Κανιβαλισμός – Παράδοση η διαστροφή; Ιστορίες που συγκλόνισαν τον κόσμο [video, photo]

Πολιτισμοί
Μοιραστείτε το:

Από τη σατανική κυρία Λόβετ και τις κρεατόπιτές της, στον «Κόκκινο Αντεροβγάλτη»

 «Η νοσηρή σαγήνη που ασκεί ο κανιβαλισμός στην ανθρωπότητα χρονολογείται πριν από την αυγή της καταγεγραμμένης Ιστορίας».

Έτσι αρχίζουν την διήγησή τους οι Daniel Diehl και Mark Donnelly* στο βιβλίο τους «Φάε τον γείτονα σου. Κανιβαλισμός-Κανίβαλοι – Πραγματικές ιστορίες που συγκλόνισαν την παγκόσμια γνώμη και σόκαραν από τη μεγάλη οθόνη».

Πριν ξεφυλλίσουμε το ενδιαφέρον βιβλίο με τις ξεχωριστές ιστορίες, διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο: «Η ανθρώπινη σάρκα μπορεί να καταναλώθηκε απλώς επειδή ο λιμός, η ένδεια, η επιδημία ή ο πόλεμος δεν άφηναν άλλη βιώσιμη επιλογή. Ή ίσως να είναι μια πράξη που εμπεριέχει θρησκευτική ή μαγική σημειολογία. Κάποιες φυλές θεωρούσαν τον κανιβαλισμό ως έναν τρόπο να αφομοιώσουν τη δύναμη και την ανδρεία των εχθρών, άλλες, ως έναν τρόπο να διατηρούν τη σοφία και τα χαρακτηριστικά των φίλων»…

Οι συγγραφείς ανασκάπτουν τη σημασία της ανθρωποφαγίας, το πολιτισμικό και ανθρωπολογικό υπόβαθρο του κανιβαλισμού και περιγράφουν άτομα που κρίθηκαν ως ειδεχθή για τις διατροφικές ροπές τους: από την ημι-θρυλική μορφή του Σόουνι Μπιν, τη συνεργό του την κυρία Λόβετ και τις κρεατόπιτές της, στον αιμοδιψή Τσικατίλο και μέχρι την περιβόητη περίπτωση του Άρμιν Μάιβες που προμηθεύτηκε το θύμα του από το διαδίκτυο!

Παράδοση η ανθρωποφαγία

Ο Ηρόδοτος πρώτος επινόησε τη λέξη που είναι αποδεκτή ως ο σωστός όρος για τη βρώση της ανθρώπινης σάρκας: «ανθρωποφαγία», περιγράφοντας τελετές κανιβαλισμού. Ο όρος κανιβαλισμός προέρχεται από την παραφθορά της λέξεως Caribales (γενναίος, τολμηρός) σε Canibales, που φαίνεται ότι απέδωσε ο Χριστόφορος Κολόμβος το 1493, σε «ανθρωποφάγες» φυλές που κατοικούσαν τις Μικρές Αντίλλες.

Μια από τις εξακριβωμένες αφηγήσεις πολεμικού κανιβαλισμού προέρχεται από τον Ρωμαίο ιστορικό και χρονικογράφο Τάκιτο που περιγράφει πως κέλτικες φυλές έκοβαν τα κεφάλια των σκοτωμένων εχθρών τους και τα έδιναν στους ιερείς τους οι οποίοι έτρωγαν το μυαλό, πιστεύοντας ότι με αυτόν τον τρόπο εμποτίζονταν με τη σοφία και την ευφυΐα του εχθρού.

Οι Ευρωπαίοι ήρθαν για πρώτη φορά σε επαφή με τους κανίβαλους του Νέου Κόσμου με την ανακάλυψη του Δυτικού Ημισφαιρίου. Ο πιο δημοφιλής τρόπος μαγειρέματος της ανθρώπινης σάρκας ήταν να την ψήνουν σε σχάρα πάνω σε χλωρά ξύλα που την αποκαλούσαν «μπαρμπακόα» όρος που επιβίωσε ως «μπάρμπεκιου» στις μέρες μας. Οι άνθρωποι γίνονταν και βραστοί, ψητοί, καπνιστοί, ακόμα και παστοί.

