Έχει μέλλον η γηρασμένη Ελλάδα ή βαδίζει προς το τέλος…;

Άρθρα Παιδιά-Έφηβοι
Μοιραστείτε το:

Η Ελλάδα των γερόντων στο λυκόφως του μέλλοντός της…

Το φαινόμενο της υπογεννητικότητας είναι εδώ και χρόνια ένα απ’ τα μείζονα θέματα που απασχολούν την Ευρώπη και κυρίως την Ελλάδα, στην οποία παραμένει άλυτο εδώ και δεκαετίες γιατί οι κυβερνήσεις εθελοτυφλούσαν και υποτιμούσαν το εθνικό πρόβλημα.

Αυτή η διαιώνιση όμως της προοδευτικής συρρίκνωσης του ελληνικού πληθυσμού δεν ταλανίζει τη χώρα μόνο οικονομικά, δεδομένου ότι το εργατικό δυναμικό της είναι γερασμένο (πράγμα που έχει άμεσες επιπτώσεις στην παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της εθνικής οικονομίας), αλλά και την επιβαρύνει κοινωνικά και ηθικά, με αποκορύφωμα την δεκαετή περίοδο των μνημονίων.

Από οικονομικής άποψης, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, οι μεγάλης ηλικίας άνθρωποι δε μπορούν παρά να προσφέρουν λιγότερα από τους νέους στην παραγωγικότητα, αφού – στην μεγάλη τους πλειοψηφία – στερούνται σωματικών δυνάμεων, αλλά και ενθουσιασμού και φιλοδοξιών για την αύξηση της παραγωγής στους τομείς εργασίας τους.

Επιπλέον, ο μεγάλος αριθμός συντάξεων επιβαρύνει ακόμα περισσότερο την ήδη βεβαρημένη οικονομία μας εξαιτίας της έλλειψης εκσυγχρονισμού και των συνακόλουθων παρενεργειών του (χαμηλή παραγωγικότητα και, κατ’ επέκταση, μείωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας).

Ας ληφθεί υπόψη εδώ, για τους υπερασπιστές της εργασίας στην τρίτη ηλικία, ότι οι ηλικιωμένοι εργαζόμενοι – πέραν του βασικού τους προσόντος που έχει να κάνει με την εμπειρία – υπολείπονται των νέων και ως προς το θέμα προσαρμογής τους στην μοντέρνα τεχνολογία, αφού είναι γεγονός ότι κύριο χαρακτηριστικό τους είναι η δυσκαμψία να αποδεχτούν την εισαγωγή της στον τομέα εργασίας τους, μαθημένοι όπως είναι σε παλιότερες μεθόδους δουλειάς.

Επίσης, είναι εξακριβωμένο εμπειρικά ότι, όταν μια χώρα φθίνει πληθυσμιακά, τότε δε μπορεί να προσελκύσει ξένες επενδύσεις. Γίνεται, μ’ άλλα λόγια, μη ελκυστικός οικονομικός προορισμός για τους ξένους επενδυτές κι αυτό έχει άμεσες αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία.

Τέλος, μέσα στις οικονομικές επιπτώσεις απ’ την μετατροπή της Ελλάδας σε χώρα γερόντων, είναι και το γεγονός ότι η παρουσία τους σε χώρους εργασίας δημιουργεί την αίσθηση στους νεότερους της αναξιοκρατίας, αφού έχουν την εντύπωση (ενίοτε τη βεβαιότητα) ότι η συνεχιζόμενη παρουσία των ηλικιωμένων εργαζομένων τούς αποθαρρύνει και τους απογοητεύει.

Κι αυτό παίρνει τραγικές διαστάσεις κατά την μνημονιακή και ”μεταμνημονιακή” περίοδο, γιατί δυσκολεύει τους νέους να εξελιχθούν οικονομικά και κοινωνικά, με αποτέλεσμα να εγκαταλείπουν τις προσπάθειές τους επιλέγοντας τη φυγή στο εξωτερικό (Brain Drain: παίρνουν τα μυαλά τους, στην κυριολεξία, και φεύγουν), με άμεσες αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία της χώρας μας.

