερπληθωρισμός τους στην αγορά εργασίας, ώθησε μεγάλο αριθμό απ’ αυτούς να στραφούν προς το δημόσιο Τομέα με το εκπαιδευτικό σύστημα να παρουσιάζει τις καλύτερες ευκαιρίες για διορισμό. Σαν εκπαιδευτικοί, ορισμένοι απ’ αυτούς ανταποκρίθηκαν στα νέα καθήκοντά τους, βρίσκοντας τη ευκαιρία να θητεύσουν δίπλα στους παλιούς εκπαιδευτικούς και με αυτό τον τρόπο να καλύψουν σταδιακά τις ελλείψεις τους στο γνωστικό, θεωρητικό και πρακτικό, αντικείμενο της ειδικότητάς τους.

Η πλειοψηφία τους, όμως, αρνήθηκε ουσιαστικά να μπει σ’ αυτή την διαδικασία με αποτέλεσμα σήμερα τα σχολεία της Επαγγελματικής, να είναι γεμάτα με «αγράμματους» εκπαιδευτικούς ειδικότητας που φθάνουν στο σημείο να διδάσκουν ασκήσεις δεξιότητας μέσω βιντεοπαιδείας.

β) Τα νέα μαθήματα χωρίς επιμόρφωση εκπαιδευτικών

Στο ελληνικό υπουργείο Παιδείας, είναι ποιο εύκολο να ορίσεις νέα μαθήματα στις ειδικότητες της επαγγελματικής εκπαίδευσης, από το να προσλάβεις μία καθαρίστρια σε ένα σχολείο που δεν διαθέτει. Αρκεί, κάποιος «σοφός» του ΙΕΠ και του πρόγονου του Π.Ι. να το προτείνει.

Το πρόβλημα επιδεινώνεται με τις περίφημες «παιδαγωγικές εγκυκλίους» που ορίζουν  κάθε φορά σε ετήσια βάση ποια είναι η διδακτέα ύλη ανεξάρτητα από το αναλυτικό πρόγραμμα των μαθημάτων.

Εισάχθηκαν ή εισάγονται με αυτό τον τρόπο για διδασκαλία,  τεχνολογίες άγνωστες στους εκπαιδευτικούς, που καλούνται να τις διδάξουν με το γνωστό αποτέλεσμα «απορία ψάλτου βίξ», κάτι που γίνεται αντιληπτό άμεσα και από τους μαθητές. Οι εκπαιδευτικοί εν την αδυναμία τους αναγκάζονται εκ των πραγμάτων να υποβαθμίσουν την παρεχόμενη εκπαίδευση και να χαμηλώσουν τα κριτήρια αξιολόγησης  των μαθητών, με τους τελευταίους να αποχωρούν χωρίς καμία γνώση στο γνωστικό αντικείμενο του μαθήματος.

γ) Αναθέσεις μαθημάτων σε κάθε πικραμένο…

Η Διοικητική, εκπαιδευτική και παιδαγωγική  «φαυλότητα» σε όλο το μεγαλείο της. Κάθε πικραμένος που είχε πρόσβαση στους «σοφούς» του ΙΕΠ ή στην ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας ή ακόμη κάθε Σχολή και Τμήμα των ΑΕΙ που θέλει να δώσει κάποιο μέλλον για τους αποφοίτους, αρκεί να έχει κανάλια επικοινωνίας με τους αποφασίζοντες.

Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο η Άννα Διαμαντοπούλου, με μία αποκλειστικά για έναν εκπαιδευτικό απόφασή της όρισε αναθέσεις μαθημάτων για την ειδικότητά του, ακόμη και για μαθήματα που δεν διδάχθηκε ο ίδιος ποτέ, με βάση το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της σχολής που αποφοίτησε, ενώ μία δεύτερη χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή των αποφοίτων της Σχολής Μηχανικών Περιβάλλοντος που εξισώθηκαν ως προς τις αναθέσεις μαθημάτων με τους Μηχανολόγους Μηχανικούς, χωρίς φυσικά να έχουν διδαχθεί ποτέ τα σχετικά μαθήματα.

Τα προβλήματα επιδεινώνονται με τις Β΄ και Γ΄ αναθέσεις, όπου κάθε πικραμένος αναζητεί διδακτικές ώρες για να καλύψει, ανεξάρτητα αν έχει την παραμικρή ιδέα για το γνωστικό αντικείμενο του μαθήματος που διεκδικεί ή όχι.

Συνολικά, αν κάποιος επίσημος ή μη κάνει μία απλή ή ακόμη και απλοϊκής μορφής έρευνα για την ποιότητα εκπαίδευσης που βιώνουν οι μαθητές των ΕΠΑΛ, θα διαπιστώσει την πλήρη «αγραμματοσύνη» τους  στα γνωστικά αντικείμενα που διδάχθηκαν και γι’αυτό ίσως καταλήγουν στο «ντιλίβερι», αντί να αναζητούν απασχόληση με βάση το πτυχίο τους.

