Έντγκαρ Άλαν Πόε: Βασικός εκπρόσωπος του «ρομαντισμού» και της γοτθικής λογοτεχνίας στις Ηνωμένες Πολιτείες
Ο Έντγκαρ Άλαν Πόε (19 Ιανουαρίου 1809 – 7 Οκτωβρίου 1849) ήταν Αμερικανός συγγραφέας, ποιητής, συντάκτης και κριτικός λογοτεχνίας που είναι περισσότερο γνωστός για την ποίηση και τα μακάβρια διηγήματά του, ιδιαίτερα τις ιστορίες του μυστηρίου. Θεωρείται ευρέως ως κεντρικό πρόσωπο του ρομαντισμού και της γοτθικής λογοτεχνίας στις Ηνωμένες Πολιτείες και της αμερικανικής λογοτεχνίας.
————–
Ένα όνειρο μέσα σε ένα όνειρο. Πάρε αυτό το φιλί στο μέτωπο, Και καθώς χωρίζουμε οι δυο μας τώρα, Άσε με μονάχα αυτό να ομολογήσω. Δεν έχεις άδικο εσύ που λες, Πως όλες οι μέρες…
Ένα όνειρο μέσα σε ένα όνειρο.
————
Πάρε αυτό το φιλί στο μέτωπο,
Και καθώς χωρίζουμε οι δυο μας τώρα,
Άσε με μονάχα αυτό να ομολογήσω.
Δεν έχεις άδικο εσύ που λες,
Πως όλες οι μέρες μου ένα όνειρο ήταν,
Κι αν η ελπίδα πέταξε μακριά πέρα,
Σε μια νύχτα ή σε μια μέρα,
Σ’ ένα όραμα ή σε κανένα,
Νομίζεις ότι έχει φύγει από μένα;
Όλα όσα βλέπουμε κι όσα φαινόμαστε,
Δεν είναι παρά ένα όνειρο μέσα σ’ ένα όνειρο.
Στέκω απέναντι στο μουγκρητό,
Μιας ακτής από τα κύματα βασανισμένης,
Και κρατώ μέσα στο χέρι μου
Κόκκους απ’ τη χρυσή άμμο της παραλίας.
Πόσο λίγοι… κι όμως κοίτα πώς γλιστρούν,
Μέσ’ απ’ τα δάκτυλά μου πώς κυλούν προς το βυθό,
Καθώς κλαίω και φωνάζω,
Ω Θεέ, γιατί να μην μπορώ να τ’ αρπάξω με μια πιο δυνατή γροθιά;
Ω Θεέ, δεν μπορώ έστω κι έναν να γλυιτώσω απ’ τ’ αχόρταγο το κύμα;
Είναι όλα όσα βλέπουμε κι όσα φαινόμαστε,
παρά ένα όνειρο μέσα σ’ ένα όνειρο;…”
————
Έντγκαρ Άλλαν Πόε, A Dream Within a Dream
Ο Έντγκαρ Άλαν Πόε (19 Ιανουαρίου 1809 – 7 Οκτωβρίου 1849) ήταν Αμερικανός συγγραφέας, ποιητής, συντάκτης και κριτικός λογοτεχνίας που είναι περισσότερο γνωστός για την ποίηση και τα μακάβρια διηγήματά του, ιδιαίτερα τις ιστορίες του μυστηρίου. Θεωρείται ευρέως ως κεντρικό πρόσωπο του ρομαντισμού και της γοτθικής λογοτεχνίας στις Ηνωμένες Πολιτείες και της αμερικανικής λογοτεχνίας.
Ο Πόε ήταν ένας από τους πρώτους επαγγελματίες συγγραφείς της Αμερικής και θεωρείται ο εφευρέτης του είδους της αστυνομικής φαντασίας, καθώς και σημαντικός συνεισφέρων στο αναδυόμενο είδος της επιστημονικής φαντασίας. Είναι ο πρώτος γνωστός Αμερικανός συγγραφέας που κερδίζει τα προς το ζην μέσω της συγγραφής και μόνο, με αποτέλεσμα να έχει μια δύσκολη καριέρα και οικονομική ζωή.
Ο Πόε γεννήθηκε στην Βοστόνη, το δεύτερο παιδί των ηθοποιών Ντέιβιντ και Ελίζαμπεθ “Ελίζα” Πόε. Ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια το 1810, και όταν η μητέρα του πέθανε το επόμενο έτος, ο Πόε παρελήφθη από τον Τζον και την Φράνσις Άλαν από το Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια. Ποτέ δεν τον υιοθέτησαν επίσημα, αλλά ήταν μαζί τους σε πολύ νεαρή ηλικία. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια αλλά έφυγε μετά από ένα χρόνο λόγω έλλειψης χρημάτων. Καβγάδισε με τον Τζον Άλαν για τα χρήματα για την εκπαίδευσή του και τα χρέη του στον τζόγο.
Το 1827, έχοντας καταταγεί στον στρατό των Ηνωμένων Πολιτειών με ένα υποτιθέμενο όνομα, δημοσίευσε την πρώτη του συλλογή, Tamerlane and Other Poems, που πιστώνεται μόνο σε «έναν Βοστόνιο». Ο Πόε και ο Άλαν έφτασαν σε μια προσωρινή προσέγγιση μετά το θάνατο της συζύγου του Άλαν το 1829. Ο Πόε αργότερα απέτυχε ως δόκιμος αξιωματικός στο Γουέστ Πόιντ, και δήλωσε την σταθερή επιθυμία του να γίνει ποιητής και συγγραφέας και χώρισε τους δρόμους του με τον Άλαν.
Ο Πόε ταξίδεψε στο Γουέστ Πόιντ και εγγράφηκε ως δόκιμος την 1η Ιουλίου 1830. Τον Οκτώβριο του 1830, ο Άλαν παντρεύτηκε την δεύτερη σύζυγό του Λουίζα Πάτερσον. Ο γάμος και οι σκληρές διαμάχες με τον Πόε για τα παιδιά που γέννησε ο Άλαν από εξωσυζυγικές σχέσεις οδήγησαν στον θετό πατέρα να αποκηρύξει τελικά τον Πόε. Ο Πόε αποφάσισε να εγκαταλείψει το Γουέστ Πόιντ οδηγώντας τον εαυτό του σκόπιμα σε στρατοδικείο. Στις 8 Φεβρουαρίου 1831, δικάστηκε για βαριά παραμέληση καθήκοντος και ανυπακοή στις εντολές επειδή αρνήθηκε να παρακολουθήσει σχηματισμούς, μαθήματα ή εκκλησία. Δήλωσε τακτικά αθώος για να προκαλέσει απόλυση, γνωρίζοντας ότι θα κριθεί ένοχος.