Αναφορικά τώρα με τις κοινωνικές επιπτώσεις της στη χώρα μας, δε μπορεί να μην παραδεχτεί κανείς ότι μια κοινωνία η οποία μαστίζεται από γεροντοκρατία ”είναι ουραγός των κοινωνικών εξελίξεων”, γιατί δεν ενυπάρχει σ’ αυτήν το άνθος της νέας γενιάς. Μιας γενιάς που είναι φορέας ανανέωσης και εξέλιξης των κοινωνικών δομών του κράτους.

Ως εκ τούτου, η κοινωνία αυτή των γερόντων, όσο κι αν ενυπάρχουν στο εσωτερικό της προικισμένα μέλη με φωτεινά μυαλά, θα αποτελεί πάντα παρακολούθημα των κοινωνικών εξελίξεων. Έτσι δε θα μπορεί να συγκριθεί ποτέ με άλλες κοινωνίες που έχουν να παρουσιάσουν κάτι καινούριο στους τομείς του πολιτισμού και της παραγωγικότητας.

Καθώς αυτοί γεροντοκρατούνται, λοιπόν, και δεν υπάρχει ισχυρή νέα γενιά για να τους ανανεώσει, μένουν πίσω στις κοινωνικές εξελίξεις και – συγκρουόμενοι με άλλες κοινωνίες – δεν μπορούν να προσφέρουν τίποτα το καινούριο και το προοδευτικό.

Το κυριότερο και δραματικότερο όμως είναι πως θα μετατραπεί η Ελλάδα σε χώρα χωρίς μέλλον και, αν δεν κάνουμε κάτι να τη βοηθήσουμε, θα μιλάμε για μη αναστρέψιμη πορεία μια πατρίδας χωρίς αρμούς σύνδεσης με το παρελθόν και χωρίς μια προοπτική για το αύριο, αφού δεν υπάρχουν σ’ αυτήν το κράτος πρόνοιας και η κοινωνική συνοχή.

Η κατάρρευση του κράτους πρόνοιας, η εξασθένηση της κοινωνικής συνοχής και η επικράτηση ενός διαφορετικού κοινωνικού προτύπου ”μεταφέρουν την οικογένεια στο περιθώριο των εξελίξεων και μεγαλώνουν την υπογεννητικότητα και το δημογραφικό πρόβλημα στην Ελλάδα”.

Και να φανταστεί κανείς πως όσα κατάφερε με κόπο να κερδίσει η Ελλάδα στα χρόνια της ”ευμάρειας”, ειδικά τον Μάρτιο του 2009 όταν έγιναν κάποιες προσπάθειες για αντιμετώπιση του προβλήματος μεμέτρα ενίσχυσης των τρίτεκνων οικογενειών από τον Κώστα Καραμανλή, τα έχασε όλα στα χρόνια της κρίσης!..

Από τότε και ύστερα το δημογραφικό, από εθνικό θέμα που ήταν, μετατράπηκε σε αληθινό εφιάλτη, που καταγράφει σε κλιμάκωση κατιούσα την πληθυσμιακή μας συρρίκνωση. Η αύξηση της ανεργίας των νέων ανδρών και γυναικών ήταν ένας επιπλέον επιβαρυντικός παράγοντας που έσπρωξε τους νέους στη φυγή προς το εξωτερικό. Κι αυτό είναι μια πληγή που δύσκολα θα κλείσει…

Το κακό είναι πως την αύξηση της ανεργίας, που εκτόξευσε την αποδημία στα ύψη, τη συνόδευαν και άλλα κακά, όπως η εντυπωσιακή μείωση των γεννήσεων και η γήρανση του πληθυσμού, που ”οδήγησε βαθμιαία σε συρρίκνωση του πληθυσμού της χώρας μας και σε αύξηση της αναλογίας των ηλικιωμένων, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο πληθυσμός άνω των 65 ετών σε βάρος των ηλικιών 0-14”.

Τι μπορεί να γίνει λοιπόν, για να σταματήσει εδώ το κακό; θα ρωτήσει κανείς ψάχνοντας για σανίδα σωτηρίας.

