Ντολτσεβίκοι+ boomers > Σημερινοί Αρνησίγεροι

Γνώμες Πολιτικά Κόμματα
Μοιραστείτε το:

Στην Ελλάδα, όπου ανέκαθεν σταθήκαμε σεβαστικοί προς τους πρεσβύτερους, ας λέμε τούς εβδομηνταπεντάρηδες με τα παιδιακίσια καμώματα απλώς αρνησίγερους. Και ας τους περιβάλλουμε με τη στοργή και τη συγκαταβατικότητα που τους αρμόζει.

του Χρήστου Χωμενίδη

Κάθε εποχή διαπλάθει τους ανθρώπους της. Επισημαίνω απλώς το ιστορικά πρωτοφανές φαινόμενο. Πολλοί εξ’όσων βαδίζουν σήμερα ολοταχώς προς το γήρας είναι τελείως άκαπνοι. Τήρησαν, κάποιοι τους, γενναία στάση στα πρώτα τους νιάτα. Μα στη συνέχεια δεν χρειάστηκε να κοπιάσουν αληθινά για να καταφέρουν, για να αποδείξουν το παραμικρό σχεδόν. Το μυαλό τους δεν έπηξε από την τριβή με την πραγματικότητα.  Παρέμειναν εφηβικά αιθεροβάμονες. Καυχιούνται δε για αυτό.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου στάθηκε θωπευτικός προς τους αντιεξουσιαστές. Δεν αναφέρομαι, προς Θεού, στους τρομοκράτες αλλά στους “ντολτσεβίκους” όπως αυτοαποκαλούνταν, από το “Ντόλτσε”, το ζαχαροπλαστείο της οδού Σκουφά όπου σύχναζαν.

Δεν πρόκειται ασφαλώς για ελληνική μοναδικότητα. Τους συνομήλικους τους εκείθεν του Ατλαντικού τους αποκαλούν boomers. Τους φθονούν επειδή πρόφτασαν το Woodstock, τη σεξουαλική -προ aids- απελευθέρωση, τα χαρισάμενα χρόνια του Μπιλ Κλίντον. Τους χλευάζουν που δεν εννοούν να αδειάσουν τη γωνιά για τους νεότερους.

———————-

Αρνησίγεροι

Με τις απανωτές δηλώσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τη μία πως αν ήταν δεκαεπτά χρονών θα έκαιγε εκείνος τη Μόρια, την άλλη ότι ως σχεδόν εβδομηνταπεντάρης προτίθεται να αντισταθεί στα μέτρα προστασίας της ευπαθούς ηλικιακής ομάδας του, να ξεκινήσει εν μέσω πανδημίας νέα Πολυτεχνεία όχι εναντίον της Χούντας αλλά, αντικειμενικά, υπέρ του κορονοϊού, ο καθηγητής Αντώνης Λιάκος έγινε το πρόσωπο των ημερών. Λίγοι στάθηκαν στο πλευρό του. Κάποιοι εξοργίστηκαν μαζί του. Οι περισσότεροι τον πήραν στο ψιλό. Εάν υπήρχε χρυσή λεμονόκουπα, θα τού απενέμετο μετά πολλών επαίνων.  

Έχω στο κομοδίνο του το βιβλίο του “Ο Ελληνικός 20ος Αιώνας”. Σάς διαβεβαιώνω ότι πρόκειται για πόνημα ιδιαιτέρως αξιόλογο, καρπό άοκνης επιστημονικής εργασίας. Ακόμα και αν διαφωνείς με τις περισσότερες θέσεις και συμπεράσματα του συγγραφέα, δεν γίνεται να μην εκτιμήσεις τον πλούτο των στοιχείων που παραθέτει. Την αναλυτική του μέθοδο. Την καθαρή ματιά του προς το απώτερο ιδίως παρελθόν. Ο Αντώνης Λιάκος πράγματι βλέπει πολύ καλύτερα με τηλεσκόπιο παρά με γυαλιά πρεσβυωπίας. Ως ιστορικός όμως πόρρω απέχει από το να είναι μηδενικό ή έστω μετριότης.

