Κακοποίηση Παιδιών: Η σημασία της αποκάλυψης – ο ρόλος κοινωνίας, και του σχολικού και οικογενειακού περιβάλλοντος

Παιδιά-Έφηβοι
Μοιραστείτε το:

Παιδιά θύματα μακροχρόνιας και εξακολουθητικής κακοποίησης: σκέψεις και προτάσεις για τον ρόλο της κοινωνίας, του σχολείου και των ΜΜΕ στην αποτελεσματική προστασία τους

της Αγγελικής Καρδαρά.

Το κύριο ερώτημα που τίθεται είναι εάν υπάρχει ένα ουσιαστικό προστατευτικό πλέγμα που λειτουργεί έγκαιρα για όλα τα παιδιά θύματα μακροχρόνιας και εξακολουθητικής κακοποίησης. Η υπόθεση του Κολωνού, με τις σύνθετες εγκληματολογικές, ποινικές, αλλά και κοινωνικές διαστάσεις και προεκτάσεις της, κρούει πολλά «καμπανάκια κινδύνου» στην ευρύτερη κοινωνία για την ανάγκη επέκτασης της κοινωνικής μέριμνας και πρόνοιας για ανήλικους/ες εκτεθειμένους/ες σε πολλαπλούς κινδύνους και για ανήλικους/ες που ζουν σε οικογένειες με σοβαρές δυσλειτουργίες -ορατές και μη-.

Επίσης, αναδεικνύει τη σπουδαιότητα του να ενισχυθεί ο θεσμός του σχολείου και να τονωθεί ο ρόλος της εκπαιδευτικής κοινότητας που οφείλει να επιδεικνύει έγκαιρα την κοινωνική του ευαισθησία σε τόσο σοβαρές υποθέσεις, προσεγγίζοντας παιδιά που «κραυγάζουν» για βοήθεια, όχι πάντοτε με λέξεις, αλλά με τη συμπεριφορά τους.

Όπως ενδεικτικά αναφέρουμε: με την απόσυρσή τους από τα σχολικά δρώμενα, με την παθητική, ή αντίθετα επιθετική συμπεριφορά τους, με τις χαμηλές σχολικές επιδόσεις, την αδιαφορία για το σχολείο, την αδικαιολόγητη, παρατεταμένη απουσία τους από το σχολικό περιβάλλον και άλλες δυσλειτουργικές μορφές συμπεριφοράς που μπορεί να υιοθετήσει ο ανήλικος/η ανήλικη και οφείλουν να προβληματίσουν τους/τις εκπαιδευτικούς του.

Οι εκπαιδευτικοί, όταν αντιλαμβάνονται, ή έχουν βάσιμες υποψίες ότι είναι παιδί είναι θύμα κακοποίησης, οφείλουν να ενημερώνουν τη Διεύθυνση της σχολικής μονάδας χωρίς χρονοτριβή και η Διεύθυνση με τη σειρά τους να ενημερώνει τους αρμόδιους φορείς. Είναι πολύ σημαντικό να μην υπάρχει αδιαφορία, ούτε και προσπάθεια συγκάλυψης μίας υπόθεσης μέσω σιωπής. Η σιωπή σε αυτές τις περιπτώσεις εντείνει την απειλητική κατάσταση στην οποία ήδη βρίσκεται το παιδί σε κίνδυνο.

Πρέπει, συνεπώς, να καταστεί απολύτως κατανοητή και η ευθύνη της εκπαιδευτικής κοινότητας, αλλά πρωτίστως η σπουδαιότητα του κοινωνικού ρόλου του σχολείου, ως προς την ενημέρωση, την ευαισθητοποίηση, ακόμα και την έγκαιρη παρέμβαση.

Αυτό που πρέπει να αποφευχθεί οπωσδήποτε -και ελπίζουμε να μη συμβαίνει σε καμία περίπτωση σε σχολικά περιβάλλοντα- είναι η προσπάθεια να μη δοθεί έκταση σε ένα σοβαρό ζήτημα, για να μη «στιγματιστεί» ένα σχολείο και να μην αμαυρωθεί η φήμη του.

Αυτή είναι, μία στρεβλή προσέγγιση, που μπορεί μάλιστα να οδηγήσει, έστω και με έμμεσο τρόπο, σε επιδείνωση ενός οξύτατου προβλήματος που αντιμετωπίζει ένας ανήλικος/μία ανήλικη.

Αντίθετα, σε ένα σχολείο όπου η εκπαιδευτική κοινότητα, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση, επιδείξουν γρήγορα αντανακλαστικά και με ενεργό, δυναμικό και ουσιαστικό τρόπο, χωρίς ασφαλώς να υπερβαίνουν τον ρόλο τους, γιατί οι εκπαιδευτικοί δεν είναι ούτε ψυχολόγοι-ψυχίατροι, ούτε κοινωνικοί λειτουργοί, στηρίξουν και υποστηρίξουν το παιδί που βρίσκεται σε κίνδυνο, θα περάσουν με τη στάση τους ένα πολύ θετικό μήνυμα και θα αποτελέσουν πρότυπα για την ευρύτερη κοινωνία.