Ο Πόε έφυγε για την Νέα Υόρκη τον Φεβρουάριο του 1831 και κυκλοφόρησε έναν τρίτο τόμο ποιημάτων, με τον απλό τίτλο Poems. Το βιβλίο χρηματοδοτήθηκε με την βοήθεια των συμμαθητών του στο West Point, πολλοί από τους οποίους πρόσφεραν 75 σεντς για τον σκοπό, συγκεντρώνοντας συνολικά 170$. Ίσως περίμεναν στίχους παρόμοιους με τους σατιρικούς που είχε γράψει ο Πόε για τους διοικητές.
Τυπώθηκε από τον Elam Bliss της Νέας Υόρκης, με την ετικέτα “Δεύτερη Έκδοση” και περιελάμβανε μια σελίδα που έλεγε, “Στο Σώμα των Δοκίμων των ΗΠΑ αυτός ο τόμος είναι αφιερωμένος με σεβασμό”. Το βιβλίο ανατύπωσε για άλλη μια φορά τα μεγάλα ποιήματα “Tamerlane” και “Al Aaraaf”, αλλά και έξι αδημοσίευτα ποιήματα, συμπεριλαμβανομένων των πρώιμων εκδόσεων των “To Helen”, “Israfel” και “The City in the Sea”. Ο Πόε επέστρεψε στην Βαλτιμόρη στην θεία, τον αδερφό και τον ξάδερφό του τον Μάρτιο του 1831. Ο μεγαλύτερος αδερφός του Χένρι ήταν άρρωστος, εν μέρει λόγω προβλημάτων με τον αλκοολισμό, και πέθανε την 1η Αυγούστου 1831.
Ο Πόε στράφηκε στην πεζογραφία και πέρασε τα επόμενα αρκετά χρόνια δουλεύοντας σε λογοτεχνικά περιοδικά και περιοδικά, κι έγινε γνωστός για το δικό του στυλ λογοτεχνικής κριτικής. Η δουλειά του τον ανάγκασε να μετακινηθεί μεταξύ πολλών πόλεων, όπως η Βαλτιμόρη, η Φιλαδέλφεια και η Νέα Υόρκη. Το 1836, παντρεύτηκε την 13χρονη ξαδέρφη του, Βιρτζίνια Κλεμ, αλλά εκείνη πέθανε από φυματίωση το 1847.
Τα πιο γνωστά έργα μυθοπλασίας του Πόε είναι ο γοτθικός τρόμος, τηρώντας τις συμβάσεις του είδους για να προσελκύσει το κοινό γούστο. Τα πιο επαναλαμβανόμενα θέματά του ασχολούνται με ζητήματα θανάτου, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών του σημείων, των επιπτώσεων της αποσύνθεσης, των ανησυχιών της πρόωρης ταφής, της αναζωογόνησης των νεκρών και του πένθους.
Πολλά από τα έργα του θεωρούνται γενικά μέρος του σκοτεινού ρομαντισμού, μια λογοτεχνική αντίδραση στον υπερβατισμό που ο Πόε αντιπαθούσε έντονα. Αναφέρθηκε στους οπαδούς του υπερβατικού κινήματος ως “Frog-Pondians”, μετά τη λίμνη στο Boston Common, και χλεύασε τα κείμενά τους ως “μεταφορά – τρελαίνεσαι”, που καταποντίζεται στην “σκοτεινότητα για την αφάνεια” ή «μυστικισμός για τον μυστικισμό». Ο Πόε έγραψε κάποτε σε μια επιστολή προς τον Τόμας Χόλεϊ Τσίβερς ότι δεν αντιπαθούσε όλους τους υπερβατικούς, αλλά, «μόνο τους υποκριτές και τους σοφιστές ανάμεσά τους».
Πέρα από τον γοτθικό τρόμο, ο Πόε έγραψε επίσης σάτιρες, ιστορίες χιούμορ και φάρσες. Για κωμικό αποτέλεσμα, χρησιμοποίησε την ειρωνεία και την γελοία υπερβολή, συχνά σε μια προσπάθεια να απελευθερώσει τον αναγνώστη από τον πολιτισμικό κομφορμισμό. Το “Metzengerstein” είναι η πρώτη ιστορία που είναι γνωστό ότι δημοσίευσε ο Πόε και η πρώτη του επιδρομή στον τρόμο, αλλά αρχικά προοριζόταν ως μπουρλέσκ που σατιρίζει το δημοφιλές είδος. Ο Πόε επίσης εφηύρε εκ νέου την επιστημονική φαντασία, απαντώντας στα γραπτά του σε αναδυόμενες τεχνολογίες όπως τα αερόστατα στο “The Balloon-Hoax”.
Ο Πόε έγραψε μεγάλο μέρος του έργου του χρησιμοποιώντας θέματα που στοχεύουν ειδικά στα γούστα της μαζικής αγοράς. Γι’ αυτόν τον σκοπό, η μυθοπλασία του συχνά περιλάμβανε στοιχεία δημοφιλών ψευδοεπιστημών, όπως η φρενολογία και η φυσιογνωμία.
Η γραφή του Πόε αντανακλά τις λογοτεχνικές του θεωρίες, τις οποίες παρουσίασε στην κριτική του αλλά και σε δοκίμια όπως η «Ποιητική Αρχή». Δεν του άρεσε ο διδακτισμός και η αλληγορία, αν και πίστευε ότι το νόημα στην λογοτεχνία θα έπρεπε να είναι ένα υπόγειο ρεύμα ακριβώς κάτω από την επιφάνεια. Έργα με προφανή σημασία, έγραφε, παύουν να είναι τέχνη. Πίστευε ότι η εργασία ποιότητας πρέπει να είναι σύντομη και να επικεντρώνεται σε ένα συγκεκριμένο μεμονωμένο αποτέλεσμα. Γι’ αυτόν τον σκοπό, πίστευε ότι ο συγγραφέας πρέπει να υπολογίζει προσεκτικά κάθε συναίσθημα και ιδέα.
Ο Πόε περιγράφει την μέθοδό του γράφοντας «The Raven» στο δοκίμιο «The Philosophy of Composition» και ισχυρίζεται ότι ακολούθησε αυστηρά αυτή την μέθοδο. Ωστόσο, έχει αμφισβητηθεί αν όντως ακολούθησε αυτό το σύστημα. Ο Τ. Σ. Έλιοτ είπε: «Είναι δύσκολο για εμάς να διαβάσουμε αυτό το δοκίμιο χωρίς να σκεφτούμε ότι αν ο Πόε σχεδίαζε το ποίημά του με τέτοιους υπολογισμούς, ίσως να είχε λίγο περισσότερο κόπο για αυτό: αποτέλεσμα, δύσκολα πιστεύει την μέθοδο». Ο βιογράφος Joseph Wood Krutch περιέγραψε το δοκίμιο ως “μια μάλλον εξαιρετικά έξυπνη άσκηση στην τέχνη του εξορθολογισμού”.
