Τα «πλαστά» κρατίδια καταλήγουν στον κάλαθο των αχρήστων της Ιστορίας…
Το ”ΟΧΙ” που είπε η ΕΕ προ ημερών στην έναρξη διαπραγματεύσεων με τα Σκόπια ήταν μια καλή είδηση για την πλειονότητα των Ελλήνων, εξαιρουμένης της Αξιωματικής αντιπολίτευσης και της κυβέρνησης, που έδειξαν δυσαρέσκεια και προβληματισμό…
Ήταν, ουσιαστικά, μια απ’ τις λίγες καλές ειδήσεις μέσα στην καταχνιά των δυσάρεστων του μεταναστευτικού, το οποίο βάζει σε περίσκεψη την Αθήνα, γιατί τείνει να γίνει δυσεπίλυτο πρόβλημα λόγω της κλιμακούμενης αύξησης των ροών (αφού για κάθε ομάδα που μεταφέρεται στην ενδοχώρα φτάνει άλλη μια στα νησιά) και της συνεχιζόμενης άρνησης της Τουρκίας να περιπολεί η Frontex και εντός των δικών της χωρικών υδάτων, πλην των ελληνικών.
Ήταν ανακουφιστική, πράγματι, η απόρριψη της αίτησης των Σκοπίων, που είχε τη σφραγίδα του βέτο της Γαλλίας, της Ολλανδίας και της Δανίας, γιατί βρήκε ανταπόκριση στο αίσθημα του ιστορικού δικαίου. Ενός δικαίου το οποίο παραβιάστηκε κατάφωρα και επανειλημμένα απ’ το ”πλαστό” κρατίδιο των Σκοπίων, που λέγεται ” Βόρεια ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ”.
Νιώσαμε, αίφνης, ότι πήραμε το αίμα μας πίσω, μετά την επονείδιστη ”συμφωνία” που υπογράψαμε στις 12 Ιουνίου του 2018. Νιώσαμε ότι κοντά σε μας ηρέμησε και η Ιστορία, που πετάει πάντα στο διάβα της τα ”πλαστά” κρατίδια, όπως τα Σκόπια, που έγιναν ελέω Τσίπρα ”Βόρεια Μακεδονία”.
Οι Σλάβοι ήταν κατά καιρούς Βαρντάρσκοι, Γιουγκοσλάβοι (πριν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας), Σκοπιανοί, αλλά Μακεδόνες ΠΟΤΕ!.. Μπορεί να κορόιδεψαν κάποιους δικούς μας στο ”Ελλαδιστάν” κάνοντάς τους να πιστέψουν πως με τη ”συμφωνία των Πρεσπών” θα πάψουν να είναι ανθέλληνες και να προπαγανδίζουν τον αλυτρωτισμό τους, όμως δεν έπεισαν ευτυχώς την πλειοψηφία των Ελλήνων και τους εχέφρονες της Ευρώπης.
Τους Ευρωπαίους που αντιλήφθηκαν εξαρχής το αφερέγγυο της ”συμφωνίας των Πρεσπών” (με την οποία ευελπιστούσαν οι Σκοπιανοί να αποκτήσουν ευρωπαϊκό διαβατήριο) και το θεσμικό έλλειμμα των Σκοπίων, που τους εμπόδιζε να γίνουν ευρωπαϊκή χώρα.
Αντιλήφθηκαν, επίσης, την υστέρησή τους σε θέματα διαφάνειας και την πλαστότητα των προθέσεών τους να συμμορφωθούν με τους όρους της ”συμφωνίας”.
Το σκοπιανόχορτο εξακολουθούν να το αναμασούν αρκετοί Έλληνες, δυστυχώς, θύματα του κομματισμού τους. Όχι όμως και οι Ευρωπαίοι, πέραν εκείνων (Μέρκελ, Γιούνκερ, Τουσκ κλπ) που προωθούσαν σκόπιμα εξαρχής την αντίληψη ότι ”όσο περισσότερο οι χώρες των Δ. Βαλκανίων προσεγγίζουν τον ευρωπαϊκό πυρήνα, τόσο μειώνονται οι προοπτικές νέων αναφλέξεων και αστάθειας στην περιοχή”.
Ναι, φαίνεται λογικό το επιχείρημά τους, αλλά δεν είναι αυταπόδεικτο. Δεν επιβεβαιώνεται εκ των πραγμάτων ως έγκυρο και αληθές στην περίπτωση των Σκοπίων και της Αλβανίας. Κι αυτό γιατί τα Σκόπια όσες φορές και να μπουν στην ΕΕ δε θα πάψουν να είναι μια ασταθής δημοκρατία (λόγω των σοβαρών εσωτερικών εθνοτικών ζητημάτων τους) και να τροφοδοτούνται απ’ τον ασίγαστο ανθελληνισμό τους.