Οι Αζτέκοι θυσίαζαν ανθρώπους προσφέροντας τα εσωτερικά όργανα στους ιερείς και στις ανώτερες κοινωνικές τάξεις, ενώ οι μηροί πήγαιναν στους συμβούλους. Τα υπόλοιπα, παρακατιανά κομμάτια κατέληγαν στον λαό (ως συνήθως).

Αυτά σαν μια γενική πρώτη γεύση για το τι είναι ανθρωποφαγία και ποιοι λαοί την υιοθετούσαν. Και δεν ήταν μονάχα οι Αζτέκοι και άλλοι λαοί της Αμερικανικής ηπείρου. Και ο κάπτεν Τζέιμς Κουκ καταγράφει ανθρωποφαγίες στην Νέα Ζηλανδία, στην Τασμανία, στην Αυστραλία από τους Αβορίγινες. Επίσης στη Νέα Γουϊνέα ο κανιβαλισμός επέζησε έως τον 20ο αιώνα!

Το 1992 ένας ηλικιωμένος Παπούα θυμόταν με νοσταλγία τις μέρες του κανιβαλισμού και υποστήριζε ότι το ανθρώπινο κρέας ήταν ανώτερης ποιότητας από το χοιρινό και το κοτόπουλο, ενώ τα μωρά σου έδιναν την αίσθηση ότι τρως ψάρι…

Και στην Αφρική έχουν καταγραφεί πολλές περιπτώσεις ανθρωποφαγίας. Μάλιστα το τραπέζι του αυτοκράτορα της Κεντρικής Αφρικής Μποκάσα κοσμούσαν συχνά πιάτα με μαγειρεμένα βρέφη, κλεμμένα από τις οικογένειες πολιτικών του αντιπάλων!

Ακόμη λέγεται πως Κινέζοι στρατιώτες, που πολεμούσαν τους Γάλλους στον κόλπο του Τονκίνου το 1890, έτρωγαν τους αιχμαλώτους, πιστεύοντας ότι έτσι τονώνεται το θάρρος τους!

Να σημειώσουμε ότι στο νησί Βόρειο Σεντινέλ, μεταξύ Ινδονησίας και Μιανμάρ υπάρχει ακόμη φυλή ανθρωποφάγων.

Οι επιζήσαντες της πτώσης του αεροσκάφους των Ουρουγουανών Αερογραμμών στις Άνδεις Screenshot via YouTube video – 7NEWS Spotlight

Και φθάνουμε πια στις μέρες της βιομηχανικής επανάστασης, της εξάλειψης των θρύλων και δεισιδαιμονιών που κατηύθυναν λαούς και βασάνιζαν άλλους και εντοπίζουμε μεμονωμένες περιπτώσεις ανθρωποφαγίας, ιδιαζόντως ειδεχθείς και αποτρόπαιες.

Θυμίζουμε εδώ την πολύκροτη περίπτωση της συντριβής του αεροσκάφους των Ουρουγουανών Αερογραμμών στις Άνδεις, όπου επιζήσαντες κατανάλωσαν κρέας νεκρών συντρόφων τους για να επιβιώσουν στις ακραίες συνθήκες περιμένοντας βοήθεια. Και περνάμε στο πιο ενδιαφέρον κομμάτι της ιστορίας, τις μεμονωμένες περιπτώσεις κανιβαλισμού, στον σύγχρονο κόσμο μας που προκάλεσαν απέχθεια και συγκλόνισαν την κοινή γνώμη

Πίτα με γεύση ανθρώπινη!

Ο κουρέας Σουίνι Τοντ έδρασε στο Λονδίνο μεταξύ 1789 και 1801· εκτός από τα μαλλιά, έκοβε και τα λαρύγγια των πελατών του, την ώρα που αυτοί κάθονταν χαλαροί στην καρέκλα του κουρέα και μετά πετούσε τα πτώματά τους μέσω μιας τσουλήθρας, στο κελάρι που βρισκόταν κάτω από το μαγαζί του. Εκεί περίμενε η χήρα φουρνάρισσα συνεργός, Νέλι Λόβετ, που έκοβε το κρέας σε μικρά κομματάκια, το έβραζε και το ανακάτευε με το ζωικό κρέας και ετοίμαζε το υλικό για τις πεντανόστιμες πίτες της, που μετά πουλούσε σε ανυποψίαστους πελάτες!