δ) «Γενικοποίηση» της Επαγγελματικής…

Το μεγαλύτερο, όμως, χτύπημα κατά της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης που έχει μέχρι σήμερα υπάρξει είναι η «γενικοποίησή» της, δηλαδή η σταδιακή παραμόρφωση των ωρολογίων προγραμμάτων των ειδικοτήτων της, με αύξηση των διδακτικών ωρών των μαθημάτων γενικής παιδείας και ταυτόχρονη μείωση διδακτικών ωρών των μαθημάτων και εργαστηρίων  ειδικότητας.

Η πρακτική αυτή ξεκίνησε το 1987, με την αύξηση των διδακτικών ωρών των μαθημάτων γενικής παιδείας της Α΄Τάξης των ΤΕΛ, με την αιτιολογία της εξίσωσης των σπουδών στην εισαγωγική τάξη ΓΕΛ και ΕΠΑΛ, ώστε να μην δημιουργείται κανένα πρόβλημα στην κινητικότητα των μαθητών μεταξύ των δύο τύπων σχολείων, για να φθάσει σήμερα σταδιακά στα θηριώδη ποσοστά που έχουν μετατρέψει, χάριν της ισοτιμίας όπως ισχυρίζεται του Υπουργείο, σε υβρίδιο σχολείου που δεν είναι ούτε γνήσιο ΕΠΑΛ, ούτε γνήσιο ΓΕΛ.

ε) «Υποβάθμιση εκ των έσω» με επιλογές ειδικοτήτων από τα σχολεία…

Εδώ, όλα γίνονται με βάση το ένστικτο της επιβίωσης των εκπαιδευτικών, που βλέπουν το δένδρο και όχι το δάσος. Σχολεία της επαγγελματικής εισηγούνται και δυστυχώς εισακούονται από τις οικείες Διευθύνσεις εκπαίδευσης, την κατάργηση ειδικοτήτων και την λειτουργία νέων, παρότι για τις πρώτες υπάρχει εκπαιδευτικός εξοπλισμός εκατομμυρίων ευρώ, με μόνο κριτήριο την αριθμητική προσέλευση των μαθητών και την «εικόνα» που αυτοί παρουσιάζουν.

Χαρακτηριστικότερη όλων, η περίπτωση σχολείου της Επαγγελματικής (ΕΠΑΛ) της δυτικής Αθήνας, που κατάργησε τις μηχανολογικές (πλην μίας) και ηλεκτρολογικές ειδικότητες, για τις οποίες διαθέτει πρότυπο εκπαιδευτικό εξοπλισμό εκατομμυρίων, προκειμένου να βρει χώρους για την ειδικότητα της κομμωτικής!!!

Τι μέλλεσθαι γεννάσθαι…

Η Επαγγελματική Εκπαίδευση σήμερα, ταλανίζεται από την υπερπληθώρα ειδικοτήτων εκπαίδευσης και αντίστοιχα εκπαιδευτικών, με τους τελευταίους να «αγωνίζονται» να βρουν λύσεις στην εκπαιδευτική απασχόλησή τους σύμφωνα με τα οριζόμενα από το νόμο.

Από την άλλη, η αγορά εργασίας, αδυνατεί να βρει καταρτισμένα μικρομεσαία στελέχη, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ανανεώσει ή και να αυξήσει το προσωπικό.

Η καθαρή λύση, όπως όλες οι λύσεις  σε ένα στρεβλό τομέα είναι η «κάθαρση» και η επανεκκίνηση.

Ειδικότητες εκπαίδευσης πρέπει να καταργηθούν, να υπάρξει συνάφεια για όσες παραμείνουν και όσες πιθανόν θα θεσμοθετηθούν ως νέες με τις ανάγκες της οικονομίας και της αγοράς εργασίας  και σε ότι αφορά τους εκπαιδευτικούς που εκ των πραγμάτων θα «περισσέψουν» αφού θα βρεθούν χωρίς εκπαιδευτικό αντικείμενο, ας τοποθετηθούν στον υπόλοιπο δημόσιο ή και για όσους επιθυμούν στον αυτοδιοικητικό τομέα.

Τα ωρολόγια και αναλυτικά προγράμματα θα πρέπει να εκσυγχρονισθούν και τα διδακτικά βιβλία να ξεφύγουν από το θέσφατο της δημόσιας κατευθυνόμενης συγγραφής, με προοπτική τακτικής ανανέωσής τους.

Να μπει επιτέλους σύστημα αξιολόγησης όχι μόνο με ποσοτικά και αόριστα κριήρια, αλλά και κυρίως με ποιοτικά τόσο για τα σχολεία, όσο και για τους εκπαιδευτικούς.

Το βασικότερο, όμως όλων είναι να αποφασίσει η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας να σπάσει αυγά. Αν δεν μπορεί της είναι ποιό εύκολο να καταργήσει την Επαγγελματική, μιμούμενη τον Παπανούτσο…

«Αιρετικός» (και για την ταυτοποίηση Νίκος Παρίκος)

Μοιραστείτε το:
Tagged