Κατά τις προηγούμενες δεκαετίες αποτελούσε μία από τις βασικές μεθόδους διαπαιδαγώγησης που εφάρμοζαν οι γονείς αλλά και οι εκπαιδευτικοί, σε σχεδόν μόνιμη βάση. Σήμερα, η τιμωρία, αμφισβητείται έντονα από τους ειδικούς, οι οποίοι την αποδέχονται μόνο ως έσχατη λύση.
Στη σύγχρονη εποχή, τη θέση της τιμωρίας παίρνει η επιβράβευση, που προδιαθέτει τα παιδιά να έχουν καλή συμπεριφορά και τα βοηθά να νιώθουν καλά με τον εαυτό τους, σε αντίθεση με την τιμωρία που, όταν συμβαίνει συχνά, έχει αρνητικές επιπτώσεις στην αυτοπεποίθησή τους και στη μετέπειτα ζωή τους.
Δεν είναι μάλιστα σπάνιο το φαινόμενο των παιδιών που στιγματίζονται και υιοθετούν αρνητικές συμπεριφορές έτσι ώστε να συμβεί αυτό που εκ των προτέρων γνωρίζουν. Αντιλαμβανόμενα ότι είναι αυτά που «δεν τα καταφέρνουν», «δεν κάνουν τίποτα σωστό» και είναι μονίμως τιμωρημένα, η αυτοπεποίθησή τους πέφτει σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να οικειοποιούνται το ρόλο του «κακού παιδιού» και στη συνέχεια να πράττουν και να συμπεριφέρονται αναλόγως, έτσι ώστε να προκαλέσουν την προσοχή και να τιμωρηθούν, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο.
«Όταν ήμουν νέα παιδοψυχίατρος και μαμά πίστευα πολύ στη δύναμη της τιμωρίας. Τώρα που μεγάλωσα ως μαμά και ωρίμασα ως παιδοψυχίατρος, πιστεύω μόνο στη δύναμη της επιβράβευσης. Η τιμωρία δεν συνδράμει στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών, γιατί έχει πολύ βραχυπρόθεσμα οφέλη και δεν τα βοηθά να κατανοήσουν το λόγο για τον οποίο πρέπει ή δεν πρέπει να κάνουν κάτι. Αντίθετα, η επιβράβευση έχει μακροπρόθεσμα οφέλη και τα παιδιά καταλαβαίνουν για ποιον λόγο πρέπει να πειθαρχήσουν. Επιπλέον, με την τιμωρία εξοικειώνονται και φτάνουν σε ένα σημείο που τους είναι πλέον αδιάφορη. Αυτό είναι κάτι που το βλέπουμε πολύ συχνά», αναφέρει η παιδοψυχίατρος κ. Φρίντα Κωνσταντοπούλου.
Όχι βία και χαρακτηρισμοί
Οι ειδικοί έχουν καταστήσει σαφές ότι η βία δεν έχει καμία θέση στην διαπαιδαγώγηση των παιδιών και μόνο αρνητικά αποτελέσματα μπορεί να φέρει. Είναι τεκμηριωμένο πλέον ότι το ξύλο δεν βγήκε από τον παράδεισο και ότι ένα παιδί που δέχεται βία προκειμένου να πειθαρχήσει, θα καταφεύγει στην ίδια μέθοδο κάθε φορά που κάτι το θυμώνει και δεν μπορεί να το διαχειριστεί εύκολα.
Και η λεκτική βία, όμως, έχει τραγικές επιπτώσεις στην αυτοπεποίθηση του παιδιού και στη ζωή του. Οι ειδικοί λένε κατηγορηματικά «όχι» σε χαρακτηρισμούς και ταμπέλες, όπως «κακό παιδί», «τεμπέλης», «άχρηστος», «κακομαθημένος» κλπ. και συνιστούν στους γονείς να χρησιμοποιούν την επιβράβευση για να τα συνετίσουν.