Αν και υπάρχουν μερικοί που ισχυρίζονται ότι ο Σουίνι Τοντ υπήρξε πράγματι και ήταν ο δράστης 160 φόνων, που έγιναν κατά το 18ο αιώνα στο Λονδίνο, είναι πια γενικά αποδεκτό ότι είναι ένας φανταστικός ήρωας του οποίου η φήμη ανταγωνιζόταν επάξια αυτήν ενός άλλου διαβόητου κατά συρροή δολοφόνου, στο Λονδίνο του 19ου αιώνα, του Τζακ του Αντεροβγάλτη.

Η σατανική δράση των Τοντ και Λόβετ αποκαλύφθηκε το καλοκαίρι του 1800, όταν μια έντονη και απεχθής οσμή άρχισε να τυλίγει το ναό του Σεντ Ντάσταν που ήταν δίπλα στο κουρείο του Τοντ. Επίσης πλήθαιναν οι αναφορές για πελάτες που έμπαιναν στο κουρείο του Τοντ και δεν ξανάβγαιναν ποτέ. Η αστυνομία αξιοποίησε τις αναφορές και με τη… μυρουδιά έφτασε μπροστά στο αποτρόπαιο θέαμα των ανθρώπινων υπολειμμάτων.

Οι δράστες συνελήφθησαν και η μεν Νέλι Λόβετ αυτοκτόνησε στο κελί της πριν δικαστεί, ο δε Σουίνι Τοντ άφησε την τελευταία του ανάσα στην αγχόνη. Πολλά χρόνια μετά, ο Στίβεν Σόντχαϊμ – ο θρυλικός Αμερικανός στιχουργός και συνθέτης – έφερε την ιστορία του Σουίνι Τοντ σε επαφή με το ευρύ κοινό, με το διάσημο θεατρικό μιούζικαλ «Σουίνι Τοντ, ο φονικός κουρέας της οδού Φλιτ». Το μιούζικαλ αυτό ήταν βάση για την  κινηματογραφική μεταφορά της ιστορίας από τον Τιμ Μπάρτον, το 2007 με πρωταγωνιστή τον Τζόνι Ντεπ.

Από τη Ρωσία με μίσος…

Η ζωή ήταν πάντα δύσκολη στις ρωσικές πόλεις κι ακόμα πιο δύσκολη όταν γεννήθηκε ο Αντρέι Τσικατίλο  το 1936 στο Γιαμπλοσνόγιε, ένα χωριό της Ουκρανίας. Η περιοχή χτυπημένη από το εκδικητικό μίσος του Στάλιν λιμοκτονούσε. Ο Αντρέι, ένα καταπιεσμένο παιδί, που έγινε μάρτυς εκατοντάδων βίαιων θανάτων στον τόπο του από τους εισβολείς Γερμανούς, πέρασε στην εφηβεία φορτωμένος ψυχολογικά και σεξουαλικά προβλήματα.

Ο Τσικατίλο, ενήλικος πλέον γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο του Ροστόφ το 1964, μελετώντας ρωσική λογοτεχνία και γλώσσα και πήρε το πτυχίο του το 1970. Ο Τσικατίλο διορίστηκε ως δάσκαλος ρωσικής γλώσσας και παγκόσμιας λογοτεχνίας στο Νοβοσακτίνσκ.

Λέγεται ότι ο Τσικατίλο ήταν αρκετά ανεπαρκής ως δάσκαλος. Σπάνια κατάφερνε να κρατήσει την τάξη του πειθαρχημένη, και τακτικά έπεφτε θύμα κοροϊδίας από τους μαθητές του.