Τον ανθελληνισμό τους (που έχει διακύβευμα τη Μακεδονία μας και όνειρο τη διεκδίκηση της Θεσσαλονίκης) τον αποδεικνύει η χαρτογράφηση ως σλαβικής της ”Μακεδονίας του Αιγαίου”, την οποία περιφέρουν έντυπη ανά την Υφήλιο με τηλεβόα του αλυτρωτισμού της το Ίλιντεν, το οποίο εξακολουθεί να αναφέρεται στο αναθεωρημένο – υποτίθεται – σύνταγμά τους.
Όσο για την Αλβανία, μπει δεν μπει στην Ευρώπη, πάντα θα έχει την έπαρση του μεγαλοϊδεατισμού της, που την ωθεί να διεκδικεί μονίμως τα εδάφη των γειτονικών κρατών της (Ελλάδας, Σκοπίων, Κοσόβου). Έτσι κι αλλιώς, τόσο οι Σκοπιανοί όσο και οι Αλβανοί εθνικιστές, έχουν μέσα τους άσβεστο ανθελληνικό μίσος και το στοιχείο της επιθετικότητας και του επεκτατισμού, τα οποία έχουν καλλιεργηθεί από χρόνια σε καθεστώτα κάθε άλλο παρά δημοκρατικά.
Έπειτα είναι και το γεγονός ότι και στις δυο αυτές χώρες ασκεί μεγάλη επιρροή η Τουρκία κι αυτό θα είναι επιπλέον πρόβλημα για την Ευρώπη, αν τις αποδεχτεί στους κόλπους της, απ’ τη στιγμή που ο Ταγίπ Ερντογάν ακολουθεί αλλοπρόσαλλη πολιτική και με τη δύναμη της πυγμής του μπορεί να ποδηγετεί κατά το δοκούν τις βαλκανικές χώρες-δορυφόρους που επηρεάζει.
Με δεδομένα αυτά, τη βαθιά γνώση της Ιστορίας που χαρακτηρίζει την παιδεία των Γάλλων πολιτικών και προπαντός τα γαλλικά συμφέροντα που στο θέμα αυτό επέβαλαν τη θέση τους όπως το 2008, ο Πρόεδρος της Γαλλίας έκλεισε την πόρτα της Ευρώπης σε Αλβανία και Σκόπια.
Αργότερα βέβαια ο Σκοπιανός πρωθυπουργός Ζόραν Ζάεφ και ο υπουργός Εξωτερικών του κρύφτηκαν πίσω απ’ το γαλλικό βέτο και, χρησιμοποιώντας τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, προσπάθησαν να δικαιολογήσουν το ηχηρό ράπισμα του Εμμανουέλ Μακρόν στις προσδοκίες τους ως ”συνέπεια της μη εφαρμογής εκ μέρους τους όλων των όρων της ”Συμφωνίας των Πρεσπών” (όπως, για παράδειγμα, του ”erga omnes”).
Ο Νικολά Ντιμιτρόφ μάλιστα, μιλώντας στη Βουλή των Σκοπίων σε ειδική συνεδρίαση της Επιτροπής δικαιολογήθηκε για το veto λέγοντας ότι οφείλεται στη μη τήρηση εσωτερικού εγγράφου (ενν. το ”erga omnes”, δηλ. το να έχει η ονομασία ”Βόρεια Μακεδονία” την ίδια ισχύ έναντι όλων, συμπεριλαμβανομένου και του εσωτερικού των Σκοπίων), που συνδέεται με τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις και λόγω της αδυναμίας εφαρμογής του δεν μπορεί να εφαρμοστεί πλήρως η ”συμφωνία των Πρεσπών”.
Υποστήριξε μάλιστα πως ο εν λόγω όρος μπορεί να εφαρμοστεί επακριβώς μόνο αν τα Σκόπια είναι στην ΕΕ… Σημειωτέον ότι η πολιτική μεταβατική περίοδος για το άνοιγμα κάθε διαπραγματευτικού κεφαλαίου της ΕΕ, που αφορά στην ένταξη των Σκοπίων σ’ αυτήν, θα ολοκληρωθεί σε πέντε χρόνια από την ημέρα της υπογραφής της συμφωνίας (12 Ιουνίου 2018).
Επανερχόμενοι όμως στο γαλλικό ”ΟΧΙ” (που έκοψε την όρεξη των Σκοπίων και του Λονδίνου, το οποίο ήταν ανέκαθεν υποστηρικτής της πλαστής ιστορικής του ταυτότητας), θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η σύγχρονη γαλλική εξωτερική πολιτική απέναντι στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από ευθύτητα. Κι αυτή η ευθύτητα δεν περιορίζεται μόνο στις διμερείς σχέσεις των δύο χωρών, αλλά – όπως προείπα – και στην επιλογή της ιστορικής αλήθειας εκ μέρους των Προέδρων της.
