Η μαφία των λαϊκών και οι τούμπες των λαϊκιστών πάνω σε μια χούφτα ψήφους

Επιχειρηματικότητα
Μοιραστείτε το:

Τι πρέπει να γίνει για να προωθήσουμε σύγχρονες μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν σε χαμηλότερες τιμές, καλύτερες υπηρεσίες και περισσότερες δουλειές για όλους τους Ελληνες, χωρίς να φοβόμαστε τις αντιδράσεις της εκάστοτε θορυβώδους μειοψηφίας που θεωρεί ότι ξεβολεύεται;

Πιθανώς να διαβάσατε τις τελευταίες ημέρες για το σκάνδαλο με τη «μαφία» των λαϊκών αγορών που αποκαλύφθηκε από την αστυνομία. Μιλάω για τις συλλήψεις μελών ενός εκτεταμένου κυκλώματος που φέρεται να εκβίαζε πωλητές για να τους εξασφαλίσει καλύτερες -δηλαδή πιο προσοδοφόρες- θέσεις στις αγορές.

Πρόκειται για μια απαράδεκτη κατάσταση που είναι γνωστή εδώ και χρόνια σε όσους βρίσκονται στον χώρο. Μια κατάσταση αδιαφάνειας, που οδηγεί σε αδικίες εις βάρος συμπολιτών μας, αλλά και σε παράνομη συσσώρευση εξουσίας και χρημάτων στα χέρια κάποιων επιτήδειων.

Θα φανταζόταν, λοιπόν, κανείς, πως αν είχε γίνει νωρίτερα κάποια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί η εν λόγω κατάσταση, η προσπάθεια αυτή θα είχε στηριχθεί από όσους ενδιαφέρονται για την τήρηση του νόμου και την απονομή δικαιοσύνης.

Σωστά; Λάθος! Διότι τον Μάιο του 2014 είχαμε προσπαθήσει να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα αυτό, με ένα νομοσχέδιο για τις λαϊκές που έφερα ως αρμόδιος υπουργός, μαζί με τον τότε υφυπουργό μου, Θανάση Σκορδά, το οποίο περιείχε δύο βασικές ρυθμίσεις:

Πρώτον, τον διαχωρισμό των πάγκων μεταξύ παραγωγών και εμπόρων, για να διευκολυνθούν οι καταναλωτές. Για να ξέρουν, πολύ απλά, από τι λογής πωλητή ψωνίζουν!

Και, δεύτερον, την κατανομή των θέσεων στις αγορές αρχικά με κλήρωση και στη συνέχεια με εφαρμογή κυκλικής εναλλαγής, ώστε να υπάρξει πλήρης διαφάνεια στο συγκεκριμένο ζήτημα και να σταματήσει ο θόρυβος περί συναλλαγών που υπήρχε από τότε.

Μάλιστα, τότε στη Βουλή (2 Μαΐου 2014) είχα πει συγκεκριμένα τα εξής, απαντώντας στις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης, η οποία -μεταξύ των άλλων απίθανων ισχυρισμών της- με κατηγορούσε ότι αυτή η ρύθμιση ήταν υπέρ των σουπερμάρκετ(!): «Είστε ευχαριστημένοι µε το σημερινό καθεστώς; Πιστεύετε ότι δεν επιδέχεται κάποιας βελτιώσεως; Δεχόμαστε ότι όλα λειτουργούν τέλεια; Δεχόμαστε ότι το καθεστώς της απονομής των θέσεων σήμερα είναι διαφανές; Θεωρείτε ότι πρέπει να συνεχιστεί εσαεί; Θεωρείτε ότι δεν υπάρχει υποψία αδιαφάνειας; Θεωρείτε ότι δεν μπορεί να γίνουν ρουσφέτια; Θεωρείτε ότι είναι χειρότερο σύστημα η εφάπαξ κλήρωση και μετά η κυκλικότητα; Είναι λιγότερο διαφανές σύστημα; Είναι λιγότερο ξεκάθαρο; Είναι λιγότερο ευρωπαϊκό; Είναι λιγότερο τίμιο;»

Υπήρξαν αντιδράσεις τότε και από βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας, με αποτέλεσμα το ένα κομμάτι του νόμου περί κυκλικότητας να μην περάσει. Δεν υπήρχαν οι 151! Και το άλλο κομμάτι που πέρασε, στην συνέχεια το ακύρωσε ο ΣΥΡΙΖΑ με τον νόμο 4497/2017! Ο ίδιος ΣΥΡΙΖΑ που έρχεται και πανηγυρίζει για την εξάρθρωση μιας μαφίας η οποία δεν θα υπήρχε αν είχε περάσει η προαναφερθείσα διάταξη, και αν δεν την είχε πετάξει ο ίδιος στα σκουπίδια όταν έγινε κυβέρνηση!