Το μέλλον του επιφύλασσε όμως μια άλλη ανατριχιαστική ιδιότητα: Ο Αντρέι Ρομάνοβιτς Τσικατίλο είναι ο πιο γνωστός σοβιετικός κατά συρροή δολοφόνος. Έμεινε στην ιστορία ως ο «Χασάπης του Ροστόφ» ή ο «Κόκκινος αντεροβγάλτης». Σκότωσε 56 ανθρώπους στην περιφέρεια του Ροστόφ και σε άλλες περιοχές της Ρωσίας, της Ουκρανίας και του Ουζμπεκιστάν από το 1978 έως και το 1990. Δολοφονούσε παιδιά και γυναίκες, έκοβε και έτρωγε τα γεννητικά τους όργανα και άλλα μέρη του σώματός τους!

Πρώτο θύμα του 42χρονου Ουκρανού καθηγητή ήταν η 9χρονη Γιελένα Ζακοτνόβα, την οποία δελέασε με μια τσίχλα. Την οδήγησε σε ένα εγκαταλειμμένο σπίτι και προσπάθησε να την κακοποιήσει, αλλά απέτυχε.

Ο Τσικατίλο ήταν σεξουαλικά ανίκανος. Μαχαίρωσε το κοριτσάκι στα γεννητικά όργανα, το οποίο πέθανε από αιμορραγία. Το άψυχο κορμί της κατέληξε σε ποτάμι. Μέχρι το 1990, ο Τσικατίλο, σκότωσε 56 φορές. Οι ηλικίες των θυμάτων του κυμαίνονταν μεταξύ 9 και 44 ετών, ενώ το φύλο τους διέφερε. Αναζητούσε μικρόσωμα θύματα ώστε να μπορεί να τα ακινητοποιήσει. Αγαπημένο του τρόπαιο ήταν η μήτρα των γυναικών, για την οποία είχε δηλώσει: «Μου αρέσει να τη μασάω. Είναι ροζ και μαλακή».

Ο Τσικατίλο επιδιδόταν σε κανιβαλισμό των θυμάτων του, καταβροχθίζοντας τα γεννητικά όργανα, αφαιρώντας μέλη του σώματος, κυρίως μύτες, μάτια, γλώσσες και ερωτοτροπούσε με τις σορούς τους.

Στις 6 Νοεμβρίου του 1990, ο Τσικατίλο εντοπίστηκε στον σιδηροδρομικό σταθμό Ντονλέσκοζ με αίμα στα ρούχα και τα παπούτσια του και μια κόκκινη κηλίδα στο πρόσωπο. Ένας αστυνομικός τον είδε και του φάνηκε ύποπτος αλλά δεν τον συνέλαβε.

Όταν όμως, εντοπίστηκε το πτώμα της 22χρονης Σβετλάνα Κορόστικ, οι αστυνομικοί αναγνώρισαν το όνομα του Τσικατίλο στις αναφορές τους και τον παρακολούθησαν επί έξι μέρες. Τελικά τον συνέλαβαν και βρήκαν αμέσως στοιχεία που τον συνέδεαν με τις φρικιαστικές δολοφονίες. Ξαφνικά προέκυψε ένα πρόβλημα: η ομάδα αίματος του Τσικατίλο διέφερε από του δολοφόνου. Το μυστήριο λύθηκε: Ο Τσικατίλο αποδείχθηκε ότι ήταν ένας από τους σπάνιους ανθρώπους που το αίμα και το σπέρμα τους παρουσίαζαν διαφορές.

Η δίκη του Τσικατίλο άρχισε στις 14 Απριλίου του 1992. Ο κατηγορούμενος ήταν κλεισμένος σε κελί για να προστατευτεί από τις επιθέσεις του εξαγριωμένου πλήθους. Ο δράστης προσπάθησε να παρουσιάσει τον εαυτό του ως τρελό, ελπίζοντας να καταλήξει σε ψυχιατρική κλινική. Προσποιούνταν ότι πάθαινε κρίσεις, ξεγυμνωνόταν μέσα στο δικαστήριο και μιλούσε ασυνάρτητα.