Ενδεικτικά αναφέρω τη φράση του Ντε Γκωλ για τα Σκόπια: ”Ξέρουμε ιστορικά πού ανήκει η Μακεδονία, εδώ και αιώνες”!.., ενώ ένας άλλος διάδοχός του στην Προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας, ο Ζισκάρ Ντ’ Εστέν, είχε τονίσει τη σημασία της Ελλάδας κατά την περίοδο ένταξής της στην ΕΟΚ το 1979 μετά από ενέργειες του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνο Καραμανλή, λέγοντας ότι: ”Δεν μπορεί η Ευρώπη να γυρίσει την πλάτη στον Πλάτωνα”!..
Ενώ ο Πρόεδρος Φρανσουά Μιττεράν είπε ξεκάθαρα στον ΟΗΕ ότι: ”Δεν έχουν καμιά σχέση τα Σκόπια με την Μακεδονία”!.. Στην ίδια γραμμή έναντι των Σκοπίων κινήθηκε το 2008 και ο διάδοχός του Νικολά Σαρκοζί, που αντέτεινε το γαλλικό βέτο στην πρόθεση του Αμερικανού Προέδρου Τζωρτζ Μπους να ενταχθούν αυτά στην ΕΕ.
Ενώ ο Εμμανουέλ Μακρόν, πριν λίγο καιρό, μπλόκαρε την προοπτική έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων στην ΕΕ μιας χώρας που σφετερίζεται ξένη ιδιοκτησία (της Μακεδονίας μας) στηριζόμενη σε σκοτεινά κεφάλαια του εξωτερικού, που τροφοδοτούν εδώ και χρόνια συστηματικά την χρηματοδιψασμένη αλυτρωτική προπαγάνδα των Σκοπίων.
Το εξωφρενικό, ωστόσο, είναι ότι – αντί να χειροκροτήσει την απόφαση του Γάλλου Προέδρου η ελληνική κυβέρνηση (γιατί για τη στάση της Αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν είχαμε καμιά αμφιβολία ότι θα ήταν αρνητική) – έδειξε στην αρχή να δυσαρεστείται επικρίνοντας ανοιχτά το γαλλικό ”ΟΧΙ”, εθισμένη όπως είναι στα ”ΝΑΙ”, όπως και οι προκάτοχοί της του ΣΥΡΙΖΑ.
Στη συνέχεια, βέβαια, μετά την οργισμένη αντίδραση του κόσμου για τη στάση της και την αποθέωση του Μακρόν για τη δική του, αναγκάστηκε να τα μαζέψει και δήλωσε ότι ακούει με ενδιαφέρον το αίτημα της Γαλλίας για αλλαγές στην ”υπερβολικά μηχανιστική και τεχνική μεθοδολογία/διαδικασία της ευρωπαϊκής διεύρυνσης”, ενώ ξεκαθάρισε ότι δεν ήθελε να εμπλακεί στις εσωτερικές υποθέσεις της ”Βόρειας Μακεδονίας”!..
Συν τοις άλλοις ξεκαθάρισε ότι, τυχόν πισωγύρισμα της βορειομακεδονικής κυβέρνησης στο Μακεδονικό, θα τινάξει στον αέρα την ευρωπαϊκή της προοπτική και θα ακυρώσει τα αποφασισθέντα στις Πρέσπες, οπότε ενδέχεται να είναι η Αθήνα αυτή που θα βάλει το βέτο για την μη έναρξη των ενταξιακών τους διαπραγματεύσεων με την ΕΕ και όχι οι Γάλλοι, οι Ολλανδοί και οι Δανοί…
Ας σημειωθεί εδώ ότι η Ελλάδα βλέπει με σκεπτικισμό τα πάνε έλα κι έρχομαι του Ζόραν Ζάεφ στην Ιταλία, ώστε να αναληφθούν πρωτοβουλίες από αυτήν για επίτευξη συμβιβασμού της ”Βόρειας Μακεδονίας” με την ΕΕ (στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της 12-13ης Δεκεμβρίου και στη Σύνοδο Κορυφής της 12ης-13ης Δεκεμβρίου), χωρίς να αλλάξουν τα υπάρχοντα ημιτελή δεδομένα των όρων που ήδη έχουν απορριφθεί με βέτο της Γαλλίας, της Ολλανδίας και της Δανίας.
Η κυβέρνηση του ΚΜ, όπως και οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις απ’ τις αρχές του 21ου αι, είναι υπέρ της ευρωπαϊκής πολιτικής των Δυτικών Βαλκανίων. Ωστόσο, μπροστά στο διαμορφωθέν αδιέξοδο λόγω του βέτο του Γάλλου Προέδρου, οφείλει να ενεργοποιηθεί ως κύρια ενδιαφερόμενη και να μην αφήνει τρίτες χώρες που πιθανόν θέλουν να δρομολογήσουν εξελίξεις σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα και τα συμφέροντα των Σκοπίων.