Ο συγγραφέας τρόμου και ιστορικός HP Lovecraft επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από τις ιστορίες τρόμου του Πόε, αφιερώνοντας μια ολόκληρη ενότητα του μακροσκελούς δοκιμίου του, “Υπερφυσικός τρόμος στη λογοτεχνία”, στην επιρροή του στο είδος. Στις επιστολές του, ο Λάβκραφτ περιέγραψε τον Πόε ως τον «Θεό της φαντασίας» του. Οι προηγούμενες ιστορίες του Λάβκραφτ εκφράζουν μια σημαντική επιρροή από τον Πόε. Ένα μεταγενέστερο έργο, At the Mountains of Madness, τον αναφέρει και επηρεάστηκε από την Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πιμ του Ναντάκετ. Ο Λάβκραφτ έκανε επίσης εκτενή χρήση της ενότητας του αποτελέσματος του Πόε στη μυθοπλασία του. Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ είπε κάποτε, «Είναι επειδή μου άρεσαν τόσο πολύ οι ιστορίες του Έντγκαρ Άλαν Πόε που άρχισα να κάνω ταινίες αγωνίας». Πολλές αναφορές στα έργα του Πόε υπάρχουν στα μυθιστορήματα του Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ.
Το Κοράκι
Δώδεκα έδειχνεν η ώρα, μεσονύχτι, όπως και τώρα
Κι ήμουν βυθισμένος ώρα σε βιβλία αλλοτινά,
όταν μέσα από ένα θάμπος ύπνου να μου εφάνη, σάμπως
Κάποιος έξω από την πόρτα να χτυπούσε σιγανά.
Επισκέπτης, είπα, θα ’ναι και χτυπάει σιγανά
Τούτο θα ’ναι μοναχά.
————
Α, θυμάμαι, έπεφτε χιόνι και του κρύου Δεκέμβρη οι τόνοι
σκούζαν μες στο παραγώνι και στοιχειώναν στην φωτιά.
Η νυχτιά με στενοχώρα κι άδικα έψαχνα τόση ώρα
Να ’βρω την γλυκειά Λεωνόρα μες τ’ αρχαία μου χαρτιά.
Τη Λεωνόρα που οι αγγέλοι της κρατάνε συντροφιά
Και δική μας ποτέ πια.
————
Κάθε θρόισμα στο μετάξι της κουρτίνας είχε αλλάξει
Κι έρχονταν να με ταράξει ο άγριος φόβος που τρυπά.
Κι έλεγα, για να πάρω θάρρος και να διώξω αυτό το βάρος:
–Επισκέπτης, δίχως άλλο, θα ’ναι τούτος που χτυπά,
Κάποιος νυχτοπαρωρίτης, που για νάμπει μου χτυπά
Τούτο θα ’ναι μοναχά.
————
Ξάφνου ως νάντριωσε η ψυχή μου και παρά την ταραχή μου
–Κύριε, φώναξα, ή κυρία, συγχωρέστε με, έστω αργά
Στα χαρτιά μου ήμουν σκυμμένος κι ίσως μισοκοιμισμένος
Δε σας άκουσα ωρισμένως να χτυπάτε έτσι σιγά.
Με τα λόγια τούτα ανοίγω τα πορτόφυλλα γοργά.
Έξω η νύχτα μοναχά.
————
Το σκοτάδι αυτό τρυπώντας έμεινα εκειδά απορώντας
Κάθε τόσο ανασκιρτώντας μέσα σ’ όνειρα αλγεινά.
Κράτησε ησυχία για ώρα κι άξαφνα απ’ τα βάθη τώρα,
Μια φωνή να λέει Λεωνόρα σα ν’ ακούστηκε βραχνά.
Έτσι θα ’ναι μοναχά.
————
Μπήκα στο δωμάτιο πάλι, μ’ άνω κάτω το κεφάλι,
Μα μέσα απ’ αυτή τη ζάλη, δυνατήν ακούω χτυπιά.
–Α, στο παραθύρι θάναι, λέω ευθύς, και με ζητάνε,
Ας ιδώ τώρα ποιος νάναι, φτάνει το μυστήριο πια,
Η καρδιά μου δεν αντέχει, φτάνει το μυστήριο πια
Θα ’ναι ο αγέρας μοναχά.
————
Τότε τα παντζούρια ανοίγω, όμως μια κραυγή μου πνίγω
Καθώς βλέπω ένα κοράκι μες στο δώμα να περνά.
Η ευγένεια δεν το νοιάζει κι ούτε που με λογαριάζει,
Μα γαντζώνει στο περβάζι της εσώπορτας στερνά.
Μα γαντζώνει και κουρνιάζει στη μαρμάρινη Αθηνά
Και κοιτάζει μοναχά.
————
Πως ανάπνευσα στ’ αλήθεια και γελώντας απ’ τα στήθεια,
Λέω, από παλιά συνήθεια, στ’ όρνιο με τη κρύα ματιά:
–Κι αν σου κόψαν το λοφίο κι αν σ’ αφήκαν έτσι αστείο
Μαυροπούλι άλλοτε θείο, που πλανιέσαι στη νυχτιά,
ποιο είναι τάχα τ’ όνομά σου μες την άραχνη νυχτιά;
Και μου λέει: –Ποτέ πια!
————
Θάμασα πολύ μου ακόμα τόρνιο, που είχε ανθρώπου στόμα,
Μα τα λόγια του όλο σκώμα δε μου μάθανε πολλά.
Γιατί αλήθεια, είναι σπουδαίο και περίεργο και μοιραίο,
Αν μια νύχτα, σας το λέω, δείτε κάπου εκεί ψηλά
Κουρνιασμένο ένα κοράκι στην Παλλάδα, να μιλά
Και να λέει: Ποτέ πιά!
————
Τ’ όνομά του θα μου κράζει, σκέφτηκα, μα τι με νοιάζει,
Ίσως πάλι να νυστάζει και τα λόγια του ξεχνά.
Όμως τούτο ούτε σαλεύει κι είναι ως κάτι να γυρεύει
Και του κρίνουμαι: –Περσεύει κι άλλος τόπος εδωνά,
Την αυγή θα φύγεις πάλι σαν ελπίδα που περνά.
Και μου λέει: Ποτέ πια!
————
Τρόμαξα στ’ αλήθεια μου, όντας, μου δευτέρωσε μιλώντας,
–Δίχως άλλο, είπα σκιρτώντας, τούτο ξέρει μοναχά.