Υποστήριξε ότι η φύση είχε κλέψει τα γεννητικά του όργανα και κατηγόρησε τον Στάλιν για την πείνα που οδήγησε στον κανιβαλισμό. Ο Αμερικανός καθηγητής εγκληματολογίας, Τζακ Λέβιν, είχε υποστηρίξει ότι ήταν περισσότερο κακός παρά τρελός. Αντίθετα ο συνταγματάρχης Βίκτορ Μπουράκοφ, που είχε ερευνήσει την υπόθεση, υποστήριξε ότι ο Τσικατίλο ήταν βαριά άρρωστος και δεν είχε επίγνωση του τι έκανε. Ο στυγερός ανθρωποφάγος δολοφόνος και καταδικάστηκε σε θάνατο και στις 14 Φεβρουαρίου του 1994 εκτελέστηκε με μία σφαίρα στο κεφάλι.

Το 1995 γυρίστηκε μια τηλεταινία με τίτλο «Citizen X» και αφορούσε τη ζωή του Τσικατίλο, με πρωταγωνιστές τον Στίβεν Ρία και τον Ντόναλντ Σάδερλαντ (φωτογραφία). Το 1999 δημοσίευμα του περιοδικού Newsweek έκανε αναφορά στο Ροστόφ (στον ποταμό Ντον), κατονομάζοντας την ρωσική πόλη ως την παγκόσμια πρωτεύουσα των κατά συρροή εγκληματιών. Από το 1989, είχαν συλληφθεί στο Ροστόφ 29 κατά συρροή δολοφόνοι και βιαστές!

Η «Σιωπή των Αμνών»

Γεννημένος το 1943 από τον Μίκαελ και την Έλεν Χάιντνικ, ο Γκάρι, μεγάλωσε σε προάστιο του Κλίβελαντ. Ως ενήλικος γράφτηκε στη Στρατιωτική Ακαδημία «Στάουντον» την οποία εγκατέλειψε δύο χρόνια πριν αποφοιτήσει.

Ο Χάιντνκ υπηρέτησε ως γιατρός στο στρατό επί 14 μήνες πριν απολυθεί με αναπηρία. Η επίσημη διάγνωση ήταν: «διαταραχή της σχιζοειδούς προσωπικότητας». Όταν ο Γκάρι ήταν 27 ετών, η μητέρα του Έλεν αυτοκτόνησε.

Ο Χάιντνικ παντρεύτηκε αφού γνώρισε τη σύζυγό το, Μπέτι, δι’ αλληλογραφίας. Ο γάμος τους γρήγορα διαλύθηκε, όταν η Μπέτι έπιασε τον σύζυγό της στο κρεβάτι με τρεις γυναίκες και την ανάγκασε με τη βία να κάνει σεξ μαζί τους. Τρεις μήνες αργότερα η Μπέτι τον εγκατέλειψε.

Το 1976, ο Χάιντνικ κατηγορήθηκε για επιθετική συμπεριφορά, αφού χτύπησε με ένα  πιστόλι έναν γείτονά του στο πρόσωπο. Το 1978 ο Χάιντνικ πήρε την αδερφή μιας γνωστής του (η οποία έπασχε από αναπηρία) από ψυχιατρική κλινική με 24ωρη άδεια και την κράτησε φυλακισμένη στο υπόγειό του σπιτιού του επί μέρες. Όταν βρέθηκε η άτυχη κοπέλα, διαπιστώθηκε ότι είχε βιαστεί.

Ο Χάιντνικ συνελήφθη και κατηγορήθηκε για απαγωγή, βιασμό, παράνομο εγκλεισμό, και  παρεκκλίνουσα σεξουαλική επαφή. Βρέθηκε ένοχος και καταδικάστηκε σε φυλάκιση επτά ετών. Η αρχική ποινή ανατράπηκε μετά από έφεση και ο Χάιντνικ πέρασε τρία χρόνια εγκλεισμού σε ψυχιατρικά ιδρύματα, πριν από την απελευθέρωσή του τον Απρίλιο του 1983.