Ως ενεργός πολίτης θα μπορούσε να κατηγορηθεί -είναι αλήθεια- για καιροσκοπισμό. Από όσους τουλάχιστον θυμούνται ότι ο σημερινός διαπρύσιος υποστηρικτής του Σύριζα, είχε υπηρετήσει με το ίδιο πάθος τον σημιτικό εκσυγχρονισμό. Ο Αντώνης Λιάκος, από την άλλη, συνελήφθη το 1969 από τα όργανα της 21ης Απριλίου και παρέμεινε δεσμώτης τους μέχρι το 1973. Πόσοι Έλληνες διαθέτουν ανάλογες αντιστασιακές δάφνες; Στον βαθμό που η προσωπικότητα του καθενός διαμορφώνεται εξ απαλών ονύχων, ο κύριος Λιάκος έχει αποδείξει πως κάθε άλλο παρά είναι αρριβίστας.

Τότε λοιπόν τι είναι;

Αρνησίγερος. Απρόθυμος, ίσως και ανίκανος, να συνειδητοποιήσει τον σημερινό κόσμο και τη θέση του μέσα σε αυτόν.

Οι επτά δεκαετίες μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου κύλησαν στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική αναίμακτα. Και εν πολλοίς ανέμελα. Και στις “ζόρικες” ακόμα φάσεις, όταν το βιοτικό επίπεδο δεν ανέβαινε, διατηρούνταν αξιοζήλευτα υψηλό. Το δίκτυ ασφαλείας (κοινωνικό κράτος στις ανεπτυγμένες χώρες, πελατειακό σε εμάς, με πρόνοια ωστόσο για τους περισσότερους) φάνταζε αδιάτρητο.

Συνέβαιναν -εννοείται- σφοδρές κοινωνικές συγκρούσεις. Εξεγείρονταν οι αδικημένοι, οι περιθωριοποιημένοι ή απλώς οι πιο ατίθασοι. Τα δίκια τους εναγκαλιζόταν η μεσαία τάξη, εκτός εάν έκρινε πως απειλείται και η ίδια, οπότε -όπως την επαύριο του γαλλικού Μάη- ψήφιζε υπέρ του νόμου και της τάξης.

Υπήρχαν ασφαλώς σκοτεινά σημεία, ντροπιαστικές καταστάσεις, στη γηραιά ήπειρο. Οι δύο δικτατορίες της Ιβηρικής, το προβληματικό μετεμφυλιακό καθεστώς στην Ελλάδα που εξέθρεψε τη Χούντα. Από τα μέσα ωστόσο των 70’ς, η δημοκρατία κυριάρχησε από άκρου σε άκρο στη δυτική Ευρώπη. Μετά δε το 1989 και οι χώρες που είχε καταπιεί ο Στάλιν στη Γιάλτα -και λίγο πριν από τη Γιάλτα- επέστρεψαν στη δημοκρατική τους κοίτη.