Κάποιος πρώην κύριός του, θάκλαψε πολύ, ο καϋμός του
Ίσως νάγινε δικός του και για τούτο αγκομαχά
Και του απόμεινε στη σκέψη κι είναι σα να ξεψυχά
Λέγοντάς μου: –Ποτέ πια!
————
Και τη θλίψη μου ξεχνώντας έστρεψα σ’ αυτό γελώντας
Την καρέκλα μου τραβώντας στο κοράκι αντικρυνά.
Μα στο κάθισμά μου απάνω, χίλιες τόσες σκέψεις κάνω
Και στο νου μου τώρα βάνω για ποιό λόγο αληθινά
Σα μιαν επωδή μακάβρια να μου λέει όλο ξανά
Το κοράκι: –Ποτέ πια!
————
Γρίφος θάναι ή αίνιγμά του κι ίσως μήνυμα θανάτου
Και κυττώντας τη ματιά του που μου τρύπαε την καρδιά,
Γέρνω ωραία μου το κεφάλι, στο δικό της προσκεφάλι,
Όπου αντιφεγγούσε πάλι, σαν και τότε μια βραδυά,
Με το βιολετί βελούδο, σαν και τότε μια βραδυά
Και που δε θ’ αγγίξει πια!
————
Ξάφνου ως νάνοιωσα μου εφάνη γύρω μου άκρατο λιβάνι
Και πλημμύρα να μου φτάνει σύννεφο η θεία του καπνιά.
–Αθλιε, φώναξα, στοχάσου, που ο Θεός στέλνει κοντά σου.
Αγγέλους να σου σταλάσουν νηπενθές για λησμονιά,
Πιέστο, ω, πιέστο, τη Λεωνόρα να ξεχάσεις μ’ απονιά,
Και μου λέει: –Ποτέ πια!
————
Α, προφήτη, κράζω, ωιμένα, κι αν του δαίμονα είσαι γέννα
Κι αν ο Πειρασμός σε μένα, σ’ έστειλε απ’ τη γης βαθειά,
Κι αν σε τόπο ρημαγμένο σ’ έχει ρίξει απελπισμένο
Σ’ ένα σπίτι στοιχειωμένο με σκιές και με ξωθιά,
Θα ’βρω στη Γαλαάδ, ω πες μου, θάβρω εκεί παρηγοριά;
Και μου λέει: –Ποτέ πια!
————
–Α, προφήτη, ανήλιαγο όρνιο κι αν πουλί σαι κι αν δαιμόνιο
Απ’ το σκότος σου το αιώνιο κι απ’ την κρύα σου συννεφιά.
Πες μου, στης Εδέμ τα δάση, θα ’βρει ο νους μου ν’ αγκαλιάσει
Μια παρθένα πούχει αγιάσει κι έχει αγγέλους συντροφιά ,
Μιαν ολόλαμπρη παρθένα, πούχει αγγέλους συντροφιά;
Και μου λέει: Ποτέ πια!
————
Φύγε στ’ άγριά τα σου μέρη, όρνιο ή φάντασμα, ποιος ξέρει
Αν αυτό που σ’ έχει φέρει δεν σε καταπιεί ξανά.
Κι ούτε ένα μικρό φτερό σου να μη μείνει εδώ δικό σου,
Φώναξα, και το φευγιό σου να χαθεί στα σκοτεινά.
Πάρε και το κρώξιμό σου πέρα από την Αθηνά.
Και μου λέει: –Ποτέ πια!
Κι από τότε εκεί δεμένο, το κοράκι, καθισμένο
Μένει πάντα κουρνιασμένο στη μαρμάρινη θεά.
Κι η ματιά του όπως κοιτάζει, με ματιά δαιμόνου μοιάζει
Κι η νυχτιά που το σκεπάζει του στοιχειώνει τη σκιά.
Α, η ψυχή μου δε θα φύγει μια στιγμή απ’ αυτή τη σκιά.
Δεν θα φύγει ποτέ πια!
“Not the minimal obeisance made he”, όπως εικονογραφήθηκε από τον Gustave Doré (1884)
Ο Πόε έγραψε το ποίημα ως αφήγηση, χωρίς σκόπιμη αλληγορία ή διδακτισμό. Το κύριο θέμα του ποιήματος είναι η αθάνατη αφοσίωση. Ο αφηγητής βιώνει μια διεστραμμένη σύγκρουση μεταξύ της επιθυμίας να ξεχάσει και της επιθυμίας να θυμηθεί. Φαίνεται να απολαμβάνει κάποια ευχαρίστηση από την εστίαση στην απώλεια. Ο αφηγητής υποθέτει ότι η λέξη “Nevermore” είναι το “μόνο απόθεμα και αποθήκευση” του κορακιού και, ωστόσο, συνεχίζει να του κάνει ερωτήσεις, γνωρίζοντας ποια θα είναι η απάντηση. Οι ερωτήσεις του, λοιπόν, σκοπίμως υποτιμούν τον εαυτό του και υποκινούν περαιτέρω τα αισθήματα απώλειας του.
Ο Πόε αφήνει ασαφές αν το κοράκι ξέρει πραγματικά τι λέει ή αν όντως σκοπεύει να προκαλέσει αντίδραση στον αφηγητή του ποιήματος. Ο αφηγητής ξεκινά ως «αδύναμος και κουρασμένος», μετανιώνει και θλίβεται, πριν περάσει σε φρενίτιδα και, τελικά, τρέλα. Ο Christopher FS Maligec προτείνει ότι το ποίημα είναι ένα είδος ελεγειακού παρακλαυσίθυρου, μια αρχαία ελληνική ποιητική μορφή που αποτελείται από τον θρήνο ενός αποκλεισμένου, κλειδωμένου εραστή στην σφραγισμένη πόρτα της αγαπημένης του. Ο Πόε λέει ότι ο αφηγητής είναι ένας νεαρός μελετητής. Αν και αυτό δεν αναφέρεται ρητά στο ποίημα, αναφέρεται στην « Φιλοσοφία της Σύνθεσης». Προτείνεται επίσης από την αφηγήτρια που διαβάζει βιβλία “lore” καθώς και από την προτομή της Παλλάς Αθηνάς, ελληνικής Θεάς της σοφίας.