Αρχίζοντας από το Νοέμβριο του 1986, ο Χάιντνικ απήγαγε έξι γυναίκες και τις φυλάκισε στο υπόγειο του σπιτιού του, στη Φιλαδέλφεια. Οι αιχμάλωτες κακοποιούνταν σεξουαλικά, ξυλοκοπούνταν και βασανίζονταν. Μία από τις γυναίκες πέθανε από την πείνα και τα βασανιστήρια. Ο Χάιντνικ τεμάχισε το σώμα της, το άλεσε σε μια μηχανή του κιμά και το ανάμιξε με σκυλοτροφές, τις οποίες στη συνέχεια ταΐζει στα θύματα που κρατούσε φυλακισμένα. Τα χέρια και τα πόδια της νεκρής τα έβαλε σε καταψύκτη. Μαγείρεψε τα πλευρά της σε φούρνο και έβρασε το κεφάλι της σε μια κατσαρόλα. Ο Χάιντνκ βασάνιζε και κακοποιούσε σεξουαλικά τις γυναίκες μεμονωμένα ή ομαδικά. Είχε σκάψει έναν βαθύ λάκκο όπου είχε ρίξει τις γυναίκες.

Μία από τις κρατούμενες του, η Ζοζεφίνα Ριβέρα κατάφερε να δραπετεύσει και να πάει κατευθείαν στις αρχές. Ο Χίντνικ συνελήφθη. Κατά την διάρκεια της αστυνομικής έρευνας βρέθηκαν στο σπίτι του τα κομμάτια μιας από τις 2 γυναίκες που πέθαναν στα χέρια του ύστερα από οικτρά βασανιστήρια. Κατά τη διάρκεια της δίκης του, ο Χάιντνικ αρνήθηκε επανειλημμένως όλες τις κατηγορίες για κακομεταχείριση των αιχμαλώτων του. Κρίθηκε ένοχος για δύο ανθρωποκτονίες και καταδικάστηκε σε θάνατο.

Ο Χάιντνικ εκτελέστηκε με θανατηφόρο ένεση στις 6 Ιουλίου 1999.Η μέθοδος του Χάιντνικ το να φυλακίζει τα θύματά του σε μια βαθιά τρύπα, στο υπόγειό του, ενέπνευσε τον χαρακτήρα του «Μπάφαλο Μπιλ» στο μυθιστόρημα του Τόμας Χάρις «Η Σιωπή των Αμνών», που αργότερα ενέπνευσε τον σκηνοθέτη Τζόναθαν Ντέμι να φτιάξει την ομώνυμη ταινία με πρωταγωνιστές τον Άντονι Χόπκινς και Τζόντι Φόστερ

Ζητείται τροφή!

Το 2001, ο Άρμιν Μάιβες, που εργαζόταν ως τεχνικός υπολογιστών, ανάρτησε μια αγγελία στο διαδίκτυο, ζητώντας έναν «νεαρό, καλογυμνασμένο άντρα για να τον φάει! Και κάποιος απάντησε. Αυτή είναι η ιστορία με λίγες αράδες. Ο Άρμιν Μάιβες γεννήθηκε την 1η Δεκεμβρίου 1961 στη Γερμανία, ήταν ο τρίτος και μικρότερος γιος του Βάλτρουν Μάιβες και είχε δύο μεγαλύτερα ετεροθαλή αδέλφια. Ο πατέρας του εγκατέλειψε τον Άρμιν όταν ήταν 8 ετών, αφήνοντάς τον στη μητέρα του.

Σε ηλικία 40 χρονών, ο Μάιβες, αναζητώντας έναν πρόθυμο εθελοντή, δημοσίευσε μια αγγελία στον ιστότοπο «The Cannibal Cafe» (πλέον ένα ανενεργό φόρουμ για άτομα με φετίχ κανιβαλισμού). Η δημοσίευση του Μάιβες ανέφερε ότι «έψαχνε για έναν άνδρα ηλικίας 18 έως 30 ετών για να σφάξει και στη συνέχεια να τον φάει». Ο Μπερντ Γιούργεν Αρμάντο Μπράντες, μηχανικός από το Βερολίνο, απάντησε στην αγγελία.

Οι δύο τους συναντήθηκαν στο σπίτι του Μάιβες, στη μικρή πόλη Βούστεφελντ και κατέγραψαν σε βιντεοκασέτα τον ακρωτηριασμό του πέους του Μπράντες (με τη συμφωνία του τελευταίου). Στη συνέχεια οι δύο άνδρες προσπάθησαν να φάνε το κομμένο πέος μαζί.