Αυτά τα τελευταία όμως μπορεί να τινάξουν στον αέρα τη ”συμφωνία των Πρεσπών”, αν η ”βορειομακεδονική” κυβέρνηση των Σκοπίων που θα βγει απ’ τις κάλπες των πρόωρων εκλογών του Απριλίου του 2020 δεν είναι η Σοσιαλδημοκρατική του Ζόραν Ζάεφ, αλλά του εθνικιστικού VMRO-DPMNE, του Μίτκσκοσκι, διαδόχου του παραιτηθέντα Γκρούεφσκι, που βρίσκεται πια φυγόδικος στην Ουγγαρία.
Με τα ως άνω δεδομένα, η Αθήνα βρίσκεται κυριολεκτικά σε αναμμένα κάρβουνα και, μπρος τον κίνδυνο επανεκλογής των εθνικιστών, προτιμά τον Ζόραν Ζάεφ ως συνομιλητή της, για να εξετάσει μαζί του την εφαρμογή των ημιτελών όρων της ”συμφωνίας”, που πρέπει να ολοκληρωθούν.
Έτσι κι αλλιώς, το μόνο που της έμεινε είναι αυτό: ο έλεγχος της εφαρμογής των όρων της απ’ τους Σκοπιανούς, για να έχει στοιχεία να τους καταγγείλει στα διεθνή φόρα και την ΕΕ απαιτώντας ακόμα και την ακύρωσή της, αν δει ότι είναι κενό γράμμα η εφαρμογή τους και ακολουθούν τις παλιές τους κακές συνήθειες.
Ο φόβος ακύρωσης της ”συμφωνίας”, βέβαια, ελάχιστα απασχολεί τους εθνικιστές του VMRO, που – σύμφωνα με πηγές του ΥΠΕΞ μας – αν θα είναι οι νικητές των εκλογών τον προσεχή Απρίλιο, ενδέχεται να ακυρώσουν μονόπλευρα την λιμνιαία συμφωνία, ως ”αντισυνταγματική και επιζήμια” για τα εθνικά τους συμφέροντα.
Έτσι έφτασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης να κάνει αυτό που προέβλεπε ο Τσίπρας: ό,τι αποκήρυσσε προεκλογικά, το δέχεται μετεκλογικά και ενδέχεται να φτάσει στο σημείο να παρακαλάει τους Σκοπιανούς να δεχτούν ως έχει τη ”συμφωνία των Πρεσπών”, υπό τον φόβο της ανατροπής της απ’ τους εθνικιστές, ενόψει των απριλιανών εκλογών στα Σκόπια…
Εν κατακλείδι, η Ελληνική κυβέρνηση – αφού έχει χάσει ήδη η Ελλάδα το βέτο του ΝΑΤΟ που είχε μέχρι πρότινος στα χέρια της – έμεινε τώρα να παρακολουθεί ”αφοπλισμένη” τη διαδικασία έναρξης διαπραγματεύσεων της ΕΕ με τη ”Βόρεια Μακεδονία” σε ρόλο παρατηρητή της πιστής ή μη εφαρμογής της ”συμφωνίας”.
Μ’ άλλα λόγια ο ΚΜ με την υπόσχεση που έδωσε μπροστά στην Γερμανίδα Καγκελάριο ότι θα τιμήσει τη ”συμφωνία”, μετέτρεψε τον εαυτό του σε υποτακτικό της και βάζει την Ελλάδα στην εξευτελιστική θέση να στηρίζει το σκοπιανό σκεπτικό, δίχως καμιά διαφοροποίηση, κανέναν αστερίσκο, για να εκφράσει τους ενδοιασμούς του για τους όρους περί γλώσσας και εθνότητας που μας καίνε.
Η σιωπή και η αβουλία του δεν τον τιμούν, όπως δεν τιμά τη Ελλάδα – σ’ αυτήν την περίπτωση – η σύμπλευση της εθνομηδενιστικής Αξιωματικής αντιπολίτευσης με την φερόμενη ως πατριωτική κυβέρνηση. Γι’ αυτό και ο λαός, βλέποντας την έλλειψη εθνικής συνείδησης των πολιτικών ηγητόρων του, φτάνει να ελπίζει στον από μηχανής θεό που θα δικαιώσει την Ιστορία πετώντας στον κάλαθο των αχρήστων της το ”πλαστό” κρατίδιο που λέγεται ”Βόρεια ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ”…
”Κρινιώ Καλογερίδου” (Βούλα Ηλιάδου)
Πηγή: antinews.gr