Διαβάζει αργά τις νυχτερινές ώρες από ” έναν γραφικό και περίεργο τόμο ξεχασμένων παραδόσεων”. Παρόμοια με τις μελέτες που προτείνονται στο διήγημα του Πόε «Λυγεία», αυτή η παράδοση μπορεί να αφορά την αποκρυφιστική ή την μαύρη μαγεία . Αυτό τονίζεται και στην επιλογή του συγγραφέα να τοποθετήσει το ποίημα τον Δεκέμβριο, μήνα που παραδοσιακά συνδέεται με τις δυνάμεις του σκότους. Αυτό υποδηλώνει και η χρήση του κορακιού -του «διαβόλου». Αυτή η εικόνα του διαβόλου τονίζεται από την πεποίθηση του αφηγητή ότι το κοράκι είναι «από την πλουτωνική ακτή της νύχτας», ή ένας αγγελιοφόρος από την μετά θάνατον ζωή, αναφερόμενος στον Πλούτωνα, τον Ελληνικό θεό του κάτω κόσμου (επίσης γνωστός ως Dis Pater στη ρωμαϊκή μυθολογία). Εμφανίζεται επίσης ένας άμεσος υπαινιγμός στον Σατανά: «Είτε ο πειρασμός έστειλε, είτε αν η τρικυμία σε πέταξε εδώ στην στεριά.
Ο Πόε βασιζόταν σε διάφορες αναφορές σε κοράκια στην μυθολογία και την λαογραφία. Στη σκανδιναβική μυθολογία, ο Όντιν είχε δύο κοράκια που ονομάζονταν Huginn και Muninn, που αντιπροσώπευαν την σκέψη και την μνήμη. Σύμφωνα με την εβραϊκή λαογραφία, ο Νώε στέλνει ένα λευκό κοράκι για να ελέγξει τις συνθήκες ενώ βρίσκεται στην κιβωτό. Μαθαίνει ότι τα νερά της πλημμύρας αρχίζουν να διαλύονται, αλλά δεν επιστρέφει αμέσως με τα νέα. Τιμωρείται με το να γίνει μαύρο και να αναγκαστεί να τρέφεται για πάντα με πτώματα. Στις Μεταμορφώσεις του Οβίδιου, ένα κοράκι αρχίζει επίσης ως λευκό προτού ο Θεός Απόλλωνας το τιμωρήσει κάνοντας το μαύρο επειδή έδωσε ένα μήνυμα για την απιστία ενός εραστή. Ο ρόλος του κορακιού ως αγγελιοφόρου στο ποίημα του Πόε μπορεί να αντληθεί από αυτές τις ιστορίες.
Το Nepenthe, ένα φάρμακο που αναφέρεται στην Οδύσσεια του Ομήρου, διαγράφει τις αναμνήσεις. ο αφηγητής αναρωτιέται φωναχτά αν θα μπορούσε να λάβει «ανάπαυλα» με αυτόν τον τρόπο: «Κουάφ, ω κουάφ αυτού του ευγενικού νεπενθέ και ξεχάστε αυτή την χαμένη Λενόρ!»]
———————
Τον Ιανουάριο του 1845, δημοσίευσε το ποίημά του «The Raven» με άμεση επιτυχία. Σχεδίαζε για χρόνια να παράγει το δικό του περιοδικό The Penn, που αργότερα μετονομάστηκε The Stylus. Αλλά πριν αρχίσει να εκδίδεται, ο Πόε πέθανε στην Βαλτιμόρη το 1849, σε ηλικία 40 ετών, κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες, καθώς ουδέποτε υπήρξε ή βρέθηκε ένα επίσημο πιστοποιητικό θανάτου.
Η αιτία του θανάτου του παραμένει άγνωστη και έχει αποδοθεί ποικιλοτρόπως σε πολλές αιτίες, όπως ασθένεια, αλκοολισμό, κατάχρηση ουσιών και αυτοκτονία. Όταν βρέθηκε, φορούσε ρούχα που πιστεύεται ότι δεν του ανήκαν, ενώ επανειλημμένα πρόφερε το όνομα Ρέινολντς κατά την διάρκεια της τέταρτης νύχτας που έμεινε στο νοσοκομείο. Σύμφωνα με επιστολή του ιατρού δρα. Τζον Τζ. Μόραν που εξέτασε τον Πόε στο νοσοκομείο, προς την θεία του, οι τελευταίες του λέξεις ήταν “Lord help my poor soul” («Κύριε βοήθησε τη φτωχή ψυχή μου»).
Η ταφή του έγινε στις 8 ή 9 Οκτωβρίου και ο τάφος του βρίσκεται στην Βαλτιμόρη, όπου αποτελεί ένα ιδιαίτερο αξιοθέατο της περιοχής. Την ημέρα της ταφής του Πόε, μία νεκρολογία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα New York Tribune, υπογεγραμμένη με το ψευδώνυμο Ludwig, το οποίο όπως αποκαλύφθηκε αργότερα ανήκε στον εκδότη και επιμελητή ανθολογιών, Ρούφους Ουίλμοτ Γκρίζγουολντ. Η νεκρολογία ανέφερε στην εισαγωγή της: «Ο Έντγκαρ Άλαν Πόε είναι νεκρός. Πέθανε στην Βαλτιμόρη προχθές. Η ανακοίνωση αυτή θα τρομάξει αρκετούς, αλλά λίγοι θα νιώσουν θλίψη για το γεγονός» και θεωρείται απόρροια της εχθρότητας που είχε καλλιεργηθεί μεταξύ του Πόε και του Γκρίσγουολντ. 160 χρόνια μετά τον θάνατό του, στις 12 Οκτωβρίου 2009, έγινε η κηδεία του ομοιώματος του ποιητή, με τιμές, στη Βαλτιμόρη.
Για πολλές δεκαετίες, το νωρίτερο από το 1930, έως και το 2008, στον τάφο του Πόε εμφανίζονταν ένας μυστηριώδης θαυμαστής κατά τις πρώτες πρωινές ώρες των γενεθλίων του Πόε, στις 19 Ιανουαρίου, ο οποίος άφηνε κόκκινα τριαντάφυλλα στον τάφο του και έκανε πρόποση με ένα μπουκάλι κονιάκ τύπου Martell.
Το παράξενο αυτό άτομο ήταν ντυμένο στα μαύρα, και φορούσε ένα μεγάλο μαύρο καπέλο και λευκό κασκόλ, και βρισκόμενος στον τάφο γέμιζε ένα ποτήρι κονιάκ τύπου Martell και έκανε πρόποση στην μνήμη του Πόε, φεύγοντας κατόπιν μέσα στην μέση της νύχτας έχοντας αφήσει πίσω του 3 κόκκινα τριαντάφυλλα και την φιάλη του κονιάκ.