Πριν φθάσει στη πράξη του, ο Μπράντες είχε πιεί 20 υπνωτικά χάπια και ένα ολόκληρο μπουκάλι σιρόπι για τον βήχα, πιθανόν για να προκαλέσει επιβράδυνση της αναπνοής και καταστολή. Ο Μπράντες επέμεινε αρχικά να κόψει το πέος του ο Μάιβες δαγκώνοντάς το!

Αυτό στάθηκε αδύνατον και τελικά ο Μάιβες το έκοψε με ένα μαχαίρι. Ο Μπράντες, φαίνεται καθαρά στη βιντεοταινία να προσπαθεί να φάει λίγο από το πέος του, αλλά δεν τα κατάφερε, γιατί ήταν πολύ σκληρό και, όπως έλεγε: «λαστιχωτό»…

Στη συνέχεια, ο Μάιβες τηγάνισε το πέος με αλάτι, πιπέρι και σκόρδο, σβήνοντάς το με κρασί, ενώ στη συνέχεια πρόσθεσε  λίγο λίπος του Μπράντες, αλλά στο μεταξύ το πέος είχε καεί και δεν τρωγόταν… Σύμφωνα με αξιωματούχους του δικαστηρίου που είδαν το βίντεο, ο Μπράντες είχε ήδη αποδυναμωθεί από την αιμορραγία και ήταν ανίκανος να φάει οτιδήποτε.

Στη συνέχεια ο Μάιβες οδήγησε το θύμα του στη μπανιέρα, όπου τον περίμενε ζεστό νερό και πήγε ατάραχος να διαβάσει ένα βιβλίο (το «Star Trek»), ενώ κάθε 15 λεπτά επισκεπτόταν τον Μπράντες και έλεγχε την κατάστασή του. Ο Μπράντες κατέρρεε.

Έπειτα από μεγάλο δισταγμό και κάνοντας την προσευχή του, ο Μάιβες αποτελείωσε τον Μπράντες μαχαιρώνοντάς τον στο λαιμό κι έπειτα κρέμασε το σώμα του σε τσιγκέλι κρεοπωλείου. Το περιστατικό βιντεοσκοπήθηκε σε κασέτα τεσσάρων ωρών. Ο Μάιβες έτρωγε το πτώμα του Μπράντες για τους επόμενους δέκα μήνες, αποθηκεύοντας τα μέρη του σώματος στον καταψύκτη του κάτω από κουτιά πίτσας. Υπολογίζεται ότι κατανάλωσε μέχρι και 20 κιλά σάρκας.

Ο Μάιβες συνελήφθη τον Δεκέμβριο του 2002, όταν ένας φοιτητής ειδοποίησε τις αρχές, ότι εντόπισε νέες ανάλογου περιεχομένου αγγελίες στο διαδίκτυο. Οι αστυνομικοί έψαξαν στο σπίτι του και ανακάλυψαν μέρη του σώματος του Μπράντες και τη βιντεοταινία του φόνου.

Στις 30 Ιανουαρίου 2004, ο Μάιβες καταδικάστηκε για ανθρωποκτονία και καταδικάστηκε σε φυλάκιση οκτώ χρόνων και έξι μηνών. Το 2006 η δίκη του Μάιβες επαναλήφθηκε με την επιμονή του εισαγγελέα και ο διεστραμμένος ανθρωποφάγος καταδικάστηκε τελεσίδικα σε ισόβια κάθειρξη!

Σε συνέντευξή του, σε γερμανική εφημερίδα, ο Μάιβες παραδέχθηκε ότι έφαγε τον Μπράντες και εξέφρασε τη λύπη του για την πράξη του. Πρόσθεσε επίσης ότι θέλει να γράψει μια βιογραφία με σκοπό να αποτρέψει όποιον θέλει να ακολουθήσει τα βήματά του…

Daniel Diehl – Mark P. Donnelly

Πηγή: εκδόσεις ΑΓΚΥΡΑ,  ethnos.gr, hellasjournal.com

 

Μοιραστείτε το:
Tagged