Όταν οι γονείς έρχονται αντιμέτωποι με τα προβλήματα συμπεριφοράς
Άλλοι γονείς θεωρούν ότι διαπαιδαγωγούν καλύτερα τα παιδιά τους με το να είναι αρκετά ανεκτικοί, αφήνοντάς τα λίγο-πολύ ελεύθερα, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι είναι καλύτερο να τα ελέγχουν περισσότερο. Σε γενικές γραμμές, τόσο η υπερβολική ανεκτικότητα, όσο και οι πολλοί περιορισμοί δεν ωφελούν τα παιδιά.
της Νέλλυς Σκουφάτογλου
Η χρυσή τομή, που δεν είναι πάντα εύκολο να εφαρμοστεί στην πράξη, είναι ένας συνδυασμός ανεκτικότητας και ενθάρρυνσης, καθώς και περιορισμών που αφορούν την υγεία και την ασφάλεια του παιδιού και εκμάθησης κοινωνικών κανόνων. Για παράδειγμα, το παιδί θα πρέπει να μπορεί να εξερευνήσει το περιβάλλον του σπιτιού του, χωρίς να ακούει συνεχώς «μη», αλλά δε θα πρέπει να πλησιάζει τις πρίζες, γιατί κινδυνεύει. Ακόμα, όσο μεγαλώνει, θα μπορεί να βγαίνει μόνο του στην αυλή, αλλά σίγουρα δεν μπορεί να βγει στο δρόμο, όπου κυκλοφορούν αυτοκίνητα.
Τι συμβαίνει, όμως, με τα παιδιά, των οποίων η συμπεριφορά δημιουργεί αρκετά προβλήματα τόσο στα ίδια όσο και στο περιβάλλον τους; Δηλαδή, παιδιά που λένε ψέματα, παιδιά που είναι επιθετικά, παιδιά που αρνούνται να πάνε στο σχολείο, παιδιά που παρουσιάζουν άγχος και φόβους… Αρχικά πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι κάθε συμπεριφορά αποτελεί και μια μορφή επικοινωνίας εκ μέρους των παιδιών, καθώς δεν μπορούν πάντα να εκφραστούν με λόγο, η συμπεριφορά τους, η οποία εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και δεν έχει σχεδόν ποτέ μια αιτία, μας δίνει κάποιο μήνυμα. Έχοντας αυτό στο νου μας, μας βοηθάει να βγάλουμε από τα παιδιά ένα μέρος της ευθύνης και να κατανοήσουμε καλύτερα τους λόγους που μπορεί να συμπεριφέρονται έτσι. Τα περισσότερα παιδιά λειτουργούν και μαθαίνουν καλύτερα μέσω της ενίσχυσης και της ενθάρρυνσης. Τα παιδιά έχουν ανάγκη να ακούσουν ότι τα καταφέρνουν, γιατί παίρνουν την αναγνώριση ότι είναι ικανά, ότι αξίζουν και ότι η προσπάθειά τους αμείβεται. Ακόμα και τα πιο δύσκολα παιδιά κάποια στιγμή θα κάνουν κάτι που θα αξίζει τον έπαινο και την ενθάρρυνση.
Από την άλλη μεριά, όμως, πρέπει να υπάρχουν και συνέπειες, όταν το παιδί δεν κάνει αυτό που πρέπει ή όταν παραβεί κάποιον κανόνα. Έτσι, μαθαίνει τι δεν μπορεί να κάνει και ότι πρέπει να είναι υπεύθυνο για τις πράξεις του, όπως ακριβώς οι ενήλικες για τις δικές τους. Ωστόσο, στο σημείο αυτό χρειάζεται προσοχή: η σωματική τιμωρία, το ξύλο, φαίνεται να μην εξασφαλίζει μια καλή συμπεριφορά, γιατί δείχνει στο παιδί τι δεν πρέπει να κάνει κι όχι τι πρέπει να κάνει. Σε πολλές περιπτώσεις, οι κουρασμένοι γονείς είναι πολύ εύκολο να βρουν διέξοδο στη σωματική τιμωρία για τη δύσκολη συμπεριφορά του παιδιού τους και άθελά τους να γίνει συνήθεια, όταν το παιδί γίνεται σχεδόν… ανυπόφορο. Για το λόγο αυτό, οι γονείς θα πρέπει να έχουν στο μυαλό τους ότι η τιμωρία λειτουργεί καλύτερα, όταν πρόκειται για αφαίρεση προνομίων, όπως το να μη δει το παιδί τηλεόραση. Σε κάθε περίπτωση, είναι απαραίτητο οι γονείς να είναι σταθεροί και συνεπείς στις αποφάσεις τους. Αν, για παράδειγμα, έχουν υποσχεθεί στο παιδί τους ότι θα πάνε βόλτα, όταν έχει τελειώσει τα μαθήματά του, πρέπει να τηρήσουν την υπόσχεσή τους. Από την άλλη μεριά, αν κλείσουν την τηλεόραση, επειδή το παιδί έκανε κάτι που δεν έπρεπε, πρέπει να είναι σταθεροί σε αυτή τους την απόφαση, κι όχι να ανοίξουν την τηλεόραση, για να μην ακούν τη γκρίνια του παιδιού. Με αυτό τον τρόπο, το παιδί μεγαλώνει σε έναν κόσμο σταθερότητας και ξέρει ότι οι γονείς του εννοούν και πράττουν αυτό που λένε. Ακόμα, σημαντικό είναι οι γονείς να έχουν μια κοινή γραμμή απέναντι στα παιδιά τους, έτσι ώστε το παιδί να μη διασπά τις αποφάσεις του ζευγαριού. Αυτό είναι πολύ σημαντικό ειδικά στα παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς. Δηλαδή, να μη σκέφτεται το παιδί ότι «η μαμά είπε όχι, αλλά ο μπαμπάς θα μου κάνει το χατίρι», γιατί με αυτό τον τρόπο θα συνεχίσει την ανεπιθύμητη συμπεριφορά μέχρι να γίνει αυτό που θέλει.