Τα τριαντάφυλλα θεωρείται πως αντιπροσώπευαν τον Πόε, την σύζυγο του Βιρτζίνια, και την πεθερά του Μαρία Κλεμ, καθώς όλοι τους είχαν ενταφιαστεί στο νεκροταφείο αυτό. Η σημασιολογία του κονιάκ δεν είναι βέβαιη καθώς δεν υπάρχουν αναφορές για κονιάκ στα έργα του Πόε, σε αντίθεση π.χ. με το σέρι. Ωστόσο είναι πιθανό πως το ποτό συμβόλιζε μια παράδοση του ίδιου του θαυμαστή αντί για τον Πόε. Αρκετές από τις φιάλες κονιάκ που άφησε πίσω του ο θαυμαστής εκτίθενται πλέον στο μουσείο Έντγκαρ Άλαν Πόε στην Βαλτιμόρη. Το 1990 το περιοδικό Life δημοσίευσε μια φωτογραφία η οποία κατά τα φαινόμενα απεικόνιζε την φιγούρα του κρυφού θαυμαστή καθώς γονάτιζε μπροστά από τον τάφο.
Σε αρκετές περιπτώσεις ο θαυμαστής άφηνε και ένα σημείωμα πίσω του μαζί με τα τριαντάφυλλα και το κονιάκ. Τα περισσότερα από αυτά ήταν απλές εκφράσεις αφοσίωσης, όπως: “Έντγκαρ, δεν σ’ έχω ξεχάσει”. Το σημείωμα του 1993 ανέφερε πως: “Ο πυρσός θα μεταβιβαστεί.”
Το σημείωμα που αφέθηκε κατά την επίσκεψη του 2001, μερικές μέρες μετά από την λήξη ενός ντέρμπι του αμερικανικού ποδοσφαίρου μεταξύ της ομάδας της Βαλτιμόρης (Baltimore Ravens) και της Νέας Υόρκης (New York Giants), προκάλεσε πολλές αντιδράσεις, καθώς ανέγραφε: “Οι New York Giants. Σκότος και Αποσύνθεση και το μεγάλο μπλε κυριαρχούν στα πάντα. Οι Baltimore Ravens. Χίλιους τραυματισμούς θα υποστούν. Έντγκαρ Άλλαν Πόε αιωνίως”. Το σημείωμα θεωρήθηκε εξαιρετικά αμφιλεγόμενο, καθώς ποτέ πριν ο θαυμαστής, δεν είχε σχολιάσει τα αθλητικά τεκταινόμενα ή γεγονότα της επικαιρότητας γενικώς και δημιούργησε απορία, το γιατί υπήρξε αρνητικός σχολιασμός, για την τοπική ομάδα της πόλης.
Ακολούθησε ένα εξίσου αμφιλεγόμενο σημείωμα το 2004 το οποίο κατά τα φαινόμενα ήταν εντός του πνεύματος εχθρότητας προς την Γαλλία την περίοδο εκείνη για την μη συμφωνία της για συμμετοχή στον τον πόλεμο στο Ιράκ. Το σημείωμα ανέφερε: “Η ιερή μνήμη του Πόε και η τελική τοποθεσία ανάπαυσης του δεν είναι το μέρος για Γαλλικό κονιάκ. Με μεγάλη επιφύλαξη αλλά με σεβασμό για την οικογενειακή παράδοση το κονιάκ τοποθετείται. Η μνήμη του Πόε θα ζήσει αιωνίως!”
Θεωρείται πιθανό πως τα σημειώματα του 2001 και 2004 αντανακλούν μια ασυνέπεια του νεότερου θαυμαστή πως προς την συνέχιση της παράδοσης, καθώς διέθετε τελείως διαφορετικό πνεύμα και δεν φαινόταν να τηρούσε την παράδοση όσο σοβαρά όσο ο αρχικός επισκέπτης. Το τελευταίο σημείωμα αφέθηκε κάποια στιγμή μεταξύ του 2005 και 2008 και το βρήκε ο επιμελητής του μουσείου Πόε. Ήταν τόσο απογοητευτικό, που αρχικά ανέφερε, πως δεν υπήρξε κάποιο σημείωμα ακόμα και όταν μετέπειτα γνωστοποίησε την ύπαρξή του, όμως δεν ανέφερε τα περιεχόμενα του, παρά μόνο πως υπήρχαν ενδείξεις, πως ο τερματισμός της παράδοσης ήταν επικείμενος.
Το 2008, έτος όπου συμπληρωνόταν 200 χρόνια από την γέννηση του Πόε, δεν αφέθηκε κάποιο σημείωμα, ούτε και υπήρξαν άλλες επισκέψεις του κρυφού θαυμαστή μετά το έτος αυτό. Υπήρξαν επισκέψεις που έγιναν το 2011 και 2012, ωστόσο αυτές ήταν καθαρά από άτομα που αντέγραψαν το εθιμοτυπικό, καθώς ήταν τέσσερις στον αριθμό, σε κοινή θέα κατά την διάρκεια της ημέρας, και παρέλειψαν αρκετές από τις λεπτομέρειες του αρχικού θαυμαστή.
Μετά από την πάροδο πολλών ετών άρχισε να συγκεντρώνεται πλήθος ώστε να παρατηρήσει το άτομο, το οποίο επιδίωκε να μένει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Σύμφωνα με τις προφορικές μαρτυρίες ο αρχικός κρυφός θαυμαστής ξεκίνησε τις επισκέψεις του κατά την δεκαετία του 1930, ενώ οι πρώτες έντυπες μαρτυρίες στον τύπο εμφανίστηκαν το 1950. Το 1998 είναι πιθανό πως το αρχικό άτομο πέθανε, και η παράδοση μεταβιβάστηκε σε κάποιον νεότερο. Το νεότερο αυτό άτομο άφησε πίσω του σημειώματα τα οποία θεωρήθηκαν αμφιλεγόμενα, και το 2006 έγινε μια ανεπιτυχής απόπειρα από διάφορους παρατηρητές ώστε να παρακρατήσουν το άτομο και να το ταυτοποιήσουν. Μετά το 2008 και έπειτα δεν ακολούθησαν άλλες εμφανίσεις του ατόμου, δημιουργώντας έτσι την εντύπωση πως η παράδοση του ιδιότυπου μνημόσυνου μάλλον τερματίστηκε.
Ο Πόε και τα έργα του επηρέασαν την λογοτεχνία σε όλο τον κόσμο, καθώς και εξειδικευμένους τομείς όπως η κοσμολογία και η κρυπτογραφία. Αυτός και το έργο του εμφανίζονται σε όλη την λαϊκή κουλτούρα στην λογοτεχνία, την μουσική, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Ορισμένα από τα σπίτια του είναι μουσεία. Οι Mystery Writers of America απονέμουν ένα ετήσιο βραβείο Edgar για διακεκριμένη δουλειά στο είδος του μυστηρίου.