Δυστυχώς, τώρα είναι αργά, σύμφωνα με τους ερευνητές που μιλούν για ”δημογραφική κατρακύλα” της χώρας μας. Και είναι αργά, όπως λένε, γιατί η κατάσταση είναι μη αναστρέψιμη, καθώς – όπως ισχυρίζεται η ειδικός κ. Έμκε – Πουλοπούλου – ”η επί σαράντα χρόνια χαμηλή γονιμότητα των Ελλήνων δημιούργησε μια μικρότερη αριθμητικά γενιά γυναικών”.

Είναι μάλιστα σε τέτοιο βαθμό απογοητευτικά τα αποτελέσματα, που ”ακόμα κι αν αυτές οι γυναίκες αποκτήσουν περισσότερα παιδιά, θα είναι δύσκολο ο αριθμός των γεννήσεων να ξεπεράσει τον αριθμό των θανάτων…”, όπως διαβεβαιώνει η ερευνήτρια.

Και τώρα ερχόμαστε στις εθνικές επιπτώσεις του θέματος, για τις οποίες φέρουν ακέραια την ευθύνη τόσο οι κυβερνήσεις που κυβέρνησαν μέχρι σήμερα όσο και η σημερινή, γιατί δεν πήραν και δεν παίρνουν παρά ελάχιστα μέτρα για την υπογεννητικότητα, που τη θεωρούσαν μέχρι πρότινος υποδεέστερο πρόβλημα…

Αυτά τα ελάχιστα μέτρα, όπως προείπαμε, ήταν πενιχρές παροχές που δίνονταν στα ζευγάρια που θα τεκνοποιούσαν πάνω από δύο παιδιά. Όμως επειδή αυτό είχε περιορισμένα αποτελέσματα, αποφάσισαν οι κυβερνώντες τότε του ΠΑΣΟΚ να καλύψουν το κενό του δημογραφικού προβλήματος με την νομιμοποίηση ξένων.

Ωστόσο εκείνη η τακτική έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις σήμερα, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ – στη λογική του ”μπάτε σκύλοι αλέστε” και της ψηφοθηρίας – νομιμοποιεί χιλιάδες λαθρομετανάστες που έχουν κατακλύσει την Ελλάδα, εν όψει της συνταγματικής αναθεώρησης, για να τους κάνει μελλοντικούς ψηφοφόρους του.

Απ’ ό,τι διαβάζω μάλιστα, χωρίς να έχει κάποιο πλάνο μεταναστευτικής πολιτικής η κυβέρνηση, ”ονειρεύεται την κατάργηση όλων των εθνικών, πολιτιστικών και ταυτοτικών χαρακτηριστικών που συγκροτούν την Ελλάδα ως χώρα με όρια και κανόνες”, στο όνομα τωνιδεοληψιών του.

Απ’ τη στιγμή όμως που δεν υπάρχει πλαφόν εισόδου για να ξέρουμε πόσους ξένους αντέχουμε, ο εθνικός κίνδυνος είναι μεγάλος. Έχουμε ήδη γίνει ξέφραγο αμπέλι επί ημερών του ΣΥΡΙΖΑ, αφού όποιος θέλει μπαίνει σαν νοικοκύρης στο σπίτι μας από τις θάλασσες και τις στεριές μας – αφού ”δεν υπάρχουν θαλάσσια σύνορα”, για να τον σταματήσουν…

Μ’ αυτά και μ’ αυτά, σε λίγα χρόνια μάς βλέπω να έχουμε χάσει την εθνική μας ταυτότητα και να γινόμαστε μειονότητα στην ίδια μας την πατρίδα λόγω της δραματικής αύξησης της εισροής (λαθρο)μεταναστών και της ανησυχητικής μείωσης της φυσικής κίνησης του πληθυσμού μας, με παράλληλη αύξηση του μουσουλμανικού πληθυσμού που έχει εγκατασταθεί ήδη στη χώρα μας με τις μεταναστευτικές ροές εποχούμενο.

Ήδη την περίοδο 1990-2016, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, εισήλθαν στη χώρα μας 2.400.000 μετανάστες, οι περισσότεροι των οποίων προέρχονταν από μουσουλμανικές χώρες της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής. Με δεδομένο, λοιπόν, ότι την ίδια περίοδο οι μουσουλμάνοι της χώρας μας γεννούσαν κατά μέσο όρο 10.000 μωρά, ο κίνδυνος μουσουλμανοποίησης της ελληνικής κοινωνίας είναι πασιφανής, σε συνδυασμό με τη δραματική συρρίκνωση που παρατηρείται στις γεννήσεις των Ελληνοπαίδων.