«Η σωματική τιμωρία είναι άκρως απαγορευτική και είναι πλέον προφανές ότι κανένας γονιός δεν πρέπει να χρησιμοποιεί αυτή τη μέθοδο. Όσον αφορά στη λεκτική βία, αυτή αποτελεί τεράστιο πλήγμα στην αυτοπεποίθηση του παιδιού. Ό,τι λένε οι γονείς που αφορά τα παιδιά τους θα πρέπει να το σκέφτονται πριν πολύ καλά. Οτιδήποτε αρνητικό πουν, όχι απλά μένει χαραγμένο στο υποσυνείδητο των παιδιών για πάντα αλλά λειτουργεί και σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Αν τα χαρακτηρίσουν ως “άχρηστα”, αυτό που παγιώνεται στη σκέψη τους είναι η ανικανότητά τους να ανταπεξέλθουν σε οτιδήποτε και με τον τρόπο αυτό θα συνεχίσουν να λειτουργούν στη ζωή τους», εξηγεί η κα Κωνσταντοπούλου.
Βασικός, επίσης, κανόνας είναι ότι ποτέ δεν πρέπει να επιπλήττουν τα παιδιά μπροστά σε άλλους, καθώς προσβάλλονται όπως ακριβώς και οι ενήλικες και «πληγώνεται» η αυτοπεποίθησή τους.
Η δύναμη της επιβράβευσης
Το «αντίδοτο» στην αρνητική συμπεριφορά των παιδιών είναι η επιβράβευση, υποστηρίζουν οι ειδικοί. Επιβράβευση, όχι για τις αρνητικές συμπεριφορές τους, αλλά για τα «σωστά» που κάνουν, έστω κι αν πρόκειται για 1 στα 100.
«Αν στα 100 πράγματα που κάνουν τα παιδιά είναι τα 99 λάθος και το 1 σωστό, οι γονείς θα πρέπει να εστιάσουν σε αυτό το ένα και να συνεχίσουν με αυτή τη στάση, έτσι ώστε το ένα να γίνει δύο, τρία κοκ.
Είναι λογικό να μην μπορούν οι γονείς να διαχειριστούν ένα παιδί με δύσκολη συμπεριφορά και να εστιάζουν στα 99 αρνητικά. Δεν είναι όμως και το πιο αποτελεσματικό, καθώς σε αυτήν την περίπτωση το πιθανότερο είναι τα 99 να γίνουν 100», σημειώνει η κα Κωνσταντοπούλου.
Εντούτοις, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να επισημαίνουν τα αρνητικά στα παιδιά τους. Ποιος είναι, όμως, ο σωστός τρόπος για να γίνει αυτό;
«Αρχικά θα πρέπει πάντα να αναφέρεται κάτι θετικό και μετά το αρνητικό, με λεπτό τρόπο.
Για παράδειγμα, μπορεί κανείς να πει «Είσαι τόσο συνεπής στις κοινωνικές σου υποχρεώσεις, αλλά θα ήταν καλό να είσαι πιο συνεπής και με τα μαθήματά σου», απαντάει η ειδικός.
Δικαιώματα και υποχρεώσεις
Το ζητούμενο στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών είναι να μάθουν τι πρέπει να κάνουν και τι όχι για τους ουσιαστικούς λόγους που οι γονείς γνωρίζουν και αυτό είναι κάτι που πρέπει να γίνει πλήρως κατανοητό.
Οι απειλές του τύπου «αν δεν κάνεις αυτό που σου λέω δεν θα βγεις έξω», ως παγιωμένη μέθοδος διαπαιδαγώγησης, δεν έχουν κανένα νόημα, καθώς έτσι δεν υπάρχει ουσιαστικό αποτέλεσμα. Τα παιδιά υπακούουν για να κερδίσουν αυτό που τους «έταξαν» οι γονείς τους ή να αποφύγουν αυτό για το οποίο τα απείλησαν, χωρίς να κατανοούν τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους πρέπει ή δεν πρέπει να το κάνουν.