Πολύ σημαντική ασφαλώς είναι η άρτια στελέχωση και η άψογη λειτουργία όλων των αρμόδιων φορέων για την ανηλικότητα και -η χωρίς άσκοπη γραφειοκρατία- αποτελεσματική διαχείριση αυτών των υποθέσεων. Αυτό είναι ένα σημείο που πρέπει διαρκώς να φέρνουμε στη δημόσια συζήτηση.

Αναμφίβολα, η συνθετότητα και η πολυπλοκότητα των εν λόγω υποθέσεων απαιτεί χρόνο και ολοκληρωμένο τρόπο προσέγγισης για τη λήψη σοβαρών αποφάσεων για το παιδί, αλλά στο χρονικό διάστημα κατά το οποίο πρέπει να ληφθούν οι αποφάσεις, είναι απαραίτητο το παιδί να είναι απολύτως προστατευμένο, να υπάρχει η επίβλεψη-εποπτεία του περιβάλλοντος στο οποίο βρίσκεται, η ενημέρωση από το σχολικό του περιβάλλον για το εάν πηγαίνει κανονικά στο σχολείο, εάν είναι συνεπές με τις υποχρεώσεις του, εάν είναι ήρεμο, χαρούμενο κλπ.

Ένα ακόμα πολύ σημαντικό στοιχείο που αναδεικνύεται σε ανάλογες υποθέσεις είναι η υπέρμετρη, χωρίς γονικό έλεγχο και χωρίς κατάλληλη εκπαίδευση από το σχολείο, έκθεση των ανηλίκων από πολύ μικρές μάλιστα ηλικίες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η οποία πρέπει να έρθει στο προσκήνιο του δημόσιου ενδιαφέροντος πιο ουσιαστικά και δυναμικά, με ποικίλους τρόπους, όπως με αντίστοιχες ενημερωτικές εκπομπές και διαφημιστικά μηνύματα σχετικά με την «ορθή χρήση του διαδικτύου», με συζητήσεις στα σχολεία και αντίστοιχες διδακτικές ενότητες, όπου όμως από τη θεωρία τα παιδιά θα περνούν στην πράξη και σε όσα ζουν στην καθημερινότητά τους, προκειμένου να χρησιμοποιούν σωστά το διαδίκτυο, να γνωρίζουν τους κινδύνους που ελλοχεύουν και να μπορούν ακόμα και να αφυπνιστούν και να δράσουν με κοινωνική ευαισθησία για συμμαθητές / συμμαθήτριες που κινδυνεύουν, ενημερώνοντας τους αρμόδιους φορείς.

Ο ρόλος των ΜΜΕ στην ενημέρωση και αφύπνιση ευρύτατων τμημάτων πληθυσμού είναι επίσης πολύτιμος. Πάλι όμως παρατηρούμε ότι η ενημέρωση γίνεται εκ των υστέρων, κυρίως όταν έχει αποκαλυφθεί μία πολύ σοβαρή υπόθεση εγκληματολογικού ενδιαφέροντος και οι αναφορές που γίνονται για την ανηλικότητα είναι συνήθως με αρνητικό πρόσημο, οι ανήλικοι/ες και νέοι/νέες δηλαδή παρουσιάζονται στα Μέσα ως δράστες/δράστιδες, ή ως θύματα εγκληματικών ενεργειών, όταν έχει έρθει στη δημοσιότητα μία αντίστοιχη υπόθεση. Είναι όμως απαραίτητο να παρουσιάζεται η ανηλικότητα και η νεότητα και με θετικό πρόσημο.

Το παραπάνω μπορεί να επιτευχθεί με το να δίνεται σε τακτικά χρονικά διαστήματα ο λόγος στους νέους/στις νέες για να παρουσιασθούν τα επιτεύγματά τους, οι δραστηριότητές τους και βέβαια να καταγραφούν οι σκέψεις, οι απόψεις και οι προτάσεις τους για καίρια θέματα της επικαιρότητας αλλά και για φλέγοντα κοινωνικά ζητήματα που απασχολούν και προβληματίζουν τη νεολαία μας και της οποίας οι απόψεις βλέπουμε να μην καταγράφονται στον βαθμό που θα έπρεπε.

Εκπομπές που δίνουν τον λόγο στη νεολαία μας να προβληθεί με έναν θετικό τρόπο και να αποτελέσει πρότυπο προς μίμηση και πηγή έμπνευσης και για άλλους νέους και για άλλες νέες είναι, κατά την άποψή μου, σκόπιμο να σχεδιαστούν από τους υπεύθυνους των τηλεοπτικών καναλιών και αυτή αποτελεί και μία πρόταση του παρόντος άρθρου. Ή ακόμα στα Δελτία Ειδήσεων να υπάρχει μία σύντομη ενότητα, με την καταγραφή της άποψης της νεολαίας μας για φλέγοντα θέματα επικαιρότητας.