Κι αυτό, κατά τον πρόεδρο του Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας Θάνο Ασκητή, θα οδηγήσει στη δραματική μείωση του πληθυσμού μας, που δε θα ξεπερνά τα 7 εκατομμύρια την προσεχή 30ετία, δεδομένου ότι οι νέοι σε ηλικία συμπατριώτες μας δε δείχνουν καμιά διάθεση να τεκνοποιήσουν εν καιρώ παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, η οποία έχει επιδεινώσει την οικονομική τους κατάσταση.

Τα σοκαριστικά στοιχεία για το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας μας και τις προοπτικές εξέλιξης του πληθυσμού μας αντικατοπτρίζονται και στο πόρισμα της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για το Δημογραφικό που τέθηκε προς συζήτηση στη Βουλή. Εκεί γίνεται φανερό – μεταξύ άλλων – πως η ατεκνία των Ελληνίδων την τελευταία δεκαετία δεν αποτελεί συνειδητή επιλογή τους (όπως, λχ, στη Γερμανία ή την Ιαπωνία), αλλά αποτέλεσμα καταστάσεων και συνθηκών του κοινωνικού και οικονομικού τους περιβάλλοντος.

Την ίδια περίοδο παρατηρείται αύξηση του αριθμού των μονογονεϊκών οικογενειών, σαν αποτέλεσμα της αύξησης των διαζυγίων και των εκτός γάμου γεννήσεων, που έχουν τριπλασιαστεί προοδευτικά τα τελευταία εικοσιπέντε χρόνια αγγίζοντας το εννιά τοις εκατό των γεννήσεων από το δύο που ήταν το 1990.

Σύμφωνα με το πόρισμα πάντα, το 2001 η πλειονότητα των ελληνικών οικογενειών είχε δύο παιδιά. Το 2011, πάνω από το 65 τοις εκατό είχε το πολύ ένα παιδί και μόνο το 27 τοις εκατό έχει δύο. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, μάλιστα, ”στο τέλος της επόμενης εικοσαετίας (2035) ο πληθυσμός της Ελλάδας θα κυμανθεί από 10,4-9,5 εκατομμύρια (ο Ασκητής το προσδιορίζει σε 7).

Σημαντικές είναι όμως και οι αλλαγές που αναμένονται τα επόμενα χρόνια και στην ”ηλικιακή δομή” του πληθυσμού, αφού υπολογίζεται ότι το 2035 οι άνω των 65 ετών Έλληνες θα αποτελούν το 27,7-27,9 του πληθυσμού μας, ενώ οι άνω των 85 το 11-12,4 τοις εκατό, τη στιγμή που οι νέοι από 0-14 ετών θα καλύπτουν μόλις το 15,8 του συνολικού πληθυσμού και οι νέοι έως 18 χρόνων το 14,2.

Για το 2050 οι άνω των 65 θα αποτελούν το 30,3-33,1 του πληθυσμού, οι άνω των 85 ετών το 4,9-6,5, ενώ οι νέοι έως 14 χρόνων θα φτάνουν από το 12-14,8 τοις εκατό του συνόλου και οι μέχρι τα 18 το 15,4-19 τοις εκατό.

Όπερ σημαίνει πως η δημογραφική γήρανση στην πατρίδα μας είναι μη αναστρέψιμη και θα έχει ως τραγικά επακόλουθα την ποσοστιαία μείωση του πληθυσμού στις παραγωγικές ηλικίες και τη δυσανάλογη αύξηση του ποσοστού των ηλικιωμένων.