«Είναι πολύ σημαντικό να μαθαίνουν τα παιδιά από μικρά ότι έχουν δικαιώματα και υποχρεώσεις και ότι για να μπορούν να απολαμβάνουν τα δικαιώματά τους θα πρέπει να είναι συνεπή και στις υποχρεώσεις τους. Έτσι θα αποφεύγονται οι συγκρούσεις και, επιπλέον, σιγά σιγά θα μάθουν να αυτονομούνται.
Τα παιδιά πρέπει να μάθουν να τρώνε για να αναπτυχθούν σωστά -και όχι για να τους πάρουν οι γονείς τους παιχνίδι, να διαβάζουν για να έχουν περισσότερα εφόδια στη ζωή τους -και όχι για να τους πάρουν οι γονείς τους τάμπλετ, να κάνουν αυτά που πρέπει για δικό τους καλό -και όχι για να γίνουν τα τέλεια παιδιά για τους γονείς τους και να κερδίσουν την αγάπη τους. Διαφορετικά, στην ενήλικη ζωή τους θα κάνουν πράγματα για τους λάθος λόγους. Για παράδειγμα, ως ενήλικες, δεν θα οδηγούν μεθυσμένοι για να μην τους γράψει η Τροχαία και όχι για να προστατεύσουν τον εαυτό τους και τους άλλους», εξηγεί η κα Κωνσταντοπούλου. Πόσο σύνηθες είναι, όμως, κάποιος που έχει καταναλώσει αλκοόλ να ακολουθεί εναλλακτική διαδρομή για να αποφύγει το αλκοτέστ; Και πόσο επικίνδυνο είναι αυτό για τον ίδιο και τους άλλους;
Ο πόλεμος των Ρόουζ
Απαραίτητο εφόδιο για τους γονείς στην διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους είναι η… ατελείωτη υπομονή. Πολλές φορές έχουν την απαίτηση να μιλήσουν στο παιδί τους μία φορά και να υπακούσει. Αυτό, όμως, στην πράξη σπανίως συμβαίνει.
«Συχνά βλέπουμε γονείς παιδιών προσχολικής κυρίως ηλικίας εντελώς πελαγωμένους. Μία οικογένεια που δυσλειτουργεί, γιατί μπαίνει στη διαδικασία του ποιος θα επικρατήσει μέσα στο σπίτι, πεισμώνουν όλοι και έτσι ανοίγει ένας φαύλος κύκλος», αναφέρει η κα Κωνσταντοπούλου.
Όπως η ίδια εξηγεί, καθοριστική είναι η ηλικία 2,5-4 ετών, η λεγόμενη «πρώτη εφηβεία». Σε αυτήν την ηλικία τα παιδιά είναι πολύ απαιτητικά και πρέπει να μάθουν οι γονείς να τα χειρίζονται. Εάν δεν το καταφέρουν, τα παιδιά μαθαίνουν να διαχειρίζονται την κατάσταση με πείσμα, φωνές και κλάματα, να δημιουργείται ένας πανικός μέσα στο σπίτι και να ικανοποιούνται από αυτό το μοτίβο, ακόμη και αν τελικά δεν γίνει το… χατίρι τους.
«Σε αυτές τις περιπτώσεις χρειάζεται πάρα πολλή υπομονή και λεπτός χειρισμός. Όσο δύσκολο κι αν είναι μερικές φορές, οι γονείς θα πρέπει να αδιαφορούν εκείνη τη στιγμή για την άσχημη συμπεριφορά του παιδιού τους, να το αγκαλιάζουν και να του δείχνουν ότι το αποδέχονται. Η τιμωρία και οι φωνές περνούν το μήνυμα της απόρριψης στα παιδιά και αυτό επιδεινώνει τη συμπεριφορά τους», τονίζει η ειδικός.