Σε έναν τέτοιο βιότοπο ανθοφόρησε ο Αντώνης Λιάκος και μυριάδες Έλληνες της γενιάς του, εν μέρει και της επόμενης. Το 1974 ήταν εικοσιεπτά ετών. Στα ντουζένια του. Γύρω του έπνεαν ούριοι άνεμοι. Οι καιροί όχι απλώς του επέτρεπαν, τον προέτρεπαν να είναι αριστερός, ρηξικέλευθος, εναλλακτικός. Οι στρατηγικές αποφάσεις για τη χώρα λαμβάνονταν από τις εξουσίες. Τι και αν ήταν εκλεγμένες, τι και αν είχε συγκεντρώσει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής το 54% των ψήφων; Ο Αντώνης Λιάκος και οι παρόμοιοι του ένοιωθαν και δήλωναν αντιεξουσιαστές.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου στάθηκε θωπευτικός προς τους αντιεξουσιαστές. Δεν αναφέρομαι, προς Θεού, στους τρομοκράτες αλλά στους “ντολτσεβίκους” όπως αυτοαποκαλούνταν, από το “Ντόλτσε”, το ζαχαροπλαστείο της οδού Σκουφά όπου σύχναζαν. Τι διορισμοί σε θέσεις υπουργικών συμβούλων και σε διευθύνοντα όργανα πολιτιστικών οργανισμών! Τι πανεπιστημιακές καρριέρες στρωμένες με βάγια! Μπορεί να αποκαλούσε στη Βουλή τον Λεωνίδα Κύρκο -αδίκως- “ελίτα των σαλονιών”, μαλαγάνιαζε όμως παντί τρόπω τους ευρωκομμουνιστές, τους μαοϊκούς, ακόμα και τους τροτσκιστές. Αφθονούν οι άνθρωποι που από τα 80’ς έως το φαλιμέντο του 2010 έζησαν σε προστατευμένο περιβάλλον δίκην κρατικοδίαιτης διανόησης.

Αλλά και στον ιδιωτικό τομέα, οι ευκαιρίες χάρη στα χρηματοδοτικά πακέτα από την Ευρώπη ήταν αναρίθμητες. Εντασσόσουν σε ένα πρόγραμμα, εξασφάλιζες επιδοτήσεις και περνιόσουν για επιτυχημένος επιχειρηματίας. Ακόμα και αν χρεοκοπούσες, θα έπεφτες στα μαλακά.

Η δημοσιοϋπαλληλία εξάλλου, από τη βάση μέχρι την κορυφή της, σού εγγυόταν μία καθημερινότητα γλυκιά κι ανέφελη – δεν πάει να είχες ορκιστεί στο “Λούφα και Παραλλαγή”; Πιο αντιδημοφιλείς στον δημόσιο τομέα, μεταξύ των συναδέλφων τους, γίνονταν εκείνοι που έδειχναν ζήλο. Εργασιακό ήθος. Χαλούσαν, γαρ, την πιάτσα. 

Δεν ηθικολογώ. Κάθε εποχή διαπλάθει τους ανθρώπους της. Επισημαίνω απλώς το ιστορικά πρωτοφανές φαινόμενο. Πολλοί εξ’όσων βαδίζουν σήμερα ολοταχώς προς το γήρας είναι τελείως άκαπνοι. Τήρησαν, κάποιοι τους, γενναία στάση στα πρώτα τους νιάτα. Μα στη συνέχεια δεν χρειάστηκε να κοπιάσουν αληθινά για να καταφέρουν, για να αποδείξουν το παραμικρό σχεδόν. Το μυαλό τους δεν έπηξε από την τριβή με την πραγματικότητα.  Παρέμειναν εφηβικά αιθεροβάμονες. Καυχιούνται δε για αυτό.

Δεν πρόκειται ασφαλώς για ελληνική μοναδικότητα. Τους συνομήλικους τους εκείθεν του Ατλαντικού τους αποκαλούν boomers. Τους φθονούν επειδή πρόφτασαν το Woodstock, τη σεξουαλική -προ aids- απελευθέρωση, τα χαρισάμενα χρόνια του Μπιλ Κλίντον. Τους χλευάζουν που δεν εννοούν να αδειάσουν τη γωνιά για τους νεότερους. Άλλο εάν οι Αμερικάνοι θα κληθούν τον Νοέμβριο να επιλέξουν μεταξύ δύο boomers για τον θώκο του Προέδρου – η ζωή είναι γεμάτη από αντιφάσεις…

Στην Ελλάδα, όπου ανέκαθεν σταθήκαμε σεβαστικοί προς τους πρεσβύτερους, ας λέμε τούς εβδομηνταπεντάρηδες με τα παιδιακίσια καμώματα απλώς αρνησίγερους. Και ας τους περιβάλλουμε με τη στοργή και τη συγκαταβατικότητα που τους αρμόζει.

*Ο κ. Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας

Πηγή: capital.gr

Μοιραστείτε το:
Tagged