Όλα αυτά μαζί ”θέτουν σε άμεσο κίνδυνο τη χρηματοοικονομική βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος και του συστήματος υγείας της χώρας μας. Τώρα θα μου πείτε, αφού είμαστε μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας γιατί δεν παίρνουμε – έστω και την τελευταία στιγμή – κάποια έκτακτα μέτρα για να σώσουμε ό,τι μπορεί να σωθεί;

Πάνω στο θέμα της λήψης μέτρων, η βασική παραδοχή της δικομματικής επιτροπής είναι ότι πρέπει η δημογραφική πολιτική από τώρα και στο εξής να βαδίζει παράλληλα με τη συνολικότερη αναπτυξιακή, οικονομική και κοινωνική πολιτική.

Ως προς την κοινωνική πολιτική, ειδικότερα, σημειώνεται ότι η δημογραφική πολιτική θα πρέπει να αλληλοσυμπληρώνεται με τις αντίστοιχες πολιτικές για την απασχόληση, την οικογένεια, την μητρότητα/γονεϊκότητα, την ισότητα φύλων και τις πολιτικές για το παιδί.

Επίσης κρίνεται αναγκαία η επιδοματική στήριξη, αν και δεν αρκεί αυτή από μόνη της. ”Πρέπει να συνοδεύεται από πολιτικές για την εναρμόνιση της οικογενειακής/προσωπικής και εργασιακής ζωής, από εξασφαλίσεις σε περίπτωση απώλειας εργασίας απέναντι στον κίνδυνο της φτώχειας των νοικοκυριών, με ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης, με στοχευμένες πολιτικές στο μεταναστευτικό και προσφυγικό πληθυσμό…

Τέλος, σε ξεχωριστό κεφάλαιο γίνεται αναφορά στις ” Διατομεακές πολιτικές ενίσχυσης της οικογένειας και της συμφιλίωσης εργασίας και φροντίδας στο οποίο υπογραμμίζεται ”η ανάγκη λήψης μέτρων ώστε όλες οι εργαζόμενες στον ιδιωτικό τομέα να αμείβονται και να καλύπτονται υγειονομικά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και της μητρότητας.

Επιπλέον χρειάζεται να υπάρξουν μέτρα για την επέκταση της προστασίας από απόλυση και τη δημιουργία προγραμμάτων στήριξης όσων επιστρέφουν στην αγορά εργασίας μετά από διακοπή για την ανατροφή τέκνων ή τη βοήθεια ηλικιωμένων.

Μέσα στις πολλές διαπιστώσεις της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής επιτροπής είναι και αυτή που αφορά το όριο ηλικίας των εγκυμονούντων Ελληνίδων, που έχει διαφοροποιηθεί αισθητά, σε σύγκριση με το παρελθόν. Έτσι, οι γυναίκες στη χώρα μας γεννούν όλο και λιγότερα παιδιά σε όλο και μεγαλύτερη ηλικία…

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Οι Έλληνες λιγοστεύουμε δραματικά κι αυτό δε φαίνεται μόνο στα αποτελέσματα των στατιστικών, αλλά και απ’ το γεγονός ότι ολόκληρες περιοχές της χώρας μένουν χωρίς κατοίκους, την ίδια στιγμή που η μετανάστευση και η λαθρομετανάστευση καλπάζει, αναπτύσσεται δηλαδή με ιδιαίτερο δυναμισμό.

Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, ότι – με τέτοιες δημογραφικές τάσεις – δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε περιφερειακή ανάπτυξη βραχυπρόθεσμα ή σε αποτελεσματική αντιμετώπιση του ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού μακροπρόθεσμα.

Γίνεται τέλος αντιληπτό ότι οι επιπτώσεις της υπογεννητικότητας στη χώρα μας θα γίνονται ακόμη πιο αισθητές και δραματικές από τώρα και στο εξής, σε συνάρτηση με την δυναμική δημογραφική ανάπτυξη και την έκρηξη του εθνικισμού στα Βαλκάνια.

Ως εκ τούτου, με δεδομένο το υπάρχον διεθνοπολιτικό πλαίσιο, η Ελλάδα δεν έχει να περιμένει πολλά απ’ τις νέες γενιές των παιδιών της, που δυστυχώς την εγκαταλείπουν αναγκαστικά βλέποντας ότι έχει μετατραπεί σε χώρα γερόντων, που βρίσκεται στο λυκόφως του μέλλοντός της…

Πηγή: antinews.gr

Μοιραστείτε το:
Tagged