Για τη ζωή και την προσωπικότητα του συγγραφέα υπάρχουν αρκετές πληροφορίες, συχνά αντιφατικές, ωστόσο ελάχιστα γεγονότα μπορούν να επιβεβαιωθούν ή να επαληθευθούν μέσα από επίσημες πρωτογενείς πηγές ή έγγραφα. Πολλά βιογραφικά στοιχεία για τον Πόε βρίσκονταν ή και παραμένουν υπό καθεστώς αμφισβήτησης, όπως η ημερομηνία γέννησής του, τα αίτια του θανάτου του, η ημέρα ταφής του, οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις, καθώς και άλλες σκοτεινές πλευρές της ζωής του, όπως η σχέση του με το ποτό ή άλλες ναρκωτικές ουσίες.
Μέχρι το 1875, η κύρια βιογραφία του Πόε ήταν έργο του εκδότη Ρούφους Ουίλμοτ Γκρίζγουολντ. Επίκεντρο της γνωριμίας τους υπήρξε αρχικά η έκδοση μίας ανθολογίας του Γκρίσγολντ, The Poets and Poetry of America (1842) για την οποία ο Πόε έγραψε μία -μάλλον αρνητική- κριτική κατά παραγγελία του ίδιου του Γκρίζγουολντ, την οποία ο Πόε εξέλαβε ως μορφή δωροδοκίας. Η σχέση τους ψυχράθηκε ακόμα περισσότερο λίγους μήνες αργότερα, όταν δημοσιεύτηκε μία νέα αρνητική κριτική, στις 28 Ιανουαρίου 1843, σε τεύχος της Saturday Museum. Η κριτική αυτή περιείχε προσωπικές επιθέσεις κατά του Γκρίζγουολντ, ο οποίος θεώρησε πως αποτελούν έργο του Πόε, αν και στην πραγματικότητα είχαν γραφτεί από τον φίλο του, Χένρυ Χερστ.
Το 1845, ο Γκρίζγουολντ ξεκίνησε μία νέα ανθολογία πεζών κειμένων “The Poets and Poetry of America”, στην οποία θα χρησιμοποιούσε και έργα του Πόε, γεγονός που συνδυάστηκε με μία προσωρινή βελτίωση στις σχέσεις τους. Ωστόσο, η αρνητική κριτική του Γκρίζγουολντ στην παρουσίαση του έργου του Πόε μέσα στην ανθολογία, προκάλεσε την αντίδραση του τελευταίου, ο οποίος δημοσίευσε μία ανάλογη αρνητική κριτική για το σύνολο της ανθολογίας.
Μετά τον θάνατό του Πόε, η εχθρική σχέση τους έγινε εμφανής μέσα από την νεκρολογία που έγραψε ο Γκρίζγουολντ την ημέρα της ταφής του. Επιπλέον, ο Γκρίζγουολντ ανέλαβε το ρόλο του εκτελεστή της λογοτεχνικής κληρονομιάς του, αν και δεν υπάρχει απόδειξη πως κάτι τέτοιο ήταν επιθυμία του ίδιου του συγγραφέα. Ο Γκρίζγουολντ έπεισε την Μαρία Κλεμ να του παραδώσει τις επιστολές και τα χειρόγραφα του Πόε, προκειμένου να επιμεληθεί την έκδοση μίας συλλογής έργων του.
Παράλληλα, έγραψε μία σύντομη βιογραφία του Πόε, την οποία περιέλαβε σε μεταγενέστερο τόμο της συλλογής αυτής, και μέσα από την οποία περιέγραφε τον Πόε ως αλκοολικό, διεφθαρμένο και συστηματικό χρήστη ναρκωτικών ουσιών. Η πρώτη αυτή βιογραφία περιείχε μία αισθητά διαφορετική εικόνα για τον Πόε, σε σύγκριση με ανάλογα βιογραφικά κείμενα της ίδιας περιόδου, καθώς και στοιχεία που σήμερα θεωρούνται ανακριβή.
Ένας κύκλος φίλων του Πόε αντέδρασε στην δημοσίευση της βιογραφίας του Γκρίζγουολντ, ωστόσο αυτή διαδόθηκε και αναδημοσιεύτηκε ευρέως, αποτελώντας την βάση για μεταγενέστερες βιογραφίες. Θεωρείται πως μέχρι σήμερα, οι ανακριβείς και υπερβολικές αναφορές του Γκρίσγουολντ για την προσωπικότητα του Πόε, έχουν επικρατήσει. Η βιογραφία του Τζον Χένρυ Ίνγκραμ το 1875, υπήρξε πιο ισορροπημένη και με μεγαλύτερη συμπάθεια απέναντι στον Πόε, επισημαίνοντας παράλληλα τις ανακρίβειες του Γκρίζγουολντ. Αργότερα, με την βοήθεια της Σάρα Έλεν Ουίτμαν και άλλων φίλων του Πόε, ο Ίνγκραμ επέκτεινε την βιογραφία του εκδίδοντας ένα δίτομο έργο.
Το έργο του Έντγκαρ Άλλαν Πόε είχε σημαντική επιρροή τόσο στην αμερικανική όσο και στην παγκόσμια λογοτεχνία, αποτελώντας το θεμέλιο λίθο για σύγχρονα είδη όπως η αστυνομική λογοτεχνία και οι ιστορίες τρόμου και φαντασίας. Θεωρείται πρωτοπόρος στο είδος του αστυνομικού μυθιστορήματος, το οποίο ανέπτυξε μέσα από τις τρεις ιστορίες του με ήρωα τον Ωγκύστ Ντυπέν, μεταξύ αυτών “Οι Φόνοι της Οδού Μοργκ”. Τα έργα αυτά αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τις μεταγενέστερες ιστορίες του Άρθουρ Κόναν Ντόυλ, με κεντρικό ήρωα τον Σέρλοκ Χολμς.
Η φήμη του Πόε υπήρξε αρκετά μεγάλη τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη. Αμερικανοί λογοτέχνες που εκτιμούσαν το έργο του και επηρεάστηκαν από αυτό, ήταν ο Ουώλτ Ουίτμαν, ο Χ. Φ. Λάβκραφτ, ο Ουίλλιαμ Φώκνερ, καθώς και ο Χέρμαν Μέλβιλ. Αντιθέτως, ο Μαρκ Τουαίην υπήρξε αυστηρός κριτής του, όπως και ο ποιητής Τ. Σ. Έλιοτ, ο οποίος ωστόσο εκτιμούσε το κριτικό του έργο.
