Τέλος το λίθιο και οι σπάνιες γαίες για συσσωρευτές
Περίπου το 90% των παγκόσμιων ορυχείων λιθίου ελέγχεται αυτή τη στιγμή από κινεζικά συμφέροντα, γεγονός που καθιστά τη χώρα κυρίαρχο παίκτη στην αγορά των μπαταριών ιόντων λιθίου.
του Χρήστου Στεφάνου (energypress.gr)
Αυτή η συγκέντρωση εξηγεί τις έντονες προσπάθειες της Ευρώπης και των ΗΠΑ να εξασφαλίσουν σπάνιες γαίες και κρίσιμα ορυκτά. Ενδεικτικό της σημασίας της αγοράς μπαταριών αποθήκευσης ενέργειας, οι οποίες είναι όλο και πιο απαραίτητες λόγω της αυξημένης διείσδυσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), είναι ότι συνολική της αξία αγγίζει τα 130 δισεκατομμύρια ευρώ.
Σε αυτό το πλαίσιο, όπου η αποθήκευση ενέργειας καθίσταται ολοένα και πιο κρίσιμη για τα ηλεκτρικά δίκτυα, μια γερμανική καινοτομία φιλοδοξεί να αλλάξει τα δεδομένα. Πρόκειται για την πρώτη οργανική μπαταρία αποθήκευσης ενέργειας, η οποία αντί για λίθιο και σπάνιες γαίες, χρησιμοποιεί άνθρακα και εμπλουτισμένο με ιχνοστοιχεία νερό.
Η τεχνολογία αυτή αναπτύχθηκε από μια μικρή ομάδα Γερμανών επιστημόνων, υπό την καθοδήγηση του Dr. Peter Geigle, οι οποίοι το 2011 ξεκίνησαν να ερευνούν τις βασικές αρχές της οργανικής μπαταρίας. Η επιστημονική αυτή έρευνα οδήγησε το 2014 στη δημιουργία της εταιρείας CMBlu Energy AG, η οποία το 2018 ανέπτυξε τον πρώτο υψηλής απόδοσης οργανικό ηλεκτρολύτη.
Σήμερα, στις εγκαταστάσεις της CMBlu, έξω από τη Φρανκφούρτη, λειτουργεί ένα κέντρο έρευνας και ανάπτυξης, το οποίο εξετάζει τη βελτιστοποίηση των υλικών για μέγιστη απόδοση, καθώς και ένα πιλοτικό εργοστάσιο παραγωγής πρωτότυπων οργανικών μπαταριών. Στόχος της εταιρείας είναι η έναρξη της εμπορικής παραγωγής σε μικρή κλίμακα να γίνει εντός του έτους.
Επιπλέον, τον Μάρτιο του 2024, η CMBlu υπέγραψε την πρώτη συμφωνία πώλησης με τη Mercedes, η οποία επιδιώκει να χρησιμοποιήσει τις οργανικές μπαταρίες για να μειώσει την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στις ώρες αιχμής και να ενισχύσει την ενεργειακή της αυτονομία. Παράλληλα, η εταιρεία βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις και με άλλες βιομηχανίες, όπως βιομηχανίες αλουμινίου και χάλυβα, που αναζητούν τρόπους μείωσης του ενεργειακού τους κόστους.
Ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα των οργανικών μπαταριών, σύμφωνα με την CMBlu, είναι το κόστος τους, το οποίο ανέρχεται στο 50% του κόστους μιας αντίστοιχης μπαταρίας ιόντων λιθίου. Επιπλέον, είναι ασφαλέστερες, καθώς δεν διατρέχουν κίνδυνο ανάφλεξης ή έκρηξης και δεν εκλύουν τοξικά αέρια.
Πρόκειται για μια βιώσιμη και φιλική προς το περιβάλλον λύση, αφού το 90% των πρώτων υλών προέρχεται από τοπική παραγωγή, δεν χρησιμοποιεί σπάνια ορυκτά και διαθέτει πλήρως ανακυκλώσιμα συστατικά. Η απόδοση των οργανικών μπαταριών φτάνει το 85% και παραμένει σταθερή για όλη τη διάρκεια ζωής τους (20 έτη), σε αντίθεση με τις μπαταρίες ιόντων λιθίου, των οποίων η απόδοση (90-95%) μειώνεται σταδιακά λόγω φθοράς των υλικών.
Ελληνική εμπλοκή στο έργο
Το εγχείρημα της CMBlu έχει και ιδιαίτερο ελληνικό ενδιαφέρον, καθώς η εταιρεία, έπειτα από διαβουλεύσεις με την ελληνική κυβέρνηση, αποφάσισε να δημιουργήσει με χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης στην Ελλάδα τη μεγαλύτερη βιομηχανική μονάδα παραγωγής οργανικών μπαταριών στον κόσμο. Η εγκατάσταση θα κατασκευαστεί στη Βιομηχανική Περιοχή Θεσσαλονίκης, σε οικόπεδο που αγοράστηκε από τη ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ.
Σημειώνεται ότι η ελληνική κυβέρνηση προσέφερε ισχυρή υποστήριξη ακόμη και συγκριτικά με τη γερμανική, εξασφαλίζοντας επιχορήγηση ύψους 30 εκατομμυρίων ευρώ για το εργοστάσιο, το οποίο θα απασχολεί περισσότερους από 300 εργαζομένους, ενώ το συνολικό κόστος της επένδυσης υπερβαίνει τα 50 εκατομμύρια ευρώ. Το δεύτερο εργοστάσιο της εταιρείας προγραμματίζεται να κατασκευαστεί στις Ηνωμένες Πολιτείες μετά την επιτυχή υλοποίηση του ελληνικού έργου.
Σημαντικό ρόλο στη συμφωνία έπαιξε ο Έλληνας επιχειρηματίας Γιώργος Πατεράκης, ο οποίος είναι μέτοχος και διευθύνων σύμβουλος της CMBlu Greece, συμβάλλοντας καθοριστικά στην επιλογή της Ελλάδας ως τοποθεσίας για την πρώτη μεγάλη βιομηχανική παραγωγή οργανικών μπαταριών.
Τέλος αξίζει να αναφερθεί ότι η CMBlu Greece βρίσκεται ήδη σε διαπραγματεύσεις με άλλους δυνητικούς επενδυτές από τον χώρο της ενέργειας και της βιομηχανίας για πιθανές μετοχικές συνεργασίες, επιβεβαιώνοντας το αυξημένο ενδιαφέρον για αυτή τη νέα τεχνολογία.
Πηγή: energypress.gr