Συχνά τα παιδιά ζητούν εξηγήσεις και λόγους γιατί να κάνουν αυτό που τους ζητούν οι γονείς τους. Όταν οι γονείς συζητούν με τα παιδιά τους και τους εξηγούν για ποιο λόγο πρέπει να κάνουν αυτό ή εκείνο, αναγνωρίζουν στα παιδιά την ικανότητα να αποδέχονται τις συνέπειες των πράξεών τους. Έτσι, τα παιδιά εσωτερικεύουν τις αξίες των γονέων τους και είναι πιο πιθανό να τις ακολουθήσουν μεγαλώνοντας, γιατί στο μυαλό τους είναι δικαιολογημένες και έχουν πειστεί για την αναγκαιότητά τους. Επιπλέον, οι γονείς θα πρέπει να ιεραρχούν τα θέματα, στα οποία θέλουν το παιδί τους να πειθαρχεί και να επιλέγει αυτά στα οποία θα δώσουν προτεραιότητα. Πολλοί γονείς επιμένουν ακόμα και σε μικρά ζητήματα, «για να μην τους πάρει το παιδί τον αέρα», δημιουργώντας έτσι μικρές καθημερινές περιόδους γκρίνιας. Στην πραγματικότητα, είναι καλύτερα το παιδί να μάθει ότι υπάρχει ευελιξία και μπορεί ο γονιός να υποχωρήσει σε κάποιο θέμα, αλλά, όταν θα επιμείνει, σημαίνει ότι το ζήτημα είναι σημαντικό. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στα παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς, για τα οποία είναι δύσκολο να υπακούσουν σε πολλά «πρέπει».
Όταν το παιδί είναι θυμωμένο και αρχίζει να φωνάζει και να σπάει πράγματα, ο γονιός που βάζει όρια θα του πει ότι αυτή η συμπεριφορά δεν είναι καλή και θα του προτείνει να τρέξει στον κήπο ή να κάνει κάποια δραστηριότητα, για να εκτονώσει το θυμό του και να ηρεμήσει. Όταν, λοιπόν, το παιδί έρχεται αντιμέτωπο με αυτά τα συναισθήματα, οι γονείς δεν πρέπει να νιώθουν υποχρεωμένοι να διορθώσουν κάτι ή να κάνουν το παιδί να σταματήσει να νιώθει έτσι. Αντίθετα, πρέπει να το ακούσουν, να αναγνωρίσουν τα συναισθήματά του και να το καθοδηγήσουν πώς να τα χειριστεί. Όταν οι γονείς αναγνωρίζουν τα συναισθήματά του, το παιδί ηρεμεί και υπακούει πολύ πιο γρήγορα. Αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχουν λιγότερα σημεία συγκρούσεων στην οικογένεια και γιατί οι συναισθηματικοί δεσμοί μεταξύ γονέων και παιδιών ενισχύονται, με αποτέλεσμα τα παιδιά να ανταποκρίνονται καλύτερα στις απαιτήσεις των γονιών τους. Με τον τρόπο αυτό, τα παιδιά θεωρούν τους γονείς συμμάχους τους και θέλουν να τους ευχαριστήσουν, και όχι να τους απογοητεύσουν.
Στις περιπτώσεις, όμως, που η συμπεριφορά του παιδιού γίνεται δύσκολη, οι γονείς είναι αυτοί που πρέπει να βάλουν τα όρια και να λειτουργήσουν ως πρότυπα για το παιδί. Συχνά, ωστόσο, οι γονείς, όπως όλοι, εγκλωβίζονται σε καταστάσεις, από τις οποίες είναι δύσκολο να βγουν ή δεν ξέρουν πώς να τις αντιμετωπίσουν. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι σημαντικό να ζητάμε τη βοήθεια του ειδικού, ο οποίος με τις επιστημονικές του γνώσεις και την εμπειρία του θα δείξει την κατεύθυνση στην οποία να κινηθούν. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ακούμε να γίνεται λόγος για την ψυχοθεραπεία (παιδιών και ενηλίκων), καθώς και για τη συμβουλευτική γονέων.
Πηγή: queen.gr