Ιδιαίτερα σημαντική επίδραση είχε το έργο του Πόε στην γαλλική λογοτεχνία και ειδικότερα στον γαλλικό συμβολισμό. Ο Σαρλ Μπωντλαίρ μετέφρασε σχεδόν το σύνολο των πεζών του κειμένων, καθώς και αρκετά ποιήματα του. Σε επαφή με το έργο του ήρθε και ο ποιητής Στεφάν Μαλλαρμέ, ο οποίος επίσης μετέφρασε έργα του, ενώ αφιέρωσε δικά του ποιήματα στον Πόε. Επηρέασε σημαντικά και τον Ιούλιο Βερν, ο οποίος έγραψε ένα δοκίμιο για το έργο του, Poe et ses oeuvres (Ο Πόε και τα έργα του), ενώ το μυθιστόρημα του “Η Σφίγγα των Πάγων” (Le Sphinx des glaces), αποτελούσε συνέχεια της “Αφήγησης του Άρθρουρ Γκόρντον Πυμ” του Πόε.
Ενδεικτικό της επίδρασης του Πόε στην Γαλλία, είναι επιπλέον το γεγονός πως οι ζωγράφοι Εντουάρ Μανέ και Γκυστάβ Ντορέ φιλοτέχνησαν αναπαραστάσεις έργων του. Σε μεταγενέστερη περίοδο, ο Πωλ Βαλερύ και ο Μαρσέλ Προυστ υπήρξαν επίσης θαυμαστές του. Με αφετηρία την Γαλλία, έργα του μεταφέρθηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη. Στην Αγγλία, μεταξύ των λογοτεχνών που τα εκτίμησαν, υπήρξαν ο Άλτζερνον Σουίνμπερν και ο Όσκαρ Ουάιλντ.
Το πρώτο έργο του Πόε που μεταφράστηκε στα ελληνικά ήταν «Το πάθημα του κυρίου Βλδεμάρου» το 1877 και το πρώτο κριτικό κείμενο «Εδγάρδος Πόου», και τα δύο έργα του Εμμανουήλ Ροΐδη.
@Ηώ Αναγνώστου / terrapapers.com/2019
———————
Ο Άγνωστος Edgar Allan Poe
Αναζήτησε την νέα σειρά τρόμου στο Netflix «The Fall Of The House Of Usher» (Η πτώση του οίκου των Άσερ). Ακολουθεί την ιστορία δύο αδελφών, του Ρόντερικ και της Μάντελιν Άσερ που έχουν μετατρέψει μια φαρμακευτική εταιρεία σε μια αυτοκρατορία πλούτου, προνομίων και δύναμης. Ωστόσο, σκοτεινά μυστικά αρχίζουν να βγαίνουν στην επιφάνεια όταν οι κληρονόμοι της δυναστείας των Άσερ αρχίζουν να πεθαίνουν ο ένας μετά τον άλλον, οδηγώντας σε έναν αγώνα για επιβίωση. Η γκόθικ αισθητική του Πόε είναι διάχυτη, με τρομακτικές μάσκες, αίμα και μαύρη, μυστηριακή ατμόσφαιρα. Όλα τα σύμβολα είναι διάχυτα σε όλα τα επεισόδια.
———————–
Διηγήματα
“Η μαύρη γάτα” / “Το βαρέλι του Αμοντιλάδο” / “Μια κατάβαση στο Maelström” / “Τα γεγονότα στην υπόθεση του M. Valdemar” / “Η πτώση του οίκου του Usher” / “Ο χρυσός σκαραβαίος” / “Hop-Frog” / “Ο απατεώνας του διεστραμμένου” / “Λυγεία” / “Η μάσκα του κόκκινου θανάτου” / “Μορέλα” / “The Murders in the Rue Morgue” “Μην στοιχηματίζεις ποτέ στο διάβολο το κεφάλι σου” / “Το οβάλ πορτρέτο” / “Ο λάκκος και το εκκρεμές” / “Η πρόωρη ταφή” / “Το τσακισμένο γράμμα” / “Το σύστημα του γιατρού Ταρ και του καθηγητή Φέδερ” / “The Tell-Tale Heart” /”Απώλεια αναπνοής”.
Ποίηση
“Al Aaraaf” /”Άναμπελ Λι” / “Οι καμπάνες” / “Η πόλη στη θάλασσα” / “The Conqueror Worm” / “Ένα όνειρο μέσα σε ένα όνειρο” / “Eldorado” / “Eulalie” /”Το
———————-
Ο μαύρος γάτος, έκδοση 1894.
Στην ιστορία, ένας αφηγητής που δεν κατονομάζεται τρέφει έντονη στοργή για τα κατοικίδια μέχρι που στρέφεται στραβά στην κακοποίησή τους. Η αγαπημένη του, μια μαύρη γάτα, τον δαγκώνει ένα βράδυ και ο αφηγητής την τιμωρεί κόβοντάς της το μάτι και μετά κρεμώντας την από ένα δέντρο. Το σπίτι καίγεται, αλλά ένας τοίχος που απομένει δείχνει ένα καμένο περίγραμμα μιας γάτας που κρέμεται από μια θηλιά. Σύντομα βρίσκει μια άλλη μαύρη γάτα, παρόμοια με την πρώτη εκτός από ένα λευκό σημάδι στο στήθος της, αλλά σύντομα αναπτύσσει ένα μίσος και γι’ αυτήν. Προσπαθεί να σκοτώσει την γάτα με ένα τσεκούρι αλλά η γυναίκα του τον σταματά. Και ο αφηγητής δολοφονεί την γυναίκα του. Κρύβει το σώμα πίσω από έναν τοίχο από τούβλα στο υπόγειό του. Σύντομα έρχεται η αστυνομία και, μετά το χτύπημα του αφηγητή στον τοίχο ακούγεται με κραυγή, βρίσκουν όχι μόνο το πτώμα της συζύγου αλλά και την μαύρη γάτα που είχε περιτοιχιστεί κατά λάθος με το σώμα και τους ειδοποίησε με την κραυγή της.
Η ιστορία παρουσιάζεται ως αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, χρησιμοποιώντας έναν ανώνυμο αναξιόπιστο αφηγητή που περιμένει την εκτέλεση. Περιγράφει την δια βίου αγάπη του για τα ζώα και τα πολλά κατοικίδια που έχουν πάρει μαζί του και η γυναίκα του, συμπεριλαμβανομένης μιας μεγάλης μαύρης γάτας που ονομάζεται Πλούτωνας. Ο αφηγητής και ο Πλούτωνας αγαπούν ιδιαίτερα ο ένας τον άλλον, αλλά μετά από αρκετά χρόνια ο αφηγητής γίνεται αλκοολικός και αρχίζει να κακομεταχειρίζεται τα κατοικίδιά του. Μετά από μια νύχτα βαρέως ποτού, πιστεύει ότι ο Πλούτωνας τον αποφεύγει και αρπάζει την γάτα, για να υποστεί ένα δάγκωμα στο χέρι του. Έξαλλος, βγάζει το ένα μάτι της γάτας…
Πηγή: terrapapers.com