Απαραίτητα τα όρια
Η αποδοχή δεν σημαίνει ότι οι γονείς πρέπει να αφήνουν τα παιδιά να κάνουν ό,τι θέλουν. Η θέσπιση ορίων από την πλευρά τους είναι απαραίτητη, καθώς τα παιδιά τα έχουν απόλυτη ανάγκη και νιώθουν ασφάλεια μέσα σε αυτά, παρόλο που συνεχώς προσπαθούν να τα υπερβούν .
«Όταν οι γονείς δεν βάζουν όρια, τα παιδιά δεν μπορούν να αυτορυθμιστούν. Νιώθουν συνεχώς μια αναστάτωση και μία σύγχυση, οδηγώντας τα σε μια ανεξέλεγκτη και χαοτική συμπεριφορά, που δεν τους επιτρέπει να σταθούν μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον», σημειώνει η κα Κωνσταντοπούλου.
Πότε η τιμωρία είναι μονόδρομος
Η τιμωρία δεν είναι απόλυτα απαγορευτική. Όταν το σφάλμα είναι επαναλαμβανόμενο και το παιδί δεν φαίνεται να έχει τη διάθεση να το διορθώσει, ενδεχομένως να είναι η μοναδική επιλογή. Θα πρέπει, όμως, να γίνεται με συγκεκριμένο τρόπο και καλύτερο θα ήταν να αναφέρεται ως «συνέπεια».
Είναι σημαντικό να καταλάβουν τα παιδιά ότι εφόσον δεν είναι εντάξει στις υποχρεώσεις τους, θα χάσουν –έστω και προσωρινά- κάποια από τα δικαιώματά τους. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις θα πρέπει να είναι ένας σταθερός συνδυασμός και να υπάρχει κάποια ισορροπία μεταξύ τους.
«Τα παιδιά πρέπει να μάθουν από μικρά ότι έχουν τρεις βασικές υποχρεώσεις: Να προσέχουν την υγεία τους και την υγιεινή τους, να είναι συνεπείς στις σχολικές και εξωσχολικές τους υποχρεώσεις και να συμμετέχουν στις οικογενειακές τους ευθύνες τακτοποιώντας το χώρο τους. Η “συνέπεια” (τιμωρία) θα πρέπει να είναι σχετική με το σφάλμα και όχι ανεξάρτητη από αυτό, έτσι ώστε να έχει διαπαιδαγωγικό χαρακτήρα. Αν, για παράδειγμα, το παιδί δεν μαζεύει τα παιχνίδια του, θα μπορούσε να μην πάρει καινούριο παιχνίδι μέχρι να μάθει να το κάνει. Αν δεν τρώει σωστά, να μην φάει γλυκό μέχρι να βελτιώσει τη διατροφή του κοκ», αναφέρει η κα Κωνσταντοπούλου.
Η ίδια τονίζει ότι απαραίτητη προϋπόθεση είναι το παιδί να έχει ενημερωθεί από την προηγούμενη φορά που υπέπεσε στο ίδιο σφάλμα ότι την επόμενη θα υποστεί τη «συνέπεια» και ποια ακριβώς θα είναι αυτή. Και οπωσδήποτε οι γονείς να τηρήσουν το λόγο τους, προκειμένου να διατηρήσουν την αξιοπιστία τους και να έχει νόημα η τιμωρία.
Αυτό που έχει, όμως, τη μεγαλύτερη σημασία είναι όταν το παιδί κάνει τελικά αυτό που πρέπει, να επιβραβεύεται. «Αυτό που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη τα παιδιά είναι να ακούν το «μπράβο» από τους γονείς τους. Όσο πιο πολλές φορές τους το λένε, τόσο πιο συχνά θα κάνουν πράγματα για να το ακούσουν», καταλήγει η κα Κωνσταντοπούλου.