Φυσικά, τόσο ο τορπιλισμός του αρχικού νομοσχεδίου, όσο και το τελειωτικό χτύπημα του ΣΥΡΙΖΑ, είναι μέρος του ίδιου διαχρονικού και συχνά παρατηρούμενου μοτίβου στην πολιτική ζωή του τόπου: της τούμπας πάνω σε μια χούφτα ψήφους.

Δεν πάμε με τους καταναλωτές. Δεν πάμε με τους πολλούς ανυπεράσπιστους και ανοργάνωτους πολίτες. Δεν πάμε με τη διαφάνεια. Δεν πάμε με την κοινή λογική. Δεν πάμε με την Ευρώπη.

Πάμε, από τότε που ιδρύθηκε το ελληνικό κράτος -συνεχώς και, ευτυχώς, όχι αδιαλείπτως-, με όποιον γκρινιάζει. Ακόμα και αν κάποιοι από αυτούς που γκρινιάζουν έχουν στήσει μια μαφία εκβιασμών!

Ένα μεγάλο μέρος του πολιτικού συστήματος συντάσσεται τυφλά με όσους διαμαρτύρονται, όχι απλά στις περιπτώσεις που αυτοί βλάπτουν την πλειονότητα των πολιτών, αλλά ακόμη και στις περιπτώσεις που αυτοί είναι παράνομοι!

Κάποια στιγμή πρέπει να αντιληφθούμε ότι αυτό δεν οδηγεί πουθενά. Κάποια στιγμή όσοι επιμένουν σε τέτοιες πρακτικές πρέπει να αντιληφθούν ότι, τελικά, η συνεπής γραμμή είναι που δικαιώνεται, ενώ οι πρακτικές αυτές είναι καταδικασμένες στην απαξίωση.

Μετά από όλα αυτά που περάσαμε, μετά από όλες τις θυσίες των Ελλήνων, μετά από σχεδόν μια χαμένη δεκαετία, είναι δυνατόν να μην έχουμε μάθει τίποτα; Τι πρέπει, δηλαδή, να γίνει, για να συνειδητοποιήσουμε ότι πρέπει να κάνουμε τα πράγματα αλλιώς;

Τι πρέπει να γίνει για να προωθήσουμε σύγχρονες μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν σε χαμηλότερες τιμές, καλύτερες υπηρεσίες και περισσότερες δουλειές για όλους τους Έλληνες, χωρίς να φοβόμαστε τις αντιδράσεις της εκάστοτε θορυβώδους μειοψηφίας που θεωρεί ότι ξεβολεύεται;

Δοκιμάσαμε τόσα χρόνια τη συνταγή της αδράνειας, της αναβλητικότητας, του φόβου για το πολιτικό κόστος. Του «έλα μωρέ , πού να μπλέκουμε τώρα». Είδαμε πού μας οδήγησε. Για μένα και τον Θανάση Σκορδά, αυτό που έγινε τις τελευταίες ημέρες είναι μια πικρή δικαίωση.

Θα θέλαμε, όμως, να είναι και κάτι παραπάνω: ένα μήνυμα σε αυτούς που θα πολιτευτούν πρώτη φορά, με όλα τα κόμματα, στις εκλογές που επίκεινται. Ένα μήνυμα ότι δεν είναι ούτε πολιτική αφέλεια, ούτε ιδεοληψία να κάνεις συγκρούσεις για να βάλεις τα κακώς κείμενα στη θέση τους. Είναι, αντίθετα, υποχρέωση απέναντι στη συνείδησή μας και στην πατρίδα μας.

Η θεωρία ότι όσοι προωθούν μεταρρυθμίσεις είναι ιδεοληπτικοί ή βλαπτικοί στα κόμματά τους δεν είναι μόνο επιζήμια για τον τόπο. Είναι επικίνδυνη, τελικά, και για αυτούς που την υιοθετούν.

Ποιος θυμάται κάποιον πολιτικό που διέπρεψε στις δημόσιες σχέσεις; Ποιος θυμάται κάποιον πολιτικό που χάιδεψε συντεχνίες, αφήνοντας τα πράγματα τελματωμένα;

Ας είναι αυτή η ιστορία με τη μαφία των λαϊκών αγορών ένα μάθημα, έστω, για αυτούς που κατεβαίνουν πρώτη φορά στις εκλογές.

*Κωστής Χατζηδάκης είναι αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και Βουλευτής Β’ Αθηνών

Πηγή: Protagon.gr

Μοιραστείτε το:
Tagged