Η υπόθεση Κολωνού μου έφερε στο μυαλό μία ακόμα πολύ σοβαρή υπόθεση που μας είχε απασχολήσει εκτενώς, σε ερευνητικό επίπεδο, τον Ιούλιο του 2017, με υπόθεση βιασμού, ασέλγειας και κακοποίησης -για χρονικό διάστημα 4 ετών- δύο αγοριών, 9 και 11 ετών, η οποία καταδεικνύει το μέγεθος του προβλήματος, καθώς και το ότι σε ανάλογες υποθέσεις αποκαλύπτονται στον πυρήνα της οικογένειας σοβαρά και σύνθετα προβλήματα που θέτουν τους ανήλικους σε κίνδυνο ακόμα και για χρόνια, όταν δεν υπάρχει έγκαιρα ένα έμπρακτο κοινωνικό ενδιαφέρον.

Σύμφωνα με το αστυνομικό ρεπορτάζ εκείνης της περιόδου: «Για την υπόθεση, που ήρθε στο φως τον Φεβρουάριο του 2016, είχε σχηματιστεί δικογραφία σε βάρος της 37χρονης μητέρας των ανήλικων, του 44χρονου πρώην συντρόφου της, ο οποίος συνελήφθη και για κατοχή ναρκωτικών ουσιών, 42χρονου άνδρα, ήδη κρατούμενου και τεσσάρων ακόμη ατόμων για τα -κατά περίσταση- αδικήματα του «βιασμού», της «κατάχρησης ανηλίκων σε ασέλγεια με παθόντα ανήλικο που δεν συμπλήρωσε τα δεκατέσσερα έτη», της «προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειας με παθόντα νεότερο των δώδεκα ετών», της «ενδοοικογενειακής βίας σε βαθμό κακουργήματος», της «παράνομης βίας» και του νόμου περί εξαρτησιογόνων ουσιών […]

Ειδικότερα, όπως προέκυψε από την αστυνομική έρευνα, τα δύο αδέρφια, τουλάχιστον από το 2011 έως και τον Ιούνιο του 2015, υπέστησαν σεξουαλική, σωματική και ψυχική κακοποίηση τόσο από την μητέρα τους, όσο και από τον 44χρονο πρώην σύντροφό της, καθώς και από επιπλέον πέντε άτομα».

Όσον αφορά τέλος στην ποινική μεταχείριση των δραστών σεξουαλικών εγκλημάτων αναμφίβολα πρέπει να είναι σκληρή, ωστόσο για την αποτελεσματική προστασία ανηλίκων είναι απαραίτητο να ενισχυθεί η πρόληψη μέσω ενημέρωσης και εκπαίδευσης, αλλά και σε πιο πρακτικό επίπεδο μέσω της επέκτασης της κοινωνικής μέριμνας και πρόνοιας και ταυτόχρονα μέσω της δυναμικής συμμετοχής των ενεργών πολιτών, ώστε έγκαιρα και χωρίς να χάνεται πολύτιμος χρόνος να ευαισθητοποιούνται και να λαμβάνονται όλα τα αναγκαία μέτρα για την προστασία της ανηλικότητας σε κίνδυνο.

Ολοκληρώνοντας, στις 24 Οκτωβρίου του 2022 ξεκινάει το νέο εκπαιδευτικό μας πρόγραμμα στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο πλαίσιο των εξ αποστάσεως  E-Learning προγραμμάτων, με τίτλο «Εγκληματολογία: Προσέγγιση της Ενδοοικογενειακής Βίας» Εγκληματολογία: Προσέγγιση της Ενδοοικογενειακής Βίας | E-Learning Πανεπιστήμιο Αθηνών (elearningekpa.gr) και Ακαδημαϊκό Υπεύθυνο τον Ομότιμο Καθηγητή στις Εγκληματολογικές Επιστήμες με έμφαση στην Εγκληματολογία ως Σύστημα Επικοινωνίας και Ελέγχου, Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ, Σχολή Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, Γιάννη Πανούση. Θεμελιώδης στόχος μας είναι, μέσω του νέου μας προγράμματος, να βάλουμε ένα λιθαράκι στην εκπαίδευση για κρίσιμης σημασίας ζητήματα που σχετίζονται με το πολυσύνθετο και «σκοτεινό» φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας.

*Αγγελική Καρδαρά: Η Αγγελική Καρδαρά είναι Εισηγήτρια-Συγγραφέας και Εκπαιδεύτρια στο Πρόγραμμα Συμπληρωματικής εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης (E-Learning) του Κέντρου Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης (Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ.) του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι Διδάκτωρ του Τμήματος Επικοινωνίας & ΜΜΕ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Φιλόλογος (με εξειδίκευση στη μεσαιωνική και νεοελληνική φιλολογία) και Τακτική Επιστημονική Συνεργάτιδα Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος (ΚΕ.Μ.Ε.).

Πηγή: postmodern.gr

Μοιραστείτε το:
Tagged